Τα συγκεκριμένα «νέα», κατακαλόκαιρο και με την ζέστη πάνω από τους 45 βαθμούς, ασφαλώς δεν συγκεντρώνουν την προσοχή της εγχώριας κοινής γνώμης, παρά το γεγονός ότι λόγω της «εισόδου» της Unicredit πρόσφατα στην Alpha Bank, θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο.

Ο λόγος εδώ είναι για την απόφαση της Unicredit να αποσύρει το επίμονο ενδιαφέρον της για την απόκτηση της ιταλικής τράπεζας Banco Bpm.

Να πούμε τι έχει συμβεί για όσους δεν είχαν προσέξει τις εξελίξεις.

Εδώ και καιρό – πριν την είσοδο της Unicredit στην Alpha Bank – ο ιταλικός τραπεζικός κολοσσός έχει ξεκινήσει μία προσπάθεια αφ’ ενός να αποκτήσει πλειοψηφική παρουσία στην γερμανική Commerzbank και αφ’ εταίρου να αποκτήσει τον έλεγχο της ιταλικής Banco Bpm. Για το τι συνέβει με την γερμανική Commerzbank είναι γνωστό, η γερμανική κυβέρνηση έχει δηλώσει απολύτως αντίθετη και κάνει ότι είναι δυνατό για να εμποδίσει την ιταλική τράπεζα να κερδίσει το παιχνίδι της κατοχής στην γερμανική τράπεζα.

Χθες ήρθαν τα νέα και για την ιταλική Banco Bpm. Για να μη μπούμε σε αχρείαστες λεπτομέρειες η ιταλική κυβέρνηση κάνοντας χρήση της «χρυσής μετοχής» (υπήρχε κάποτε και στις ελληνικές τράπεζες) που έχει στην Bpm συνεχίζει να καθυστερεί και να εμποδίζει τις διαδικασίες απόκτησης της τράπεζας από την Unicredit. Αυτό συμβαίνει παρά την «βοήθεια» που έχει ο ιταλικός κολοσσός από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Κομισιόν, η οποία ευνοεί τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις και την συγκεντροποίηση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος.

Για τον λόγο αυτό η Unicredit έκρινε ότι τελικά δεν μπορεί να τα βάλει με το παιχνίδι «καθυστέρησης» που παίζει η ιταλική κυβέρνηση και αποφάσισε τελικά να ανακοινώσει την απόσυρσή της από την συγκεκριμένη προσπάθεια. Αλλά παραμένει άγνωστο το τι θα κάνει στην συνέχεια.

Στην Ισπανία, όπως έχουμε επισημάνει σε σχετικά πρόσφατο σημείωμά μας, ένα ανάλογο επεισόδιο βρίσκεται σε εξέλιξη με την ισπανική κυβέρνηση να εμποδίζει επίσης την απόκτηση της ισπανικής Sabadell από την BBVA.

Και στις τρείς περιπτώσεις όπως έχουμε σημειώσει – και έχει επιβεβαιωθεί από τις σχετικές δημόσιες κυβερνητικές δηλώσεις – η βασική αιτία που βρίσκεται πίσω από τις κυβερνητικές αντιρρήσεις, σε γενικές γραμμές, είναι το γεγονός ότι οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές είναι διεθνείς τραπεζικοί φορείς με βασικό προσανατολισμό την διασυνοριακή τραπεζική αγορά, ενώ οι προς εξαγορά «μικρότερες» τράπεζες, είναι φορείς που είναι ενσωματωμένοι στις ανάγκες της εγχώριας οικονομίας. Για να το πούμε με απλά λόγια, οι προς εξαγορά τράπεζες «διοχετεύουν» την τοπική αποταμίευση που συγκεντρώνουν, δηλαδή τα κεφάλαιά τους, στην εγχώρια οικονομία. Αντίθετα οι «κολοσσοί» που ενδιαφέρονται να τις εξαγοράσουν ή να αποκτήσουν έλεγχο πάνω σ’ αυτές ενδιαφέρονται και κινούνται στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, δηλαδή ενδιαφέρονται για τα κεφάλαιά τους με στόχο τις διεθνείς αγορές…

Το ενδιαφέρον εδώ είναι διπλό.

Το πρώτο είναι το προφανές. Οι συγκεκριμένες κυβερνήσεις κάνουν ότι μπορούν – και το επιτυγχάνουν – να διατηρήσουν τα εγχώρια κεφάλαια για τις δικές τους οικονομίες, ειδικά στην περίοδο αυτή που η διασφάλιση «φθηνής» τροφοδοσίας για την αναχρηματοδότηση του χρέους είτε δημόσιου είτε ιδιωτικού είναι το μείζον ζήτημα. Θα μπορούσε να πεί κανείς ότι πάνε κόντρα στην παγκοσμιοποίηση της χρηματιστηριακής και χρηματοπιστωτικής αγοράς, αναδεικνύοντας ένα είδος «οικονομικού εθνικισμού» μέσα στο πλέον απελευθερωμένο σύστημα διεθνώς, αυτό της απελευθερωμένης αγοράς κεφαλαίων.

Σε εντελώς διαφορετικές διαστάσεις από εκείνες των δασμών του Τραμπ, αλλά στην ίδια κατεύθυνση, «εμποδίζουν» την ελευθερία της κίνησης κεφαλαίων, προτάσσοντας τα «εθνικά συμφέροντα» στις αγορές κεφαλαίων.

Το δεύτερο είναι επίσης προφανές και ιδιαίτερα σημαντικό. Οι ενέργειες αυτές που χαρακτηρίσαμε ως ένα είδος «οικονομικού εθνικισμού» πάνε απολύτως κόντρα στο βασικό και επίσημα δηλωμένο ζητούμενο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήτοι την ενοποίηση της ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς απέναντι σε εκείνη των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, κ.λ.π.

Η Κομισιόν έχει με αναλύσεις και αποφάσεις της δείξει ότι ευνοεί πχ την απόκτηση της Banco Bpm από την Unicredit, όπως επίσης και την διασυνοριακή διεύρυνση της Unicredit με την Commerzbank, ή ακόμα και την απόκτηση της Sabadell από την BBVA.

Την ίδια στάση είχε τηρήσει και στην επέκταση της Unicredit στην Alpha Bank καθώς η δημιουργία ισχυρών ευρωπαϊκών τραπεζικών ομίλων σύμφωνα με τις Βρυξέλλες είναι το ζητούμενο απέναντι στους αμερικανικούς και ιαπωνικούς ή ακόμα περισσότερο κινεζικούς κολοσσούς. Αντίθετα όμως από ότι συνέβει στην Ελλάδα, ούτε η γερμανική, ούτε η ιταλική, ούτε η ισπανική κυβέρνηση επέτρεψαν να συμβεί κάτι τέτοιο καθώς αυτό κατά την εκτίμησή τους θα στερήσει από τις εγχώριες οικονομικές πολιτικές τα κεφάλαια των αποταμιεύσεων που αυτές οι τράπεζες διαθέτουν κατά βάση σε εθνικό περιβάλλον.

Με άλλα λόγια και στο ευρωπαϊκό περιβάλλον, σε επίπεδο κυβερνητικών θεσμών και κοινοτικών θεσμών, αυτό που εμφανίζεται να αναδύεται και να υπερισχύει είναι ο «οικονομικός εθνικισμός».

Και μάλιστα εμφανίζεται τόσο ισχυρός ώστε να ακυρώνει σιωπηρά τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Και να τροφοδοτεί την δυναμική των φυγόκεντρων δυνάμεων στο εσωτερικό της «Ενωμένης Ευρώπης».

Αν κρίνουμε από τις χώρες στις οποίες αυτό εμφανίζεται περισσότερο, βλέπουμε ότι αφορά στην «καρδιά» της Ε.Ε., την Ευρωζώνη δηλαδή την βάση του Ευρώ πάνω στην οποία «χτίζεται» (;) το ευρωπαϊκό ενιαίο χρηματοπιστωτικό και νομισματικό σύστημα.

Αυτά μέσα στο κατακαλόκαιρο δεν είναι ίσως ένα ενδιαφέρον «ανάγνωσμα», αλλά σε κάθε περίπτωση είναι κάτι που θα το δούμε να εξελίσσεται στο άμεσο μέλλον με τρόπους που θα μας ξαφνιάσουν, όχι ευχάριστα, γιατί κατά πως φαίνεται οι διάφοροι «μικροί Τραμπ» δεν λείπουν ούτε από την Ε.Ε.

Σχόλια
Σχολίασε εδώ
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας