ένα ληστής που δεν δίστασε να εισβάλει την ώρα που το κατάστημα ήταν κατάμεστο από κόσμο.
Υπολογίζοντας ότι τα ταμεία θα είναι γεμάτα λόγω της κίνησης ο ληστής μπήκε από την κεντρική είσοδο, έβγαλε το όπλο και στάθηκε πάνω από τις υπαλλήλους στα ταμεία.
Φώναξε ληστεία και ζήτησε από τους πελάτες να πέσουν στο πάτωμα.
Έστρεψε το όπλο σε μια ταμία και της είπε να ρίξει τα χρήματα σε μια σακούλα του super market και στη συνέχεια απείλησε μια, μια τις υπόλοιπες ταμίες ζητώντας τους να κάνουν το ίδιο.
Ψύχραιμος στη συνέχεια βγήκε σαν… κύριος ανέβηκε στη μηχανή που είχε παρκάρει στο πλάι του καταστήματος και εξαφανίστηκε.