Σάββατο, 20 Απρ.
13oC Αθήνα

Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί “απατούν” τις αγορές

Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί “απατούν” τις αγορές

Με ιστό της αράχνης παρομοιάζει τις σχέσεις πολιτικών και αγορών σε άρθρο του στους Financial Times ο Lorenzo Bini Smaghi, πρώην μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Διαβάστε όλο το άρθρο.

”Οι αγορές της ευρωζώνης για μια ακόμη φορά ανεβοκατεβαίνουν. Μετά την κάθετη πτώση στις αρχές του έτους, τα spreads ανάμεσα στα κρατικά ομόλογα της περιφέρειας και του πυρήνα, αυξάνονται. Οι λόγοι ίσως βρίσκονται στις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στις χρηματοπιστωτικές αγορές και το πώς δρουν οι ρυθμιστές στα δημοκρατικά συστήματα.

Με την κυκλική φύση της, αυτή η αλληλεπίδραση μοιάζει με ιστό αράχνης. Οι ρυθμιστές δρουν όταν νοιώθουν την πίεση από τις αγορές, που τους δίνει τρανταχτά επιχειρήματα ώστε να πείσουν τους ψηφοφόρους και τους μετόχους ότι έχει έλθει η ώρα να ληφθούν δυσάρεστες αποφάσεις για να αποτραπεί η καταστροφή. Όταν ληφθουν αυτές οι αποφάσεις, διαβεβαιώνουν τους επενδυτές ότι οι αρχές είναι πράγματι αποφασισμένες να λύσουν το πρόβλημα. Η ψυχολογία βελτιώνεται και τα spreads υποχωρούν.

Όμως, καθώς η πίεση των αγορών εξασθενεί, οι ρυθμιστές αρχίζουν και πάλι να σκέφτονται ότι το χειρότερο πέρασε και ότι κάποια από τα μέτρα που σχεδιάστηκαν, ίσως τελικά να μην είναι αναγκαία. Οι αποφάσεις αναβάλλονται και ο πήχης χαμηλώνει. Καθώς η πολιτική διαδικασία σκαλώνει, οι αγορές αρχίζουν να έχουν αμφιβολίες για την αποφασιστικότητα των ρυθμιστών και χάνουν πάλι την εμπιστοσύνη τους, προκαλώντας νέο κύκλο αναστάτωσης.

Αυτό το δικτυωτό μοτίβο συμπεριφοράς δείχνει να εξηγεί αρκετά καλά όσα συνέβησαν τους τελευταίους μήνες. Πέρσι το φθινόπωρο, καθώς τα spreads έφταναν σε νέα ύψη- ειδικά ανάμεσα στην Ιταλία και την Ισπανία από την μια και την Γερμανία από την άλλη- οι πρώτες ανακοίνωσαν σκληρά μέτρα προϋπολογισμού και μέτρα προϋπολογισμού και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που είχαν στόχο να βελτιώσουν την λειτουργία των αγορών εργασίας. Οι κυβερνήσεις προώθησαν τα μέτρα με το επιχείρημα ότι, έτσι, δεν θα γίνουν σαν την Ελλάδα. Η ΕΚΤ βοήθησε να εκτονωθούν οι εντάσεις στις αγορές με τις δύο επιχειρήσεις παροχής ρευστότητας. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεσμεύθηκαν να ενισχύσουν περαιτέρω τα ταμεία διασώσεων και οι επόπτες έθεσαν αυστηρότερα χρονοδιαγράμματα για τις ανακεφαλαιώσεις των τραπεζών.

Οι αγορές αντέδρασαν θετικά σε αυτά τα μέτρα: τα spreads μειώθηκαν πάνω από 200 μονάδες βάσης στην Ιταλία και κάτι λιγότερο στην Ισπανία.

Καθώς οι εντάσεις χαλάρωναν, οι πιέσεις για επιβολή των μέτρων που είχαν αποφασιστεί, μειώνονταν. Οι κυβερνησεις των περιφερειακών κρατών άρχιζαν να φλερτάρουν με την ιδέα ότι το χειρότερο πέρασε στην κρίση. Ξέχασαν τα σχέδια προσαρμογής και εγκατέλειψαν τα προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σχεδιάστηκαν με πρωταρχικό στόχο να αποτραπούν οι εγχώριες πολιτικές εντάσεις αντί για να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα και να βελτιώσουν τις προοπτικές ανάπτυξης.

Ορισμένοι κεντρικοί τραπεζίτες άρχισαν να μιλούν ανοιχτά για προετοιμασία «στρατηγικών εξόδου». Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να αυξήσει τα διαθέσιμα κεφάλαια προς το European Stability Mechanism δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες. Οι εθνικοί επόπτες άνοιξαν το ενδεχόμενο αναβολής των χρονοδιαγραμμάτων για ανακεφαλαιώσεις, χάρη στην βελτίωση των συνθηκών στις αγορές.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, δεν είναι έκπληξη που οι διεθνείς επενδυτές επανεξέτασαν τον πιστωτικό κίνδυνο κρατών και τραπεζών. Επίσης δεν είναι έκπληξη που οι ρυθμιστές αντέδρασαν επιρρίπτοντας ευθύνες ο ένας στον άλλο και στις αγορές, για την νέα αστάθεια.

Ωστόσο η εμπιστοσύνη των αγορών θα επιστρέψει μόνο αν οι εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές καταδείξουν, με αξιόπιστο τρόπο, ότι είναι αποφασισμένοι να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα.

Ένα σύστημα όπου οι ρυθμιστές λειτουργούν κυρίως υπό την πίεση των αγορών, ενώ παράλληλα πιστεύουν ότι οι αγορές είναι μυωπικές και μπορούν να τις ξεγελάσουν είναι όχι μόνο ασταθές αλλά και ανεπαρκές. Στην πραγματικότητα, για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη, όταν χαθεί, πρέπει να ληφθούν ακόμη σκληρότερα μέτρα. Κι αυτό προκαλεί οικονομικό πόνο και σίγουρα δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να εξασφαλιστεί εθνική πολιτική στήριξη”.

Διαβάστε επίσης :

Οικονομία Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε