Του ζητάς να βρεθείτε. Δεν μπορεί. Έχει κανονίσει. Θα βγει με φίλους, θα μείνει σπίτι με φίλους, θα πάει για καφέ με φίλους. Κι εσύ; Τι είσαι εσύ;
Κι αν δεν είσαι τίποτα, γιατί δεν στο λέει; Γιατί σε αφήνει στον πάγκο να ελπίζεις ότι θα σε βάλει στο γήπεδο της ζωής του να παίξεις; Γιατί δεν σου κάνει ξεκάθαρο ότι δεν σε γουστάρει, ότι δεν σε θέλει; Γιατί παίζει με τα νεύρα σου; Γιατί δεν υπολογίζει τον ψυχικό σου κόσμο, τις ελπίδες σου, τις προσδοκίες σου; Γιατί δεν ξηγιέται ξεκάθαρα; Γιατί σε αφήνει να νομίζεις; Γιατί δεν στο κόβει… γαμώτο!
Και μένεις… Να αναρωτιέσαι, να αγχώνεσαι, να περιμένεις, να ελπίζεις, να νομίζεις… Να βρίσκεις όλων των λογιών της δικαιολογίες μέσα σου. Τον θέλεις. Εσύ είσαι ξεκάθαρη. Αλλά η κατάσταση δεν σε ευνοεί. Η συμπεριφορά του… μάλλον κακά μαντάτα σου φέρνει, αλλά πάντα κάτι την ύστατη στιγμή που λες ότι θα το πάρεις απόφαση και θα σταματήσεις να ασχολείσαι, κάτι -μια λέξη, μια ατάκα, ένα αστειάκι- έρχεται και σε “πείθει” να μείνεις. Οι ελπίδες αναζωπυρώνονται, χαμογελάς, νιώθεις όμορφα μέχρι να ξαναεισπράξεις άλλο ένα “δεν μπορώ σήμερα” και να στανιάρεις…
Τι συμβαίνει; Τι διάολο θέλει επιτέλους; Μήπως δεν σε θέλει; Κι αν δεν σε θέλει, γιατί δεν έχει τα “μπιπ” να στο πει ξεκάθαρα;
Το τοπίο είναι θολό. Ομίχλη απλώνεται πάνω από το χωριό της σχέσης σου. Και η ψυχολόγος Χρυσούλα Μαυράκη αναλαμβάνει να ξεκαθαρίσει το τοπίο.