Τέσσερις φορές περισσότερες αμυντικές δαπάνες σε σχέση με εκείνες που είχαν προϋπολογίσει οι Βρυξέλλες για τις χώρες – μέλη της ΕΕ έως το 2035 φέρνει η δέσμευση που αυτές ανέλαβαν στην τελευταία σύνοδο του ΝΑΤΟ (24 – 25 Ιουνίου 2025).
Όπως ο ίδιος ο Ευρωπαίος Επίτροπος Άμυνας, Άντριους Κουμπίλιους, ανέφερε -μιλώντας την Δευτέρα (21.7.2025) σε εκδήλωση European Defence Night στην Ουάσιγκτον- για να φτάσουν οι ευρωπαϊκές χώρες το όριο αμυντικών δαπανών που αποφάσισε το ΝΑΤΟ, δηλαδή στο 3,5% του ΑΕΠ (σ.σ. στο 5% μαζί με τις αμυντικές υποδομές), θα πρέπει να δαπανήσουν το αστρονομικό ποσό 4,2 τρισ. ευρώ έως το 2035.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Υπενθυμίζεται πως το πρόγραμμα ReArm EU 2030, το οποίο ενέκρινε η σύνοδος κορυφής της ΕΕ στις 19 Μαρτίου 2025, προέβλεψε τη δυνατότητα γενικά αμυντικών (όχι μόνο εξοπλιστικών) δαπανών μόλις… 800 δισ. ευρώ μέχρι το 2030, μέσω της ενεργοποίησης της ρήτρας διαφυγής και του αμυντικού ταμείου SAFE, ενώ η πρόταση της Κομισιόν για το νέο κοινοτικό προϋπολογισμό του 2028 – 2034 προβλέπει ακόμα (τουλάχιστον) 131 δισ. ευρώ.
Μ΄ άλλα λόγια, η επίτευξη του νέου ΝΑΤΟϊκού στόχου επιβάλλει τον τετραπλασιασμό των αμυντικών δαπανών των ευρωπαϊκών χωρών σε σχέση με τον πήχη που είχε βάλει το ReArmEU 2030 και ο νέος κοινοτικός προϋπολογισμός (4,2 τρισ. ευρώ έναντι τουλάχιστον 931 δισ. ευρώ).
«Τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ συμφώνησαν να δαπανήσουν το 3,5% του ΑΕΠ για πραγματική άμυνα. Ας εξετάσουμε πιο βαθιά αυτή την οικονομική προοπτική. Η πρόβλεψή μου είναι ότι τα ευρωπαϊκά κράτη μέλη θα δαπανήσουν κατά μέσο όρο περίπου το 3% του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2028 – 2035. Αυτό σημαίνει – περίπου 600 δισ. ευρώ ετησίως ή 4,2 τρισ. ευρώ κατά τη διάρκεια ολόκληρης της περιόδου 2028 – 2035», δήλωσε επ’ ακριβώς ο Κουμπίλιους από πλευράς Κομισιόν.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Κουμπίλιους: Τα 2 από τα 4,2 τρισ. ευρώ για εξοπλισμούς θα πάνε στις ΗΠΑ – Ας «μην παραπονιούνται»
Ο ίδιος συμπλήρωσε πως «μπορούμε να προβλέψουμε ότι περίπου το 50% αυτού του ποσού (2 τρισ. ευρώ) θα δαπανηθεί για πραγματικές επενδύσεις σε αμυντικό εξοπλισμό. Τα κράτη μέλη θα δαπανήσουν τα αμυντικά τους χρήματα όπου θα αποφασίσουν. Αυτό δεν θα ρυθμίζεται από την Κομισιόν. Τα κράτη μέλη μπορούν να προμηθεύονται από τις ΗΠΑ, από τη Νότια Κορέα ή από την Ουκρανία, όχι μόνο από την ΕΕ, και αυτή είναι η κυρίαρχη απόφασή τους».
Ο Κοινοτικός Επίτροπος Άμυνας εξηγεί γιατί επισημαίνει τα παραπάνω: «Επειδή μερικές φορές ακούμε παράπονα από τους διατλαντικούς εταίρους μας, ότι οι Ευρωπαίοι δεν θα προμηθεύονται πλέον αμερικανικά όπλα. Δεν υπάρχει βάση για παράπονα της αμερικανικής βιομηχανίας ότι θα τους απαγορευτεί να συμμετέχουν σε ευρωπαϊκές συμβάσεις. Τα κράτη μέλη θα δαπανήσουν τα 2 τρισ. σε ό,τι αποφασίσουν. Υποθέτω – αρκετά στις ΗΠΑ, αφού ήδη σήμερα οι ευρωπαϊκές χώρες δαπανούν στις ΗΠΑ περίπου το 40% των εθνικών αμυντικών τους χρημάτων. Ενώ οι Αμερικανοί προμηθεύονται μόνο το 1% των όπλων τους από ευρωπαϊκές βιομηχανίες, παρά το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή παραγωγή είναι πολύ ανταγωνιστική και είναι σε θέση να κερδίσει σε άλλες χώρες έναντι Αμερικανών ανταγωνιστών».
Ο Κομπίλιους έδωσε και άλλες λεπτομέρειες για τις επικείμενες ευρωπαϊκές αγορές εξοπλισμούς: «Οι αμερικανικές βιομηχανίες δεν πρέπει να ανησυχούν ότι κατά τη διάρκεια του 2028 – 2035 η Κομισιόν θα εφαρμόσει προγράμματα τύπου EDIP για την υποστήριξη της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, κάτι που αποτελεί έννομο συμφέρον μας. Ο συνολικός πολυετής προϋπολογισμός για μια τέτοια υποστήριξη θα είναι λιγότερο από 100 δισ. ευρώ για ολόκληρη την περίοδο 2028 – 2035. Δεν υπάρχει λόγος να παραπονιούνται οι Αμερικανοί για τον προσανατολισμό του EDIP στην ευρωπαϊκή βιομηχανία, καθώς τα 100 δισ. για το αμυντικό πρόγραμμα της ΕΕ είναι 20 φορές λιγότερα από τα 2 τρισ. ευρώ εθνικών αμυντικών δαπανών, τα οποία θα παραμείνουν εντελώς ανεξέλεγκτα. Επιπλέον, πρέπει να θυμόμαστε ότι η αμυντική βιομηχανία των ΗΠΑ θα έχει επίσης τη δυνατότητα να συμμετάσχει σε προγράμματα SAFE ή EDIP με τον ίδιο τρόπο που είναι έτοιμες να συμμετάσχουν και άλλες τρίτες χώρες, όπως η Μεγάλη Βρετανία ή ο Καναδάς. Υπάρχουν σαφείς κανόνες για αυτά τα προγράμματα και οι εταίροι μας τους εφαρμόζουν».
Και συνέχισε δίνοντας ένα ακόμα στίγμα: «Η μεγαλύτερη πρόκληση για την αμυντική βιομηχανία και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού δεν θα είναι η λήψη παραγγελιών από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Επειδή οι μεγάλες παραγγελίες θα έρθουν. Η μεγαλύτερη πρόκληση θα είναι η εκπλήρωση αυτών των παραγγελιών. Και να παράγουν μαζικά και εγκαίρως. Από την ευρωπαϊκή οπτική γωνία, όπως το βλέπω εγώ, η αμερικανική αμυντική βιομηχανία έχει μόνο ένα πρόβλημα στην Ευρώπη και αυτό ονομάζεται ITAR. Οι κανόνες που θέτουν πιθανούς περιορισμούς στη χρήση αμερικανικών όπλων. Και το πρόβλημα σχετίζεται με την ευρωπαϊκή αντίληψη για την αμερικανική αξιοπιστία. Αν έρθουν οι στρατοί του Πούτιν, δεν μπορούμε να μπούμε σε μάχη με την πιθανότητα να μας δέσουν τα χέρια πίσω από την πλάτη μας. Αυτός είναι ο λόγος που οι ευρωπαϊκές αμυντικές εταιρείες πηγαίνουν ήδη στα κράτη μέλη χρησιμοποιώντας ευρηματικό μάρκετινγκ. Πωλούν αμυντικά προϊόντα λέγοντας ότι το προϊόν είναι “χωρίς ITAR”. Είναι σαν να πουλάτε αναψυκτικά: “χωρίς ζάχαρη” ή πατατάκια “χωρίς λιπαρά”.»
Ο Κουμπίλιους προτείνει τέλος, πως «οι Ευρωπαίοι δεν πρέπει να κατηγορούν τους Αμερικανούς, ότι μας ζητούν να αναλάβουμε την ευθύνη για την ευρωπαϊκή άμυνα. Οι Αμερικανοί δεν πρέπει να μας κατηγορούν, ότι θέλουμε να ενισχύσουμε την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία προκειμένου να αναλάβουμε αυτήν την ευθύνη. Γι’ αυτό το λόγο, το πιο σημαντικό μήνυμά μου σήμερα είναι πολύ απλό. Βλέπω τη στρατηγική ανάγκη και για τις δύο πλευρές να έχουν έναν ορθολογικό διάλογο και συμφωνία σχετικά με ένα χρονοδιάγραμμα και καθήκοντα, τα οποία και οι δύο πρέπει να εφαρμόσουμε, ώστε η Ευρώπη να είναι έτοιμη να αναλάβει την ευθύνη στους ώμους της. Για ένα τέτοιο συμφωνημένο σχέδιο, πρέπει να έχουμε σαφή κατανόηση του ποιες αμερικανικές δυνατότητες, τις οποίες παρέχουν τώρα για την ασφάλεια της Ευρώπης, θα πρέπει να αντικαταστήσουμε, σε ποια χρονική στιγμή και πόσο θα κοστίσει. Ένα τέτοιο συμφωνημένο σχέδιο θα μας επιτρέψει στο μέλλον να αποφύγουμε κάθε είδους παρεξηγήσεις ή απροσδόκητες εξελίξεις».