Η κυριακάτικη ανακοίνωση για την συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Ενωμένης Ευρώπης, όσο αφορά τους δασμούς, καθιστά σαφές ότι η Ευρώπη εγκαταλείπει κάθε φιλοδοξία στρατηγικής αυτονομίας σε όλα τα επίπεδα, οικονομίας και πολιτικής.
Το «πακέτο» της συμφωνίας το λέει με απόλυτη σαφήνεια και το ύψος των δασμών είναι μόνο ένα μέρος αυτής της νέας πραγματικότητας.
Κατ’ αρχήν το 15% των δασμών σαν γενική «γραμμή» δεν είναι όπως φαίνεται. Γιατί αφ’ ενός διατηρούνται οι δασμοί του 25% σε χάλυβα, αλουμίνιο και φάρμακα και αφ’ εταίρου στο 15% των δασμών πρέπει να συνυπολογίσει κανείς επιπρόσθετα την κατά 14% – 15% υποτίμηση του δολαρίου έναντι του Ευρώ.
Πέραν όμως αυτών, τα «συνοδευτικά» της συμφωνίας για τους δασμούς ορίζουν την πλήρη εξάρτηση της οικονομίας της ΕΕ από τις ΗΠΑ όσο αφορά την ενέργεια και τα οπλικά συστήματα, καθώς συμφωνήθηκε ότι η ΕΕ θα αγοράσει επιπλέον 750 δισ. δολάρια υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) που είναι κατά 3 – 4 φορές ακριβότερο από το (δια των αγωγών μεταφερόμενο) ρωσικό φυσικό αέριο. Όπως δήλωσε ο Τραμπ από την Σκωτία, η ΕΕ πρέπει να εγκαταλείψει τις ανεμογεννήτριες γιατί είναι «ακριβές», δεν ανακυκλώνονται, «καταστρέφουν το περιβάλλον και σκοτώνουν… τα πουλιά». Η αλήθεια βέβαια είναι ότι οι ανεμογεννήτριες είναι κατά βάση κινεζικές και οι ΗΠΑ δεν εξάγει ανεμογεννήτριες, ούτε σπάνιες γαίες, μαγνήτες ή ηλιακούς συλλέκτες και μετατροπείς. Αυτά τα «πουλάει» η Κίνα και γι’ αυτό η ΕΕ πρέπει να τα εγκαταλείψει…
Και επιπλέον η ΕΕ θα πρέπει να διαθέσει τουλάχιστον το 40% των εξοπλιστικών δαπανών της για την αγορά αμερικανικών οπλικών συστημάτων. Παράλληλα όπως έγινε γνωστό η ΕΕ θα πρέπει να εξασφαλίσει περί τα 600 δισ. δολάρια σε επενδύσεις σε αμερικανικό έδαφος… Μια ΕΕ που θα εξαρτάται από τις ΗΠΑ τόσο στο κρίσιμο θέμα της ενέργειας όσο και των όπλων, δεν φαίνεται να μπορεί να… μπουσουλήσει στον δρόμο της γεωστρατηγικής αυτονομίας.
Η δεύτερη συνέπεια της συμφωνίας, πέραν της απώλειας κάθε προοπτικής «στρατηγικής αυτονομίας» σε επίπεδο οικονομίας και γεωστρατηγικής, είναι ότι οι συγκεκριμένες συμφωνίες δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να έχουν μία ισοκατανομή ως προς τις συνέπειές τους στις επιμέρους χώρες της Ευρώπης.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η εφαρμογή αυτών των συμφωνιών θα αποτελέσει μέγα «ζητούμενο» και σημείο «τριβής» και σύγκρουσης μεταξύ των χωρών μελών, αυξάνοντας την ένταση των φυγόκεντρων δυνάμεων που ήδη μοχλεύονται από το 2022 στο εσωτερικό της.
Όπως χαρακτηριστικά παρατηρούν ευρωπαίοι αναλυτές, η συμφωνία αυτή «χτυπάει» ανισόμερα τις χώρες της Ευρώπης, τόσο στο ενεργειακό, δηλαδή στο βιομηχανικό και γεωργικό τομέα, όσο και στο γεωστρατηγικό, αφού επηρεάζει άμεσα τόσο τις υπό αναθεώρηση σχέσεις με την Κίνα – βασικό εταίρο της Ε.Ε. – όσο και την ζητούμενη κατανομή των εξοπλιστικών όσο και των επενδυτικών δαπανών.
Ένα τρίτο μέτωπο συνεπειών αυτής της συμφωνίας αφορά την νομισματική πολιτική. Η ΕΚΤ από την μία πλευρά πρέπει να λάβει υπ’ όψη της πλέον το πόσο μπορεί ή δεν μπορεί να «βοηθήσει» με την επιτοκιακή της πολιτική την συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου. Και ταυτόχρονα να συμβιβάσει τα… ασυμβίβαστα μιας απόφασης για μεταβολή των επιτοκίων – προς τα κάτω – όσο αφορά τις συνέπειες της κίνησης αυτής με την διαφορετική ένταση των πληθωριστικών πιέσεων στις 27 χώρες μέλη.
Με απλά λόγια η συμφωνία που μόλις ανακοίνωσε η κα. Φον Ντερ Λάιεν, ενισχύει περαιτέρω και με ορατό τρόπο τις ήδη ορατές φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό της ΕΕ μεταξύ των χωρών μελών της.
Αλλά αυτό μάλλον το περιμέναμε αφού – από την πρώτη του θητεία – ο κ. Τράμπ έχει εξηγήσει ότι θεωρεί την ύπαρξη της Ενωμένης Ευρώπης ως κάτι κακό, «κάτι που φτιάχτηκε για να κλέβει τις ΗΠΑ»…