Τετάρτη, 24 Απρ.
20oC Αθήνα

“Δεν έχουν πληγεί αρχαίοι θησαυροί στη Λιβύη”

Αποφασισμένοι να διασφαλίσουν την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά τους και να την προστατεύσουν από λεηλασίες, όπως αυτές που σημειώθηκαν πριν από μερικές εβδομάδες στην Αίγυπτο, εμφανίζονται οι Λίβυοι.

Η περιοχή της σημερινής Λιβύης είχε αποικιστεί και κατακτηθεί από τους περισσότερους από τους μεγάλους πολιτισμούς που κυριάρχησαν κατά την αρχαιότητα στη Μεσόγειο — Φοίνικες, Αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους.

Κάποιοι από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς θησαυρούς της βρίσκονται σήμερα στη Λέπτις Μάγκνα, μια ρωμαϊκή παραθαλάσσια πόλη, γενέτειρα του αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου, που απέχει 130 χιλιόμετρα ανατολικά της Τρίπολης.

Η Λέπτις Μάγκνα με το αμφιθέατρο, τα μαρμάρινα λουτρά, τις δρόμους με τις κιονοστοιχίες και τη βασιλική της θεωρείται το “πετράδι του στέμματος” της ρωμαϊκής κληρονομιάς της Λιβύης.

Μολονότι οι επικοινωνίες με τη Λιβύη παρουσιάζουν πολλά προβλήματα από την έναρξη της εξέγερσης κατά του Καντάφι, δύο αρχαιολόγοι που έχουν εργαστεί στη χώρα υποστηρίζουν ότι τα αρχαιολογικά ευρήματα και η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας φαίνεται ότι δεν έχουν υποστεί ζημιές όπως αυτές που παρατηρήθηκαν κατά τις πρόσφατες κινητοποιήσεις στην Αίγυπτο.

Τον Ιανουάριο, ενώ οι Αιγύπτιοι αστυνομικοί συγκρούονταν με τους διαδηλωτές στην πλατεία Ταχρίρ, πλιατσικολόγοι μπήκαν στο Αιγυπτιακό Μουσείο του Καΐρου, όπου φιλοξενείται η μεγαλύτερη συλλογή φαραωνικών θησαυρών, έσπασαν αγάλματα και κατέστρεψαν δύο μούμιες.

“Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν αναφορές, από καμία περιοχή, για ζημιές εξαιτίας των ταραχών”, είπε ο Χάφεντ Ουάλντα, ένας Λίβυος, σύμβουλος σήμερα στην υπηρεσία αρχαιοτήτων της Λιβύης που παλαιότερα ήταν επικεφαλής μιας ανασκαφής στη Λέπτις Μάγκνα. “Πάντα ανησυχούμε για κάτι τέτοιο όταν επικρατεί χάος. Μέχρι στιγμής όλα πάνε καλά, όμως δεν είμαι σίγουρος ότι θα συνεχιστούν προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν ξέρω”, είπε, μιλώντας από το Λονδίνο.

Ένας Αιγύπτιος που πέρασε το Σάββατο τα σύνορα με την Τυνησία δήλωσε στο πρακτορείο Ρόιτερς ότι η Σαμπράθα — μια αρχαία ρωμαϊκή πόλη με αμφιθέατρο και ένα ανακατασκευασμένο θέατρο όπου ο Μπενίτο Μουσολίνι παρακολουθούσε παραστάσεις κατά την ιταλική αποικιοκρατία — βρίσκεται στα χέρια των πολιτών.

Η πληροφορία αυτή ωστόσο δεν έχει επιβεβαιωθεί από άλλες πηγές. Η εφημερίδα Κουρίνα είχε γράψει στις αρχές της εβδομάδας ότι στην περιοχή της Σαμπράθα έχουν αναπτυχθεί ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις.

“Η Λιβύη είναι η δεύτερη πατρίδα μου και όλα αυτά είναι ο χειρότερος εφιάλτης μου”, δήλωσε ο Βρετανός αρχαιολόγος Πολ Μπένετ, ο οποίος βρισκόταν στην περιοχή της Κυρηναϊκής όταν ξεκίνησαν οι κινητοποιήσεις.

“Ακούω ιστορίες για λεηλασίες και τα τοιαύτα σε σχετικά απομονωμένες περιοχές (…) Υπάρχουν οδοφράγματα (…) οι ντόπιοι προστατεύουν τις περιουσίες τους και τους γείτονές τους και κατ’ αυτόν τον τρόπο προστατεύουν ταυτόχρονα και την πολιτιστική κληρονομιά τους”, είπε ο Μπένετ, ο οποίος είναι επικεφαλής της Εταιρείας Λιβυκών Σπουδών του Λονδίνου.

Σύμφωνα με τον Βρετανό αρχαιολόγο, μια ομάδα συναδέλφων του υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τη χώρα πριν από λίγες ημέρες. Ο ίδιος όμως βρίσκεται σε επαφή με φίλους και αρχαιολόγους που παραμένουν στη Λιβύη. “Όλα φαίνονται εντάξει. Δεν ανησυχώ ιδιαίτερα για τυχόν προβλήματα στα μουσεία. Είμαι αισιόδοξος ότι οι ντόπιοι θα τα προστατεύσουν και οι υπάλληλοι στην υπηρεσία αρχαιοτήτων θα φροντίσουν για την ασφάλειά τους”, πρόσθεσε.

Οι πρώτες σοβαρές αρχαιολογικές ανασκαφές στη Λιβύη ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1930, καθώς η τότε φασιστική, αποικιοκρατική Ιταλία ήλπιζε να αποδείξει την ιστορική κυριαρχία της στη Μεσόγειο εμφανίζοντας δείγματα της ρωμαϊκής παρουσίας στην περιοχή. Οι ανασκαφές αυτές οδήγησαν κατόπιν στην ανακάλυψη πετρελαίου.

Οι ανασκαφές περιορίστηκαν σημαντικά μετά την επανάσταση του Καντάφι, το 1969, μολονότι ορισμένοι ξένοι αρχαιολόγοι συνέχισαν τη δουλειά τους και έφεραν στο φως νέα ευρήματα, ακόμη και κατά την περίοδο που οι σχέσεις της Λιβύης με τη Δύση ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτες. “Το καθεστώς τις παραμέλησε για αρκετό καιρό. Κάποτε (τα αρχαιολογικά ευρήματα) δεν θεωρούνταν λιβυκή κληρονομιά αλλά ιμπεριαλιστική”, είπε ο Ουάλντα.

Ωστόσο τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση του Καντάφι προσπάθησε να βελτιώσει τις υποδομές και να αυξήσει τους πόρους, επιδιώκοντας να προσελκύσει τουρίστες.

Τόσο ο Ουάλντα όσο και ο Μπένετ δήλωσαν ότι ελπίζουν να επιστρέψουν στη Λιβύη. “Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ελπίζουμε ότι η κατάσταση θα σταθεροποιηθεί και θα επιστρέψουμε πολύ σύντομα μαζί. Αυτό είναι το όνειρό μου”, κατέληξε ο Βρετανός αρχαιολόγος.

   

Κόσμος Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε