Πέμπτη, 25 Απρ.
20oC Αθήνα

Κατρούγκαλος: Οι δανειστές εξέφρασαν παράλογες απαιτήσεις για το ασφαλιστικό

ΦΩΤΟ EUROKINISSI
ΦΩΤΟ EUROKINISSI

Ο υπουργός Εργασίας, Γιώργος Κατρούγκαλος σε συνέντευξή του, χαρακτηρίζει “παράλογες” τις απαιτήσεις που διατύπωσαν οι δανειστές σχετικά με το ασφαλιστικό, ενώ τονίζει ότι η επιλογή της κυβέρνησης στο συγκεκριμένο τομέα ήταν να ελαφρύνει τα μικρότερα και μεσαία εισοδήματα, επιβαρύνοντας παράλληλα τα υψηλότερα.

Στην συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Γιώργος Κατρούγκαλος, κάνει λόγο για «παράλογες απαιτήσεις» που διατυπώθηκαν από τους δανειστές, όπως για παράδειγμα αυτές που αφορούσαν την μετάβαση από το ισχύον δημόσιο σύστημα σε ιδιωτικό στον τομέα της ασφάλισης από τα εργατικά ατυχήματα.

«Η τάση στην Ευρώπη τα τελευταία 20 χρόνια ήταν ακριβώς η ενσωμάτωση στοιχείων ιδιωτικής ασφάλειας στην δημόσια. Για αυτό διατηρήσαμε ένα δημόσιο αναδιανεμητικό σύστημα και μάλιστα ένα σύστημα που δίνει τα υψηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης, για τα μεσαία και τα χαμηλά εισοδήματα, στην Ευρώπη», δηλώνει.

Ερωτώμενος σχετικά με τους επαγγελματικούς κλάδους που εξακολουθούν να διαμαρτύρονται και να πραγματοποιούν κινητοποιήσεις και μετά την ψήφιση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, όπως π.χ. οι δικηγόροι, ο κ. Κατρούγκαλος αναφέρει ότι η κυβέρνηση βρίσκεται σε επικοινωνία με τους εκπροσώπους των Δικηγορικών Συλλόγων «για να βρεθεί μια λύση που θα καλύπτει τα συμφέροντα της πλειονότητας των μελών τους, όπως ακριβώς επιδιώξαμε να κάνουμε και με την μεταρρύθμιση – να καλύψουμε τα συμφέροντα των πολλών».

Είναι μοιραίο όμως, συνεχίζει ο υπουργός, «όταν επιδιώκουμε να ελαφρύνουμε τα ασφαλιστικά βάρη και τις ασφαλιστικές εισφορές της μεγάλης πλειονότητας, δηλαδή όσων έχουν μικρό ή μεσαίο εισόδημα, να επιβαρύνουμε – διότι αλλιώς δεν μπορούν να βγουν τα οικονομικά του συστήματος – , ανάλογα με τις δυνάμεις τους, όπως επιβάλλει το Σύνταγμα, αυτούς που έχουν υψηλότερα εισοδήματα». Αυτό δεν μπορεί να αποφευχθεί, εξηγεί και προσθέτει: «Αυτή είναι η φιλοσοφία όλου του συστήματος – και όχι μόνο της ασφαλιστικής, αλλά και της φορολογικής μεταρρύθμισης: Να πάρουμε πολλά από τους λίγους πλουσιότερους για να μπορέσουμε να πάρουμε λίγα από τους πολλούς που, μετά την γενικευμένη φτωχοποίηση της εξαετίας, δεν έχουν σχεδόν καθόλου χρήματα».

Σε ερώτηση σχετικά με εκείνους οι οποίοι έχουν συνεισφέρει πολλά στο σύστημα μέσω υψηλών εισφορών, ο κ. Κατρούγκαλος αναδεικνύει τη σημασία της ισορροπίας μεταξύ εισφορών και παροχών. «Αυτή την ισορροπία, το σύστημα της καινούργιας μεταρρύθμισης την αποκαθιστά.

Γιατί όλοι παίρνουν μία εθνική σύνταξη – και αυτό βοηθά ιδιαίτερα τα εισοδήματα μέχρι τα 1000 ευρώ -, αλλά επίσης ο καθένας παίρνει επιπλέον αυτής της εθνικής σύνταξης, ό,τι αναλογεί στις εισφορές που έχει δώσει», δηλώνει και εξηγεί: «Μέχρι το 2018 έχουμε βάλει δύο όρια: 2000 ευρώ μικτά για σύνταξη και 3000 ευρώ για το άθροισμα. Αυτό όμως δεν είναι οριστική περικοπή. Είναι προσωρινή αναστολή, η οποία θα διαρκέσει μέχρι το 2018 και δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά για να ισορροπήσουν τα οικονομικά. ‘Αρα το 2018, όταν θα υπάρχει και η πλήρης ωρίμανση του συστήματος, αρκετές από τις αδυναμίες του θα διορθωθούν».

Σε ό,τι αφορά τους ασφαλιστικούς φορείς του κλάδου των δημοσιογράφων, ο υπουργός διευκρινίζει ότι ειδικά για το ΕΤΑΠ-ΜΜΕ είχε από την αρχή εξηγήσει ότι δεν θα μπορούσε να μείνει εκτός γενικού φορέα, διότι το ζητούμενο ήταν ένας ενιαίος ασφαλιστικός φορέας για όλους τους Έλληνες και δεν θα μπορούσαν να εξαιρεθούν οι δημοσιογράφοι.

«Για τον ΕΔΟΕΑΠ, που είναι ένα ιδιόμορφο ταμείο επαγγελματικού χαρακτήρα που δίνει επικουρική σύνταξη και εφάπαξ, ο βασικός στόχος είναι να δούμε αν μπορούμε να διασώσουμε τα έσοδα μέσω μιας συμφωνίας εργοδοτών και εργαζομένων που θα δίνει ένα μέρος του αγγελιόσημου ως έσοδο στον συγκεκριμένο φορέα», προσθέτει και τονίζει ότι το πρόβλημα τώρα είναι ότι η ΕΣΗΕΑ πήρε την απόφαση να μην συμμετέχει στον σχετικό διάλογο, γεγονός το οποίο «περιορίζει σημαντικά τις προοπτικές να βρούμε μια λύση ως το τέλος Αυγούστου».

Κατά την πρώτη συνάντηση, επισήμανε ο κ. Κατρούγκαλος, τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι εργοδότες φάνηκαν δεκτικοί. Μετά όμως η ΕΣΗΕΑ ανακοίνωσε ότι δεν συμμετέχει στη συζήτηση. «Πώς είναι λοιπόν δυνατό να προταθεί κάτι, αν απουσιάζει από το τραπέζι», διερωτάται, διαβεβαιώνοντας ωστόσο ότι η κυβέρνηση είναι ανοιχτή, επιδιώκει τον διάλογο και ελπίζει ότι η ΕΣΗΕΑ θα επανέλθει.

Κληθείς να απαντήσει πότε οι Έλληνες θα μπορούν να αισθάνονται ότι το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας είναι βιώσιμο και αξιόπιστο και για τις επόμενες γενιές, ο υπουργός Εργασίας αναφέρει ότι οι αναλογιστικές μελέτες δείχνουν ότι η αλλαγή της εσωτερικής λογικής του συστήματος, κυρίως το γεγονός ότι δεν έχουμε πλέον διάσπαρτους κανόνες αλλά ενιαίους για όλους, καθιστά το σύστημα βιώσιμο, υπό την αυτονόητη ωστόσο προϋπόθεση ότι δεν θα συνεχίσουμε να βρισκόμαστε σε συνθήκες βαριάς κρίσης, με το ένα τέταρτο του πληθυσμού σε ανεργία.

«Δεν υπάρχουν συστήματα που μπορούν να επιβιώσουν μακροπρόθεσμα με αυτά τα ποσοστά», λέει χαρακτηριστικά, ενώ σημειώνει ότι είναι εξίσου προφανές ότι βρισκόμαστε στην αρχή της εξόδου από την κρίση, καθώς από το β’ εξάμηνο γυρίζουμε σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ το α’ τετράμηνο αυτής της περιόδου είχαμε ρεκόρ θετικών ροών στην αγορά εργασίας, δηλαδή δημιουργήθηκαν πολύ περισσότερες θέσεις από όσες χάθηκαν και για πρώτη φορά οι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ έπεσαν κάτω από τον συμβολικό αριθμό του 1 εκατομμυρίου. «Παραμένει ακόμη σε τερατώδη υψηλά ποσοστά η ανεργία, αλλά φαίνεται ότι υπάρχει αυτή η ανάκαμψη.

Δεδομένου ότι έχουμε μπροστά μας την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, μπορούμε να έχουμε την πεποίθηση ότι και το ασφαλιστικό μας σύστημα, του οποίου αλλάξαμε τα προβλήματα που το καθιστούσαν ελλειμματικό, την αναρχία και την αναντιστοιχία εισφορών-παροχών, θα είναι και στο μέλλον σταθερό και βιώσιμο», καταλήγει ο κ. Κατρούγκαλος.

Πολιτική Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε