Site icon NewsIT
10:59 Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2025

Πριν μπει το 2026, δεν πρέπει να μας… ξεφύγει ότι η «ευλογημένη» ρευστότητα, δεν είναι παρά ψευδώνυμο… χρέους

Stack of pound coins on financial graphs and figures balance sheet

iStock

Γιάννης Αγγέλης

Η τελευταία τριετής έρευνα της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS) αποκαλύπτει μια εκπληκτική – ή αν το δεί κανείς διαφορετικά τρομακτική – πραγματικότητα.

Οι παγκόσμιες συναλλαγές σε παράγωγα επιτοκίων έχουν φτάσει τα 7,9 τρισεκατομμύρια δολάρια ημερησίως, από 265 δισεκατομμύρια το 1998 (!).

Οι συναλλαγές σε νομίσματα αγγίζουν τα 9,6 τρισεκατομμύρια την ημέρα (διπλάσιο του ετήσιου ΑΕΠ της Γερμανίας και τριπλάσιο του όγκου συναλλάγματος πριν την κρίση του 2008).

Αυτοί οι αριθμοί θα μπορούσε να πει κανείς ότι αντανακλούν την υγιή ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας.

Ή κάτι πολύ πιο ανησυχητικό και άμεσα απειλητικό: την αποκάλυψη της «ευλογημένης» ρευστότητας σαν αυτό που πραγματικά είναι, δηλαδή χρηματιστικοποιημένο χρέος.

Για να «φωτίσει» κανείς την λογική αυτού του ισχυρισμού, πρέπει να γυρίσει μισό αιώνα πίσω σε μία καθοριστικής σημασίας χρονική στιγμή, στην οποία συνεχώς «επιστρέφουμε» σε πολλά κείμενα εδώ στα Οικονοκλαστικά. Πρέπει να «γυρίσουμε» στην διαδικασία ξεκίνησε στον Αύγουστο του 1971 με την εγκατάλειψη του συστήματος Bretton Woods («απελευθέρωση» του νομίσματος από την αξιακή εγγύηση του χρυσού) και αλλά απογειώθηκε τη δεκαετία του 1980 (με την ακραία αύξηση των επιτοκίων στο αμερικανικό χρέος), όταν η Salomon Brothers πρωτοστάτησε στην τιτλοποίηση των στεγαστικών δανείων, όπως υπενθυμίζει σε σχετικά πρόσφατο σχόλιό του το Bloomberg.

Από τότε, η χρηματοοικονομική «μηχανική» βοηθούμενη από την «κανονιστική» επέμβαση στο νομισματικό σύστημα (Συμφωνία Plaza 1985) έχει μετατρέψει σε εμπορεύσιμα «μέσα» οτιδήποτε ήταν κάποτε μη ρευστοποιήσιμo, από στεγαστικά δάνεια και έργα υποδομής μέχρι αντασφαλιστικά συμβόλαια και εμπορεύματα. Κάθε περιουσιακό στοιχείο, κάθε υποσχόμενη μελλοντική ταμειακή ροή, κάθε χρηματοοικονομική υποχρέωση, «ομαδοποιείται», «πακετάρεται» και… μετατρέπεται σε ένα «τίτλο» που μπορεί να διαπραγματεύεται σε αγορές.

Όπως διαπιστώνεται από τα διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία, η εμβάθυνση και επέκταση της ρευστότητας επιταχύνθηκε μετά την κρίση του 2008, αντί, λόγω της καταστροφής κεφαλαίων στις αγορές και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, να επιβραδυνθεί.

Ως ένα από τα κύρια εργαλεία αυτής της επέκτασης εμφανίσθηκαν τα αμοιβαία κεφάλαια (ETF), που στην συνέχεια έγιναν και αυτά «διαπραγματεύσιμα». Ξεκίνησαν το 1993 και είχαν 538 δισεκατομμύρια δολάρια υπό διαχείριση το 2008. Σήμερα έχουν εκτιναχθεί σε πάνω από 9 τρισεκατομμύρια σήμερα, ήτοι σχεδόν επταπλασιασμός σε δεκαπέντε χρόνια.

Αυτή η πλημμυρίδα ρευστότητας όμως δεν προέρχεται από αυξημένη παραγωγή «πλούτου» ή παραγωγική οικονομική δραστηριότητα.

Είναι παράγωγο όλων των «ειδών» άμεσου και έμμεσου χρέους, ήτοι χρέος που έχει τιτλοποιηθεί και στην συνέχεια έχει  «εμπορευματοποιηθεί» και επανατοποθετηθεί σε πολυσύνθετες χρηματοοικονομικές «δομές». Πολλές φορές δύσκολο εως και αδύνατο να αποκαλύψει κανείς την πραγματική τους φύση, πολύ περισσότερο από κάθε ανάλογη «επιτυχία» του 2007 – 2008.

Στην πραγματικότητα η λεγόμενη «χρηματιστικοποίηση» δεν είναι παρά το ψευδώνυμο μιας εξωπραγματικής διόγκωσης του χρέους που σε όρους πραγματικής οικονομίας είναι αδύνατο πλέον στον χρόνο και στον χώρο  να αποπληρωθεί. Κάθε στρώμα τιτλοποίησης, κάθε νέο παράγωγο προϊόν, κάθε ETF που συσκευάζει άλλα ETF, απομακρύνει περαιτέρω τον σημερινό «επενδυτή» από το υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο, την «αξία» του οποίου σε απείρως πολλαπλάσια έκταση και βάθος «εμπορεύεται».

Με απλά λόγια η… επαφή με την πραγματικότητα χάνεται. Και αυτό είναι το άμεσα επικίνδυνο.

Το σύστημα βέβαια λειτουργεί. Και λειτουργεί όσο η εμπιστοσύνη στη ρευστότητα παραμένει… ανέπαφη. Όσο δηλαδή ο «επενδυτής» και η οικονομία συνολικά δεν νοιάζεται για το τι εμπορεύεται αλλά το πόσο κερδοφόρο παραμένει, όταν δεν αναγνωρίζει δηλαδή την ρευστότητα μέσα στην οποία «κολυμπάει» ως μία υπόσχεση «χρέους» που είναι πλέον αδύνατο να αποπληρωθεί… Όμως η ρευστότητα που εκφράζει αυτό το χρέος είναι εγγενώς εύθραυστη.

Και εδώ ο ρόλος των Κεντρικών Τραπεζών σαν εγγυητής που έχει αντικαταστήσει τον «χρυσό» εμφανίζεται ολοένα και λιγότερο ικανός να διαχειριστεί τον κίνδυνο. Έχουν πάψει για παράδειγμα οι Κεντρικοί Τραπεζίτες να «καθοδηγούν» και να προσανατολίζουν τις αγορές χρήματος με τις ανακοινώσεις τους, αλλά αυτές αντίθετα με το παρελθόν κινούνται με βάση τα «δεδομένα», δηλαδή προσπαθούν να αντιδράσουν μετά την κίνηση των αγορών.

Όταν όμως η εμπιστοσύνη κλονιστεί, όταν οι αγορές αναζητήσουν ταυτόχρονα έξοδο από θέσεις που θεωρούνταν απόλυτα ρευστές, το σύστημα μπορεί να «παγώσει» σε δευτερόλεπτα, όπως συνέβη το 2008. Ή ακόμα και όπως την περασμένη Παρασκευή όταν στην ΗΠΑ η αγορά που εκκαθαρίζει τις συναλλαγές του ασημιού «πάγωσε» εξ αιτίας τεχνικής … βλάβης του συστήματος (οι επικεφαλείς προτίμησαν να μην ενεργοποιήσουν τα εναλλακτικά συστήματα αλλά προτίμησαν να «παγώσουν» τις διαπραγματεύσεις μέχρι να επισκευαστεί το σύστημα, όταν το ασήμι εκτινάχθηκε σε στρατοσφαιρικά επίπεδα).

Η διαφορά είναι ότι σήμερα αντίθετα από το 2008, το μέγεθος της «φούσκας» του πολλαπλού χρέους είναι πολλαπλάσιο, η πολυπλοκότητα των προϊόντων μεγαλύτερη, και τα επίπεδα χρέους που υποστηρίζουν αυτή τη ρευστότητα έχουν φτάσει σε ιστορικά ύψη.

Θα μπορούσε να πεί κανείς, λίγο πριν μπούμε στο 2026, ότι δεν είναι θέμα αν το βαρέλι μπαρούτι θα εκραγεί, αλλά πότε και με ποιο σπίρτο «τυχαία» ή όχι θα το ανατινάξει…

Τελευταίες ειδήσεις

Exit mobile version