Πέμπτη, 25 Απρ.
21oC Αθήνα

Κατατέθηκε στη Βουλή το Πολυνομοσχέδιο της συμφωνίας με τους δανειστές

ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ EUROKINISSI
ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ EUROKINISSI

Αργά το βράδυ του Σαββάτου, κατατέθηκε στη Βουλή, το σχέδιο νόμου με τίτλο: “Συνταξιοδοτικές διατάξεις Δημοσίου και τροποποίηση του ν. 4387/2016, μέτρα εφαρμογής των δημοσιονομικών στόχων και μεταρρυθμίσεων, μέτρα κοινωνικής στήριξης και εργασιακές ρυθμίσεις, Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και λοιπές διατάξεις”.

Το πολυνομοσχέδιο, θα εισαχθεί για συζήτηση με την διαδικασία του επείγοντος στις αρμόδιες Επιτροπές της Βουλής, την προσεχή Δευτέρα και η συζήτηση σε αυτές θα συνεχιστεί και την Τρίτη. Την Τετάρτη, το σχέδιο νόμου θα εισαχθεί στην Ολομέλεια, ενώ η ψηφοφορία για την υιοθέτησή του θα γίνει την Πέμπτη 18 Μαΐου.

Το πολυνομοσχέδιο περιλαμβάνει μέτρα μείωσης του αφορολόγητου ορίου, μείωσης των συντάξεων αλλά και αλλαγές σε εργασιακά, ενεργειακά και Δημόσιο.

Υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι το 2021

Πάρα πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα έως και το 2021, προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο 2018- 2021 που κατατέθηκε αργά χθες στη Βουλή μαζί με το πολυνομοσχέδιο.

Το κατά ESA 2010 πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 2,1% του ΑΕΠ (3,817 δισ. ευρώ) εφέτος και να αυξάνεται συνεχώς, στο 3,9% του ΑΕΠ (7,415 δισ. ευρώ) το 2018, στο 4,4% του ΑΕΠ (8,522 δισ. ευρώ) το 2019 και στο 4,8% του ΑΕΠ (9,675 δισ. ευρώ) το 2020, για να «εκτοξευθεί» στο 5,6% του ΑΕΠ (11,825 δισ. ευρώ) το 2021! Και παρόλο που το κατά ESA πλεόνασμα διαφέρει από αυτό με βάση το πρόγραμμα, οι συγκεκριμένες προβλέψεις καταδεικνύουν υπερκάλυψη και του μνημονιακού στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. Καθώς, τα αντίστοιχα πλεονάσματα του Μεσοπρόθεσμου με βάση τη μεθοδολογία του προγράμματος είναι 1,8% του ΑΕΠ το 2017 (έναντι στόχου 1,75% του ΑΕΠ) και στη συνέχεια στην περιοχή του 4% του ΑΕΠ έως και το 2021.

Σύμφωνα με τον «οδικό χάρτη» για την οικονομία που αποτελεί το Μεσοπρόθεσμο, εφέτος χαμηλώνει ο πήχης για την ανάπτυξη στο 1,8% από 2,7% που ήταν η παλαιότερη εκτίμηση στον προϋπολογισμό και 2,1% της πρόβλεψης της Κομισιόν. Το 2018 προβλέπεται άνοδος κατά 2,4% του ΑΕΠ (έναντι 2,5% της Κομισιόν), το 2019 κατά 2,6%, το 2020 κατά 2,3% και το 2021 κατά 2,2%. Η άνοδος του ΑΕΠ θα βασιστεί κατά κύριο λόγο στις ιδιωτικές επενδύσεις, ο οποίες προβλέπεται να αυξηθούν κατά 5,9% εφέτος, κατά 10,8% το 2018, κατά 12,1% το 2019, κατά 9,6% το 2020 και κατά 7,7% το 2021. Δευτερευόντως, η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί κατά 1,3% το 2017, κατά 1,4% το 2018, κατά 1,3% το 2019, κατά 1,2% το 2020 και κατά 1,2% το 2021. Πολύ χαμηλότερα θα κινηθούν οι δημόσιες επενδύσεις οι οποίες θα αυξάνονται κατά 0,32% κατά μέσο όρο την περίοδο 2017- 2021.

Οι εξαγωγές προβλέπεται να αυξηθούν κατά 3,3% εφέτος, κατά 4% το 2018, κατά 4,4% το 2019, κατά 3,2% το 2020 και κατά 3% το 2021. Ενώ, οι εισαγωγές θα αυξάνονται κατά 2,8% εφέτος, κατά 3,5% το 2018, κατά 4,3% το 2019, κατά 3,1% το 2020 και κατά 2,9% το 2021. Ο πληθωρισμός θα έχει θετικό πρόσημο καθ’ όλη την περίοδο και θα αυξηθεί κατά 1,2% εφέτος, κατά 1,1% το 2018, κατά 1,3% το 2019, κατά 1,6% το 2020 και κατά 1,8% το 2021. Για την ανεργία προβλέπεται αποκλιμάκωση, από ποσοστό 21% εφέτος, στο 19,8% το 2018, στο 18,3% το 2019, στο 17,1% το 2020 και στο 16,3% το 2021.

Το ΑΕΠ προβλέπεται ότι θα αυξηθεί από τα 181,204 δισ. ευρώ εφέτος στα 211,208 δισ. ευρώ το 2021. Ενώ, το δημόσιο χρέος από τα 319,7 δισ. ευρώ εφέτος (176,4% του ΑΕΠ) θα διαμορφωθεί σε 316 δισ. ευρώ (149,6% του ΑΕΠ) το 2021.

Ο κανόνας της μιας πρόσληψης για κάθε τέσσερις αποχωρήσεις στο Δημόσιο εφέτος, θα μεταβληθεί σταδιακά ως εξής: 1:3 το 2018, 1:2 το 2019, και 1:1 το 2020 και το 2021. Συνολικά την περίοδο 2017- 2021 θα υπάρξουν στο Δημόσιο 54.895 αποχωρήσεις και 39.818 προσλήψεις, οι οποίες κατανέμονται σε 40.657 αποχωρήσεις και 31.370 προσλήψεις στην κεντρική διοίκηση (στενός δημόσιος τομέας) και σε 14.238 αποχωρήσεις και 8.448 προσλήψεις στους υποτομείς της Γενικής Κυβέρνησης (ΟΤΑ, ΔΕΚΟ κ.ά.).

Για τις αποκρατικοποιήσεις, προβλέπονται συνολικά έσοδα 4,564 δισ. ευρώ την περίοδο 2017- 2021, τα οποία κατανέμονται σε 2,153 δισ. ευρώ εφέτος, σε 2,073 δισ. ευρώ το 2018, σε 143 εκατ. ευρώ το 2019, σε 109 εκατ. ευρώ το 2020 και σε 86 εκατ. ευρώ το 2021. Στο υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων περνούν από το ΤΑΙΠΕΔ και οι ΟΑΣΑ, ΟΣΥ, ΣΤΑΣΥ, ΟΣΕ, ΟΑΚΑ και ΕΛΤΑ.

Το σύνολο των παρεμβάσεων στο συνταξιοδοτικό (από συντάξεις και εισφορές) ανέρχεται το 2019 σε 2,63 δισ. ευρώ. Το 2020 προστίθενται τα μέτρα αύξησης των εσόδων (αφορολόγητο) που φτάνουν στο 1,92 δισ. ευρώ. Τα έσοδα του κράτους, από την περιοχή των 55 δισ. ευρώ την τριετία 2017- 2019 προβλέπεται ότι θα αυξηθούν σε 56,8 δισ. ευρώ το 2020.

Το Μεσοπρόθεσμο περιγράφει αναλυτικά τις δράσεις ανά υπουργείο και ανά τομέα (π.χ. ανάπτυξη) για να επιτευχθούν οι στόχοι. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται:

*Η τροποποίηση της νομοθεσίας, προκειμένου να παραχωρείται άδεια παραμονής και εργασίας στην Ελλάδα και για την επενδυτική δραστηριότητα των αλλοδαπών (π.χ. προθεσμιακές καταθέσεις, ομόλογα κ.ά.) εκτός από την αγορά ακινήτων.

*Η επαναλειτουργία των σχολών ξεναγών του υπουργείου Τουρισμού.

*Η επέκταση στο σύνολο των περιφερειών της χώρας της επιδοτούμενης ενοικίασης διαμερισμάτων για διαμονή αιτούντων άσυλο, με ενδεχόμενη, εάν χρειαστεί, εφαρμογή μεσομακροπρόθεσμα και για τους πρόσφυγες.

Συνταξιοδοτικά

“Η επιτυχής ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης διαμορφώνει το αναγκαίο περιβάλλον σταθερότητας για την ελληνική οικονομία, διαγράφοντας έναν καθαρό δημοσιονομικό διάδρομο για την ολοκλήρωση του προγράμματος ενώ συνιστά την αναγκαία προϋπόθεση για τον προσδιορισμό των ουσιαστικών μέτρων ρύθμισης του ελληνικού χρέους”, αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση του σχεδίου νόμου που κατατέθηκε το βράδυ του Σαββάτου στη Βουλή.

“Μέσα από το σύνολο των διατάξεων του παρόντος νομοσχεδίου, επιχειρείται όχι μόνο να εξασφαλιστεί η τακτική χρηματοδότηση μέσω της εκταμίευσης των συμφωνηθέντων πόρων, αλλά και να υπάρξει μέριμνα για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους μέσω μιας σειράς μέτρων στήριξης της κοινωνικής πλειονότητας, καθώς και να τεθούν τα βασικά θεμέλια για την επαναφορά της θεσμικής κανονικότητας στην αγορά εργασίας», αναφέρεται και επισημαίνεται ειδικά για τις διατάξεις τροποποίησης φορολογικών και συνταξιοδοτικών ρυθμίσεων ότι «αυτές υιοθετούνται ως προϋπόθεση για την εκκίνηση της συζήτησης που αφορά τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, μέτρων που είναι απαραίτητα για τη βιωσιμότητά του”.

Ως προς τα συνταξιοδοτικά, μεταξύ άλλων, αντικαθίστανται και συμπληρώνονται διατάξεις του Ν. 4387/2016 σχετικά με τις συντάξεις του δημοσίου και των λοιπών ταμείων και ορίζεται ότι περικόπτονται, από 1.1.2019:

-η οικογενειακή παροχή (των συντάξεων του Δημοσίου) και το επίδομα συζύγου (των συντάξεων του ιδιωτικού τομέα) που εξακολουθεί να συγκαταβάλλεται με τη σύνταξη για όσους εφαρμόζονται οι προϊσχύουσες διατάξεις του Ν. 4387/2016.

-η προσωπική διαφορά που προβλεπόταν για τις καταβαλλόμενες κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016 κύριες συντάξεις κατά το μέρος που δεν υπερβαίνει το 18% της καταβαλλόμενης (κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016) σύνταξης. Κατά το μέρος που υπερβαίνει το εν λόγω ποσοστό, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά συμψηφιζόμενο κατ΄έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων.

-η προσωπική διαφορά που προβλεπόταν για τις καταβαλλόμενες κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016 επικουρικές συντάξεις, κατά το μέρος που δεν υπερβαίνει το 18% της καταβαλλόμενης (κατά την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016) σύνταξης.

-οι προσωπικές διαφορές που προβλέπονται στο Ν. 4387/2016 για τους συνταξιούχους των οποίων οι αιτήσεις συνταξιοδότησης κατατέθηκαν /κατατίθενται εντός των ετών 2016, 2017 και 2018.

Επίσης μετατίθεται για την 1.1.2022 η έναρξη αναπροσαρμογής (αύξησης) των συντάξεων βάσει του ΑΕΠ και του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
 
Αναφορικά με τα μέτρα κοινωνικής στήριξης που θεσπίζονται, η εισηγητική έκθεση αναφέρει ότι αξιοποιούνται οι εξοικονομούμενοι πόροι από τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης προς την ενίσχυση ευρύτερων κοινωνικών ομάδων μεταξύ των οποίων και οι συνταξιούχοι. «Συνολικά τα μέτρα κοινωνικής στήριξης που εισάγονται με το νομοσχέδιο στοχεύουν στην ενίσχυση της οικογένειας, των νέων, των ανέργων, των χαμηλόμισθων και των χαμηλοσυνταξιούχων», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Έτσι από 1.1.2019 και υπό τις οριζόμενες προϋποθέσεις:

Θεσπίζεται για πρώτη φορά εκτεταμένο επίδομα στέγασης με στόχο τη μείωση των δαπανών στέγασης των νοικοκυριών που διαμένουν σε μσιθωμένη κατοικία ή επιβαρύνονται με το κόστος εξυπηρέτησης στεγαστικού δανείου πρώτης κατοικίας. Επεκτείνεται το πρόγραμμα «Βρεφονηπιακή Φροντίδα» το Πρόγραμμα «Σχολικά Γεύματα» στην υποχρεωτική Δημόσια Εκπαίδευση. Αυξάνονται οι πιστώσεις του Ενιαίου Επιδόματος Στήριξης Τέκνων και με ΚΥΑ θα ρυθμιστούν τα περιουσιακά/εισοδηματικά κριτήρια και οι κατηγορίες δικαιούχων. Προβλέπεται εκτέλεση προγραμμάτων στοχευμένων ομάδων ανέργων, πλέον των συντρεχόντων προγραμμάτων απασχόλησης, με σκοπό την τόνωση της αγοράς εργασίας. Από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων θα χρηματοδοτηθούν έργα υποδομής στον τομέα αγροτικής παραγωγής και έργα ενεργειακής εξοικονόμησης και αναβάθμιση μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της Βιομηχανίας. Καθορίζονται απαλλαγές από τη φαρμακευτική δαπάνη για πρόσωπα με ατομικό εισόδημα έως 1200 ευρώ.

Ως προς τις εργασιακές ρυθμίσεις ορίζεται μέχρι 20.8.2018 (ολοκλήρωση του τρέχοντος Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας), η χρονική διάρκεια αναστολής των διατάξεων σχετικά με τις αρχές της ευνοϊκότερης ρύθμισης ως προς το είδος εφαρμογής της συλλογικής σύμβασης εργασίας και της επεκτασιμότητας συλλογικής σύμβασης εργασίας. Συστήνεται Τμήμα Ελέγχου Ομαδικών Απολύσεων στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας. Επαναπροσδιορίζονται σε ενιαίο θεσμικό πλαίσιο οι άδειες άνευ αποδοχών για τα διαφορετικά επίπεδα συνδικαλιστικών οργανώσεων.

Αποκρατικοποίηση ΔΕΣΦΑ

Οι διατάξεις για την αποκρατικοποίηση του ΔΕΣΦΑ και την αύξηση των ποσοτήτων λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής της ΔΕΗ που θα διατίθενται μέσω δημοπρασιών ΝΟΜΕ σε εναλλακτικούς προμηθευτές ρεύματος προκειμένου να διευκολυνθεί το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο για την επικύρωση της συμφωνίας με τους δανειστές.

Ειδικότερα το νομοσχέδιο προβλέπει την ολοκλήρωση του διαγωνισμού για την πώληση του 66 % των μετοχών του ΔΕΣΦΑ (35 % από τα ΕΛΠΕ και 31 % από το ΤΑΙΠΕΔ) ως το τέλος του 2017, ενώ το υπόλοιπο 34% θα μεταβιβασθεί στο Δημόσιο. Προβλέπονται επίσης οι προϋποθέσεις συμμετοχής των υποψήφιων επενδυτών στο διαγωνισμό ώστε να διασφαλίζεται η εφαρμογή του Κοινοτικού δικαίου (να διαθέτουν την απαιτούμενη τεχνογνωσία και να είναι πιστοποιημένοι ως διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς φυσικού αερίου).

Οι διατάξεις για τις δημοπρασίες ΝΟΜΕ προβλέπουν αύξηση των ποσοτήτων ενέργειας που θα διαθέτει η ΔΕΗ στους ανταγωνιστές της, σε χαμηλότερα επίπεδα ωστόσο σε σχέση με τις αρχικές προτάσεις των δανειστών στη διαπραγμάτευση. Συγκεκριμένα οι δημοπρατούμενες ποσότητες θα αποτελούν το 2017 το 16% της κατανάλωσης του προηγούμενου έτους, το 2018 το 19% και το 2019 το 22%. Το χρονοδιάγραμμα για την απομείωση του μεριδίου αγοράς της ΔΕΗ παραμένει ως είχε και προβλέπει ότι στο τέλος του 2017 η ΔΕΗ θα πρέπει να πέσει στο 75,24%, το 2018 στο 62,24% και το 2019 στο 49,24%. Η τιμή εκκίνησης για τις δημοπρασίες θα αναθεωρείται κάθε Ιούνιο ενώ στο πρώτο εξάμηνο κάθε έτους η ΡΑΕ θα μπορεί να αυξάνει (ή να μειώνει) τις δημοπρατούμενες ποσότητες λαμβάνοντας υπόψη την πορεία του μεριδίου αγοράς της ΔΕΗ.

Εξάλλου, διάταξη για τον ΑΔΜΗΕ προβλέπει ότι η εταιρία ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ (στην οποία θα περιέλθει το 51% των μετοχών του Διαχειριστή που θα ελέγχεται από το Δημόσιο) θα εποπτεύεται αποκλειστικά από τον υπουργό Ενέργειας και όχι τον υπουργό Οικονομικών ώστε να διασφαλίζεται ο απαιτούμενος πλήρης ιδιοκτησιακός διαχωρισμός του Διαχειριστή από την παραγωγή / προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας.

Το νομοσχέδιο δεν περιλαμβάνει ρυθμίσεις για την πώληση λιγνιτικών μονάδων η οποία περιλαμβάνεται επίσης στη συμφωνία με τους δανειστές ως απόρροια σχετικής απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Οι σχετικές διαβουλεύσεις με την Κομισιόν προβλέπεται πάντως να αρχίσουν αυτό το μήνα. Η συμφωνία προβλέπει επίσης ως γνωστόν τη λήψη μέτρων για τον περιορισμό των ρευματοκλοπών, την αντιμετώπιση των ληξιπρόθεσμων χρεών προς τη ΔΕΗ και τη σταδιακή (ως το 2022) ανάκτηση, μέσω των λογαριασμών ρεύματος, των οφειλών προηγούμενων ετών προς τη ΔΕΗ για τη χρηματοδότηση των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

Πολιτική Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε