Παρασκευή, 19 Απρ.
16oC Αθήνα

Μετα-Ελλάδα. Μια παλιά σκούνα που τσακίζεται σε ψηφιακές θάλασσες

Το ζήτημα δεν είναι να καταγραφούν ακόμη μια φορά οι αναχρονισμοί της πατρίδας μας, στο κράτος, τη δημόσια διοίκηση και τα λοιπά.

Οι συμπαγείς νοοτροπίες της σκλήρωσης ενδιαφέρουν γιατί συνεχίζουν να εμποδίζουν, πεισματικά και αποτελεσματικά, την απαρχή ενός νέου διαφωτισμού, ενός εθνικού παραδείγματος που διαμέσου του θα μπορούσε να στηριχθεί η ανάταση, να ευεργετηθεί η χώρα.
Το κακό είναι πως οι νοοτροπίες δεν αλλάζουν με Μνημόνιο. Το καλό είναι πως αν δεν αλλάξουν οι νοοτροπίες δεν θα υπάρξει ελπίδα.
Τέσσερα πρόσφατα παραδείγματα επιχειρούν υπέρ του συλλογισμού.

Οι αντιδράσεις στην καταδίκη Ψωμιάδη, ο ορυμαγδός των παπαγάλων κατά του δικαιώματος Σημίτη δια να ομιλεί, οι ανακοινώσεις καταδίκης διαπρεπών και μη Ελληνόψυχων για την κατά τα άλλα καθόλου ιστορικά καινοτόμα σειρά 1821 του ΣΚΑΙ και οι οιμωγές περί προστασίας της οικογένειας από το τζόγο με αφορμή τα καζίνο και τα τυχερά παιχνίδια.

Ο σε αργία τεθείς Περιφερειάρχης κος Ψωμιάδης καταδικάστηκε και σε δεύτερο βαθμό. Μείωσε από 89000 σε 5000 το πρόστιμο φίλου του πρατηριούχου, κατά συρροή νοθευτή καυσίμων. Η Ν.Δ. δια του εκπροσώπου της κ. Μιχελάκη εξήγησε ως άτυπος δικηγόρος ότι τα κίνητρα του Ψωμιάδη «δεν ήταν ταπεινά» κι ότι η απόφαση είναι νομικά αστήρικτη διότι κρίθηκε με βάση τον Καλλικράτη ενώ το αδίκημα έγινε νωρίτερα! Ο ίδιος ο κος Σαμαράς συνάντησε τον κο Ψωμιάδη και μίλησε για τον «νομάρχη μας». Εντονότερες αντιδράσεις κατά της απόφασης εξέφρασαν οι κκ Καρατζαφέρης, Γεωργιάδης και λοιπό ΛΑΟΣ. Η ηγερία του φιλελεύθερου χώρου κα Μπακογιάννη εσιώπησε χαρακτηριστικά….

Τι δείχνουν τα παραπάνω; Την ανάδειξη της σκοπιμότητας σε κυρίαρχο κριτήριο απόφασης. Αλλιώς τη συρρίκνωση του ευρύτερου συμφέροντος –δημόσιου, κοινωνικού, κομματικού- στη σκοπιμότητα. Η αποδεδειγμένη πλέον παρανομία του περιφερειάρχη, η καλλιέργεια της ευνοιοκρατίας, η κατάργηση της ισονομίας, ουδόλως έθιξαν ή στενοχώρησαν ή ευαισθητοποίησαν κανένα από το χώρο της φιλελεύθερης, λαικής, ή σκέτης δεξιάς ή κεντροδεξιάς. Χώρου δηλαδή με παράδοση και προοπτική διακυβέρνησης άρα υποχρεωτικά ορκισμένο στις αρχές της δημοκρατίας και τις αξίες της χρηστής διοίκησης που ο Ψωμιάδης καταπάτησε.

Ο νόμος δεν νομιμοποιεί αυτόματα όταν οι θεσμοί δεν τον σέβονται. Γιατί λοιπόν ο φοροδιαφεύγων, αυθαιρετών, εισφοροδιαφεύγων πολίτης ή διεφθαρμένος δημόσιος υπάλληλος να μην ανακαλύψει τις δικές του σκοπιμότητες για τις παρανομίες του; Όπως η Ν.Δ. για τον ήρωα Βόρειο ψηφοσυλλέκτη Πανίκο;

Ο πρώην πρωθυπουργός Κ.Σημίτης εκφράσθηκε για το ζήτημα της αναδιάρθρωσης του δημοσίου χρέους. Δημόσια, καταληπτά, επώνυμα. Θα έλεγε κανείς παραδειγματικά , στα πλαίσια του αναγκαίου δημόσιου διαλόγου, της άτυπης διαβούλευσης για την επομένη της χρεοκοπίας. Η συμφωνία ή διαφωνία με τις θέσεις του είναι η ουσία του διαλόγου και δεν αφορά το συλλογισμό μας. Όμως το κύριο δια των παπαγάλων και των διαρροών επιχείρημα του απίστευτου κυβερνώντος ΠΑΣΟΚ δεν ήταν η αντίκρουση ή η συμφωνία επί των θέσεων. Ήταν η υπόμνηση πως οι δημόσιες τοποθετήσεις δεν βοηθάν την συζήτηση και διαπραγμάτευση με τους εταίρους, τρόικες κλπ. Δηλαδή όταν οι δημόσιοι άνδρες παίρνουν την ευθύνη της άποψης τους και την καταθέτουν δημόσια, ως θεσμική συμβολή στον διάλογο για το μείζον εθνικό θέμα δεν βοηθούν, υπονομεύουν. Όταν σιωπούν χαρακτηρίζονται δειλοί ψοφοδεείς , αδιάφοροι. Πώς να κυβερνήσεις ανθρώπους όταν τους λες να μιλούν σιωπώντας, να δρουν άπρακτοι, να εκτίθενται στα κρυφά ; Αξιακή σύγχυση, πρακτική σχιζοφρένεια σε εποχή που ζητά τόλμη, παρρησία, υπέρβαση.

Ακαδημαικοί, ευτυχώς όχι όλοι, γραφικοί επώνυμοι, Θεοδωράκης, Κανέλλη, Καργάκος, ανακοινώνουν την Ελληνόψυχη βδελυγμία τους για τη σειρά του ΣΚΑΙ 1821. Που δειλά και που και που ανασκευάζει τερατώδεις και ανώφελους πια εθνικούς μύθους σαν τον πτερόεντα Δεσπότη Γερμανό που σχεδόν ταυτόχρονα στην Πάτρα και στην Αγία Λαύρα ύψωνε λάβαρα επανάστασης, ή για την πνευματική καταπίεση του έθνους και τα κρυφά σχολειά που όμως λειτουργούσαν φανερά και ξάστερα και με βιβλία που κανονικά τύπωναν και ελεύθερα διακινούσαν τα τυπογραφεία της Πόλης και της Βιέννης.
Και τι μας νοιάζει θα μου πείτε το κρυφό σχολειό ή ο μακαρίτης Δέσποτας ή τα υπόλοιπα εθνικά παραμύθια; Τι βαλθήκαμε να τα γκρεμίσουμε, ανήκουν πια στον κόσμο των γλυκών παραδόσεων σαν τις νεράιδες και τα ξωτικά.
Μακάρι και να ήταν έτσι και ήσυχα θα τ΄αφήναμε παρέα στον Αχιλλέα και τους θεούς του Δωδεκάθεου.
Όμως αποτελούν ακόμη μέρος της επίσημης Ιστορίας, δηλαδή του άδηλου τρόπου που όλοι από μικροί μαθαίνουμε να βλέπουμε το συλλογικό, κοινό εαυτό μας. Εκεί λοιπόν στη μάθηση, η ουτοπία κυριαρχεί επί της πραγματικότητας, η υποκειμενική διάθεση επί των γεγονότων, η παθιασμένη αφήγηση επί της κατανόησης.
Αυτές λοιπόν οι δεξιότητες που από μικροί αποκτούμε, αυτές οι κατασκευές δεν είναι στέρεες, αυτός ο τρόπος σκέψης είναι επικίνδυνος.
Γιατί όταν μετά προσπαθείς, με αυτά τα νοητικά εργαλεία να καταλάβεις τον κόσμο και τις αλλαγές του, για να επιβιώσεις και να ζήσεις, μένεις ανίσχυρος. Μόνο θεωρίες συνωμοσίας, κακοί τρίτοι, ξένοι μπορούν να εξηγήσουν το τι σου συμβαίνει.. Δηλαδή δυνάμεις έξω από σένα που σε καθιστούν όμηρο, μοιραίο, ανίσχυρο και άβουλο, οργισμένο και δυστυχισμένο. Κι έτσι συνέχεια παθαίνεις και ποτέ δεν μαθαίνεις. Χρεοκοπείς σταθερά και αναθαρρείς προσωρινά.

Η συζήτηση γίνεται για τα καζίνο, τα τυχερά παιχνίδια και τον ρόλο της πολιτείας. Από παντού φθάνουν οι κραυγές αγωνίας για την δήθεν υποχρέωση της πολιτείας να προστατεύσει νομοθετικά την οικογένεια από την αρρώστια του τζόγου. Τρέχουσα ελληνική άποψη η έννοια του κράτους προστάτη, του πατέρα προστάτη κλπ. Αναρωτιέται κανείς ποια είναι τα όρια ελευθερίας του ατόμου απέναντι στον υποχρεωτικό προστάτη; Που δηλαδή το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του ατόμου έρχεται σε αντίθεση με το «κοινό καλό» και πως ρυθμίζονται τα δυσδιάκριτα όρια.
Αν το άτομο έχει το δικαίωμα ακόμη και της αυτοκαταστροφής για παράδειγμα από το τζόγο και που αυτό το δικαίωμα αναιρείται από την έλλειψη ελεύθερης βούλησης λόγω του εθισμού.
Εκεί η λοιπόν σε αυτό το δίλημμα η άποψη της γενικής προστατευτικής ρύθμισης έρχεται σε αντίθεση με την αντίληψη της στοχευμένης παρέμβασης, της πρόνοιας δηλαδή αρωγής στον αδύναμο, εθισμένο, απωλέσαντα την ελευθερία, την ευθύνη διαχείρισης του εαυτού του.
Ψιλά γράμματα; Και πάλι όχι. Αυτή η νοοτροπία που προκρίνεται παράγει δυο ειδών δυσλειτουργίες.

Πρώτη η αδυναμία εξέλιξης των νοημάτων της δημοκρατίας.. Αντιμετωπίζουμε πάρα πολλά θέματα με γενικούς αφορισμούς. Έτσι αναλαμβάνουμε πολλές συλλογικές δεσμεύσεις και τόσο ισχυρές, όρκους τόσο σκληρούς που δεν επιδέχονται τροποποίηση στο χρόνο, δεν εξελίσσονται, περιβάλλονται τον ιερό μανδύα του νοητικά άβατου. Γινόμαστε δέσμιοι της ρητορείας των αφορισμών μας. Το άσυλο έναντι της νομιμότητας, η ελευθερία έναντι της ασφάλειας ηχούν ως βλάσφημα, ιερόσυλα διλήμματα. Η Ελλάδα ένα απέραντο μουσείο, διαφύλαξης δήθεν ιερών και οσίων, θεματοφύλακας αδιαπραγμάτευτων αξιών. Μοναστική ιερότητα αντί για εκκοσμίκευση.

Δεύτερη η γενικευμένη ανομία , η υπόσκαψη της νομιμότητας. Επειδή η ζωή δεν καταλαβαίνει βέβαια από περιορισμούς αναχρονιστικούς, η ζωή λοιπόν προχωρά με αυθαιρεσία κάθε είδους απέναντι στους παρωχημένους νόμους που εκφράζουν τις κοινές, συνομολογημένες ανελαστικές πεποιθήσεις . Και η παράβαση γίνεται κανόνας συμπεριφοράς. Αυθαίρετα γιατί όλη την Ελλάδα την είπαμε δάσος, «αυθαίρετοι» μετανάστες γιατί η απαγόρευση είναι ολική, αυθαίρετη τηλεόραση γιατί το μονοπώλιο του κράτους ισχύει ακόμη στην αδειοδότηση. Κι έτσι οι «δεν πληρώνω» γίνονται λεβέντες και η ζωογόνα κοινωνική διαμαρτυρία συρρικνώνεται σε μπάρες διοδίων και «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι».
Θα απαγορεύσουμε το τζόγο σαν τα φρουτάκια;
Πολύ ωραία! Ποτέ δεν θα μπορέσουμε σαν κοινωνία να φροντίσουμε τους εθισμένους- που θα κρύβονται- μέχρις ότου από τις ψηφιακές πύλες μας κατακλύσει το φαινόμενο και περισπούδαστα αποφασίσουμε με έναν άλλο αφορισμό να καταργήσουμε το ιντερνετ ή το ότι μας φταίει η πρόοδος η τεχνολογία και ποιος ξέρει τι άλλο τι.

Τι κάνει επίκαιρη την επισήμανση των παραπάνω; Μα η κοινή διαπίστωση πως έχουμε σαν κοινωνία μαγκώσει, πως πέρα από τα Μνημόνια και την απελπισμένη αναζήτηση του πολιτικού Μεσσία που δεν έρχεται, υπάρχει η βαθιά προσωπική και συλλογική σκουριά στις νοοτροπίες μας που καθημερινά εκδηλώνεται.
Όσο θα αναζητούμε Μεσσίες, δηλαδή θα μένουμε θεατές στη δική μας ζωή, τόσο η παρακμιακή παραζάλη μιας πρόστυχης ατομικότητας και η εξίσου ανυπόφορη πρόταξη ενός γενικευμένου αναχρονισμού θα μας χτυπάνε καθημερινά και αναπόδραστα.

Πολιτική Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε