Site icon NewsIT
09:55 | 08.10.25

Προϋπολογισμός 2026, η «διαχείριση μέσω πληθωρισμού» και οι συνέπειες

Xαρτονομίσματα των 50 ευρώ

REUTERS / Dado Ruvic / Illustration / File Photo

Γιάννης Αγγέλης

Η κατάθεση του σχεδίου του νέου Προϋπολογισμού 2025 – 2026 είναι όπως πάντα μια καλή αφορμή για να ρίξει κανείς μια ματιά για το πως η εκάστοτε κυβέρνηση «βλέπει» το μέλλον, καθώς σ’ αυτόν τον Προϋπολογισμό, αποτυπώνει τους στόχους της πολιτικής της για τον επόμενο χρόνο. Έτσι και το σχέδιο του Προϋπολογισμού που κατατέθηκε δίνει την ευκαιρία για να δούμε το ποια είναι η στρατηγική επιλογή της Κυβέρνησης.

Και η διαπίστωση εδώ είναι ότι ο σχεδιασμός αυτός παραμένει όπως και τα τελευταία χρόνια η λεγόμενη «διαχείριση μέσω πληθωρισμού».
Πίσω από τα ρεκόρ πλεονασμάτων και τις θετικές αξιολογήσεις, κρύβεται μια επικίνδυνη επίμονη επιλογή.

Ο μεγαλύτερος ή μικρότερος πληθωρισμός έχει μεταλλαχθεί από πρόβλημα σε «εργαλείο» καθώς έχει οικοδομηθεί ένας μηχανισμός με τον οποίο το κράτος επιτυγχάνει τους δημοσιονομικούς του στόχους εις βάρος της πραγματικής οικονομίας.

Η «λογιστική»

Να το δούμε όμως συγκεκριμένα. Ο μηχανισμός είναι απλός, όταν οι τιμές αυξάνονται, τα ονομαστικά έσοδα του κράτους από τον ΦΠΑ και τους έμμεσους φόρους αυξάνονται ακόμη ταχύτερα. Ταυτόχρονα, το δημόσιο χρέος – πέραν από τις επιτυχείς διαδικασίες ενεργού διαχείρισης και αποπληρωμής – φαίνεται μικρότερο ως ποσοστό του ΑΕΠ, αφού το ΑΕΠ «φουσκώνει» ονομαστικά.
Έτσι, χωρίς καμία ουσιαστική βελτίωση στην παραγωγικότητα, το κράτος εμφανίζει πρωτογενές πλεόνασμα-ρεκόρ, που το 2024 έφτασε τα 11,4 δισ. ευρώ και αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω.

Τα στοιχεία του Προϋπολογισμού προβλέπουν ότι το 2026 θα έχουμε νέα ετήσια αύξηση του ΦΠΑ κατά 5,81% ή κατά 1,6 δισ. (από 27,5 δισ. Το 2025 στα 29,1 δισ.).

Η αύξηση είναι δυόμισι φορές πάνω από τον προσδοκώμενο πληθωρισμό (2,2%). Τα τελευταία 3 χρόνια τα έσοδα από ΦΠΑ έχουν αυξηθεί κατά 68% (11,8 δισ.), δηλαδή αυξάνονται με ρυθμό τριπλάσιο από τον πληθωρισμό.

Το σύνολο των φόρων, το 2026, αυξάνεται από 70,8 δισ. σε 73,5 δισ.

Από το 2021, οι φόροι έχουν αυξηθεί κατά 52,5%, δηλαδή κάτι περισσότερο από 13% του ΑΕΠ.

Στην αύξηση των φορολογικών εσόδων συμβάλλει προφανώς και η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας, καθώς και η τεκμαρτή φορολόγηση περίπου 400.000 αυτοαπασχολούμενων. Το 2026 θα φορολογηθούν για υψηλότερο τεκμαρτό εισόδημα, αφού ο υπολογισμός θα γίνει με τον αυξημένο κατώτατο μισθό των 880 ευρώ.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι με τις φοροελαφρύνσεις και τις αυξήσεις που έχουν εξαγγελθεί ή έχουν ήδη δοθεί, από την μία τσέπη μπαίνουν κάποια χρήματα και από την άλλη βγαίνουν τα ίδια ή και περισσότερα με παραλήπτη πάντα το κράτος.

Η σιωπηλή φορολόγηση

Ο πληθωρισμός δηλαδή λειτουργεί ως σιωπηλή φορολόγηση που πλήττει ειδικά λόγο των έμμεσων φόρων, δυσανάλογα τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δηλαδή εκείνους που δεν μπορούν να μετακυλήσουν το αυξημένο κόστος παραγωγής και διαβίωσης.
Οι συνέπειες άλλωστε καταγράφονται στον Προϋπολογισμό με την ιδιωτική κατανάλωση να επιβραδύνεται (πρόβλεψη μόλις 1,7% για το 2026), ενώ παράλληλα οι μικρομεσαίες και κυρίως μικρές επιχειρήσεις βλέπουν τα περιθώρια κέρδους τους να συμπιέζονται. Το αποτέλεσμα είναι ένας φαύλος κύκλος, με συνέπεια μικρότερες επενδύσεις, χαμηλότερη καινοτομία, και προφανή στασιμότητα στην παραγωγικότητα.

Το «σχήμα» είναι προφανές. Τα φορολογικά έσοδα αυξάνονται μηχανικά – φαινομενικά χωρίς πολιτικό κόστος – ενώ η πραγματική επιβάρυνση μεταφέρεται στους πολίτες. Η «επιτυχία» αυτή παρουσιάζεται ως ένδειξη υγιούς διαχείρισης, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για μια δημοσιονομική ψευδαίσθηση αφού το κράτος «πλουτίζει» όχι επειδή η οικονομία παράγει τόσο περισσότερο, αλλά επειδή οι τιμές αυξάνονται.
Με άλλα λόγια η δημοσιονομική σταθερότητα επιτυγχάνεται με όρους που αφαιρούν προϋποθέσεις για αύξηση της παραγωγικότητας και της μελλοντικής ανάπτυξης.

Η ελληνική οικονομία μοιάζει να λειτουργεί πλέον σαν ένα σπίτι που καίει τα έπιπλά του για να ζεσταθεί… Η εκμετάλλευση του πληθωρισμού προσφέρει πρόσκαιρη δημοσιονομική “ζεστασιά”, αλλά διαβρώνει το παραγωγικό κεφάλαιο, την αγοραστική δύναμη και την εμπιστοσύνη στην οικονομία.
Η εξάρτηση από κοινοτικούς πόρους – Ταμείο Ανάκαμψης, ΕΣΠΑ – είναι το πιο καθαρό σύμπτωμα αυτής της αδυναμίας. Χωρίς αυτούς, οι εγχώριες επενδύσεις θα κατέρρεαν, καθώς το κράτος απορροφά τα διαθέσιμα κεφάλαια για να χρηματοδοτήσει πλεονάσματα αντί για ανάπτυξη.

Η εικόνα και η πραγματικότητα

Η στρατηγική αυτή μπορεί να εξασφαλίζει βραχυπρόθεσμη «εικόνα αξιοπιστίας» στις αγορές, αλλά μακροπρόθεσμα εγκλωβίζει τη χώρα σε έναν φαύλο κύκλο χαμηλής ανάπτυξης και υψηλής εξάρτησης από την Ε.Ε..
Όμως η ουσία δεν είναι αν «βγαίνουν οι αριθμοί». Είναι τι είδους οικονομία αυτοί οι αριθμοί περιγράφουν.
Ένα κράτος που «ευημερεί» χάρη στην φορολόγηση του πληθωρισμού και μια κοινωνία που φτωχοποιείται για να στηρίξει τα πλεονάσματά του δεν συνιστά επιτυχία, αλλά αντιστροφή προτεραιοτήτων αφού υπονομεύει κάθε διαδικασία ανάπτυξης της παραγωγικότητας. Του μοναδικού τρόπου παραγωγής πραγματικού «πλούτου».

Και η Ελλάδα σύμφωνα με την Eurostat και την Τράπεζα Ελλάδος παραμένει στα χαμηλότερα σκαλοπάτια της Ε.Ε. όταν μετράει το «ύψος» της με βάση την παραγωγικότητα.

Και κατά πως φαίνεται κάνει ότι μπορεί περισσότερο για να παραμείνει εκεί…

Τελευταίες ειδήσεις

Exit mobile version