Πρόσφατα, την Δευτέρα, η κα Λαγκάρντ, πρόεδρος του Συμβουλίου της ΕΚΤ, σε δημόσια τοποθέτησή της μίλησε για την «πρώτης τάξεως ευκαιρία» που έχει το ευρώ να σταθεί δίπλα στο δολάριο σαν διεθνές νόμισμα. Με άλλα λόγια μίλησε, σε πρώτη ανάγνωση, για το ενδεχόμενο μιας αναβάθμισης μέσα από την παρούσα κρίση, του Ευρώ σε διεθνές αποθεματικό νόμισμα.  

Η αλήθεια είναι ότι αν «διαβάσει» προσεκτικά κανείς την τοποθέτησή της θα «αναγνωρίσει» όλους τους βασικούς λόγους για τους οποίους δεν μπορεί να συμβεί αυτό, που ή ίδια εκτιμά ως «πρώτης τάξεως ευκαιρία».

Κατ’ αρχήν πριν «διαβάσουμε» τα επιχειρήματα της προέδρου της ΕΚΤ να δούμε που βρίσκεται σήμερα το ευρώ σαν διεθνές νόμισμα σε σχέση με το δολάριο.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ και του ΔΝΤ το δολάριο «καλύπτει» σήμερα σαν διεθνές αποθεματικό νόμισμα το 58% παγκοσμίως, ενώ το ευρώ παραμένει σχεδόν σταθερά (όπως αναφέρει η ΕΚΤ) στο 20%.

Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι αυτό το 20% αποτελεί ένα ποσοστό που αντανακλά το μερίδιο του Ευρώ σαν άθροισμα των χωρών της Ευρωζώνης και όχι κάτι περισσότερο, στην διεθνή νομισματική αρένα, δηλαδή κάποια διείσδυση στις συναλλαγές που δεν αφορούν άμεσα ή έμμεσα τις οικονομίες της Ευρωζώνης. Και παραμένει σχεδόν σταθερό χωρίς αξιοσημείωτες αυξομειώσεις.   

Ας δούμε όμως τώρα τα λεγόμενα της κας Λαγκάρντ.

Όπως σημειώνουν τα διεθνή ΜΜΕ η πρόεδρος της ΕΚΤ υποστήριξε ότι οι αλλοπρόσαλλες πολιτικές του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ δημιουργούν μια «πρώτης τάξεως ευκαιρία» για την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ και επιτρέπουν στο νομισματικό μπλοκ να απολαμβάνει περισσότερα από τα προνόμια που μέχρι τώρα αφορούσαν μόνο τις ΗΠΑ.

Τι χρειάζεται όμως για να συμβεί αυτό σαν προοπτική για τον διεθνή ρόλο του Ευρώ;

Σύμφωνα με την κα Λαγκάρντ χρειάζεται «ένα στέρεο και αξιόπιστο γεωπολιτικό θεμέλιο, που θα διατηρεί μια σταθερή δέσμευση για ανοιχτό εμπόριο και θα μπορεί να το υποστηρίξει με ασφάλεια…». Με άλλα λόγια ακριβώς αυτό που έχει ανατραπεί, η ανακοπή της ελεύθερης δηλαδή και ασφαλούς ροής του παγκοσμιοποιημένου εμπορίου.

Το πρώτο σοκ ήρθε με την πανδημία και τις εμπορικές και συναλλαγματικές αρρυθμίες που προκάλεσε.

Το δεύτερο ήρθε με τον πόλεμο στην Ουκρανία και την για πρώτη φορά «διάσπαση» του νομισματικού συστήματος με τις κατασχέσεις συναλλάγματος της Ρωσίας, αλλά και την διακοπή των συναλλαγών σε βασικά προϊόντα όπως το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο.

Το τρίτο ήρθε σαν επιλογή πολιτικής με τον πόλεμο των δασμών του Τραμπ και τα όσα ακόμα… δεν έχουν συμβεί, που αφορούν και την Ε.Ε. με άμεσο τρόπο.

Ο πρώτος όρος δηλαδή που έθεσε σαν προϋπόθεση η κα Λαγκάρντ για την διεύρυνση του διεθνούς ρόλου του Ευρώ έναντι του δολαρίου, είναι στην πραγματικότητα το απολύτως αντίθετο, μία έκθεση αιτίων  για το γιατί, το ευρώ δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο, αφού η βασική προϋπόθεση γι’ αυτό κινείται σε απολύτως αντίθετη κατεύθυνση…

Θα αφήσουμε στην άκρη αυτό που η ίδια όρισε σαν δεύτερη προϋπόθεση, που είναι η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, η παροχή βοήθειας στις νεοφυείς επιχειρήσεις, η περικοπή των κανονιστικών ρυθμίσεων και η οικοδόμηση της ένωσης αποταμιεύσεων και επενδύσεων, προς τα οποία η πρόοδος, όπως παραδέχονται στην ΕΚΤ είναι τουλάχιστον «αργή».

Ο τρίτος όρος όμως είναι και ο σημαντικότερος.

Αφορά την κεφαλαιαγορά της ζώνης του ευρώ, η οποία όπως η πρόεδρος της ΕΚΤ παραδέχεται αφ’ ενός «εξακολουθεί να είναι κατακερματισμένη, αναποτελεσματική και αφ’ εταίρου δεν διαθέτει ένα πραγματικά ρευστό, ευρέως διαθέσιμο ασφαλές περιουσιακό στοιχείο στο οποίο θα μπορούσαν να συρρεύσουν οι επενδυτές».

Το γεγονός ότι η κα Λαγκάρντ παραδέχεται ότι η Ευρωζώνη δεν διαθέτει ένα ευρέως διαθέσιμο «ασφαλές περιουσιακό στοιχείο» είναι το μείζον για το ευρώ, όπως διδάσκει η ιστορία.

Ας μη ξεχνάμε ότι η κατάρρευση της Συμφωνίας του Μπρέτον Γουντς, δηλαδή της σταθερής αξιακής σχέσης δολαρίου χρυσού τον Αύγουστο του 1971 – στην οποία δεν παρέλειψε να αναφερθεί η κα Λαγκάρντ την Δευτέρα – χρειάσθηκε να περάσουν δέκα χρόνια για να υποκατασταθεί με κάτι άλλο. Κάτι που στήριξε τον διεθνή ρόλο του δολαρίου από το 1981 και μέχρι σήμερα και το οποίο δεν είναι άλλο  από την μεταβολή του αμερικανικού χρέους στο αποδοτικότερο και ευρέως διαθέσιμο επενδυτικό προϊόν ever στον πλανήτη, δηλαδή του αμερικανικού δεκαετούς ομολόγου.

Ήταν η πράξη του Πωλ Βόλκερ το 1980 – 81 να αυξήσει τα επιτόκια σε διψήφια νούμερα για να ανακόψει τον πληθωρισμό, που «γέννησε» αυτό το επενδυτικό προϊόν σε τεράστια μεγέθη, που εκτίναξε την «ζήτηση» του δολαρίου και έτσι την συναλλαγματική του ισοτιμία διεθνώς.

Η παγκοσμιοποίηση της αγοράς κεφαλαίων και προϊόντων στηρίχθηκε πάνω σ’ αυτή την μεταβολή στο διεθνές νομισματικό περιβάλλον, μια «μεταβολή» που χρειάσθηκε να προσαρμοσθεί στις νέες συνθήκες λίγο αργότερα με την Συμφωνία στο Plaza το 1985.

Με άλλα λόγια η κα Λαγκάρντ στο σημείο αυτό έθεσε το δάχτυλο επι των τύπων των ήλων, για να παραδεχθεί έμμεσα ότι η Ευρωζώνη δεν διαθέτει αυτό που «έσωσε» το 1981 το δολάριο και το διατήρησε με νέους όρους σαν αυτό που είναι, παρά τα προβλήματα, μέχρι και σήμερα.

Βέβαια η κα Λαγκάρντ «ψέλλισε» την ιδέα για ένα τέτοιο εργαλείο χρηματοδότησης της ευρωπαϊκής άμυνας, δηλαδή ένα ευρωομόλογο χρηματοδότησης των εξοπλιστικών δαπανών και με ένα πόλεμο ήδη διαθέσιμο στην αυλή της στην Ουκρανία…

Αλλά ποτέ ένα τέτοιο «εργαλείο» επενδυτικής ζήτησης για ένα διεθνές νόμισμα δεν στηρίχθηκε στις δυνάμεις καταστροφής.

Αυτό είναι ένα ιστορικό «μάθημα» για την Ευρώπη των δύο παγκοσμίων πολέμων. Κάτι που φαίνεται να ξεχνάνε επικίνδυνα στις Βρυξέλλες και την Φρανκφούρτη.

Σχόλια
Σχολίασε εδώ
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας