Θα στενέψει ακόμα περισσότερο ο «κλοιός» γύρω από τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντιμίρ Ζελένσκι προκειμένου να δεχθεί το σχέδιο ειρήνης του Τραμπ, εφόσον επαληθευθεί το δημοσίευμα των Financial Times, σύμφωνα με το οποίο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) βάζει φρένο στην κατάσχεση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων που είναι κατατεθειμένα στην βελγική τράπεζα Euroclear.
Υπενθυμίζεται πως σύμφωνα με τους Financial Times, η ΕΚΤ φέρεται να αντιτίθεται στο σχέδιο της ΕΕ να καταβάλει 140 δισεκατομμύρια ευρώ στην Ουκρανία από παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρει το ίδιο δημοσίευμα, η ΕΚΤ αρνείται να εγγυηθεί την πληρωμή, υποστηρίζοντας ότι η πρόταση της Κομισιόν παραβιάζει την εντολή της.
Αυτό καθιστά πιο δύσκολο για την Ευρωπαϊκή Ένωση να λάβει ένα «δάνειο επανορθώσεων» που θα καλύπτεται από ρωσικά περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στην κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, τα οποία είναι παγωμένα στο βελγικό αποθετήριο τίτλων Euroclear, αναφέρει η Handelsblatt.
Σημειώνεται πως η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είχε δηλώσει δημοσίως πως η πρόταση για την οικονομική στήριξη της Ουκρανίας το 2026 – 2027 από πλευράς προβλέπει τρεις βασικές εναλλακτικές:
- Κοινοτική επιχορήγηση
- Κοινό δάνειο μέσω έκδοσης ομολόγου από την Κομισιόν
- Κατάσχεση των ρωσικών assets
Όπως δήλωσε η φον ντερ Λάιεν στις 17 Νοεμβρίου οι «τρεις επιλογές» αυτές, «δεν αλληλοαποκλείονται». Αντίθετα «μπορούν να συνδυαστούν ή να ακολουθήσουν τη σειρά τους», δηλαδή η μία να ακολουθήσει την άλλη.
Aν όμως ισχύει το δημοσίευμα των FT περί μπλόκου της ΕΚΤ στην 3η επιλογή, δηλαδή στην κατάσχεση των ρωσικών assets, τότε μένουν μόνο δύο επιλογές, δηλαδή η επιχορήγηση από τον κοινοτικό προϋπολογισμό και η έκδοση ομολόγου από την Κομισιόν.
Κάτι τέτοιο θα είχε δύο συνέπειες:
- Κατά πρώτον, στενεύουν τα περιθώρια για τον Ζελένσκι, στο να συνεχίσει να διαπραγματεύεται αλλαγές στο σχέδιο ειρήνης του Τραμπ, δηλαδή, στην ουσία, να συνεχίσει να αρνείται την παραχώρηση των ανατολικών επαρχιών της Ουκρανίας, στις οποίες συνεχίζει να προελαύνει ο ρωσικός στρατός…
- Κατά δεύτερον, ακόμα και αν ο Ζελένσκι ή κάποιος διάδοχος του αποδεχθεί το σχέδιο ειρήνης (μαζί και την παραχώρηση εδαφών στη Ρωσία) και πάλι η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι χώρες-μέλη της θα πρέπει να αναλάβουν μόνες τους -δηλαδή χωρίς τη χρήση των ρωσικών assets- την άμεση χρηματοδότηση των βασικών λειτουργιών του ουκρανικού δημοσίου (μισθούς υπαλλήλων, συντάξεις, σχολεία, κλπ.) αλλά και του στρατού της χώρας, αν και οι αμυντικές δαπάνες θα είναι εν μέρει λιγότερες σε περίπτωση ειρήνης σε σχέση με εκείνες που θα είναι σε περίπτωση συνέχισης του πολέμου.
Βαρύς και μόνο ευρωπαϊκός ο λογαριασμός της ειρήνης
Αναφέρεται παραπάνω πως «εν μέρει» θα μπορούσε να είναι μικρότερος ο λογαριασμός μίας ειρήνης στην Ουκρανία, γιατί ουδείς στις Βρυξέλλες ή στην Ουάσινγκτον δεν εκτιμά πως μπορεί να…. σταματήσει (ακόμα και σε περίπτωση μίας «βιώσιμης» ειρήνης) η αυξημένη οικονομική στήριξης της Δύσης – δηλαδή της ΕΕ καθώς οι ΗΠΑ έχουν κλείσει την κάνουλα της χρηματοδότησης στο Κίεβο.
Αντίθετα, η ηγεσία της Κομισιόν, έχει παραδεχθεί δημοσίως και ευθαρσώς πως η ΕΕ δεν μπορεί να αμυνθεί απέναντι στην Ρωσία, αν δεν ενσωματώσει την Ουκρανία στα σπλάχνα της.
Και η ενσωμάτωση αυτή περνά από τις εξής διαδιακασίες:
- Κατά πρώτον, από το να βοηθήσουν οι Βρυξέλλες την Ουκρανία να σταθεί άμεσα στα πόδια της, δηλαδή να συνεχίσει να μπορεί το ουκρανικό δημόσιο να πληρώσει για τις άμεσες ανάγκες του (κάτι που είναι αδύνατο χωρίς τη χορήγηση ζεστού χρήματος από τον Ιανουάριο του 2026) και να μπορεί ο ουκρανικός στρατός να φυλάττει τα σύνορα της.
- Κατά δεύτερον, η ενσωμάτωση της Ουκρανίας στην ΕΕ περνά από το να βοηθήσουν οι Βρυξέλλες το Κίεβο με ένα επιπλέον πακέτο μαμούθ…
Χωρίς την κατάσχεση των ρωσικών assets, θα πρέπει να μεταφερθούν καταρχάς από τον τρέχοντα Κοινοτικό Προϋπολογισμό και έπειτα από εκείνο του 2028 – 2034 περισσότερα κονδύλια, κάτι που θα στοιχίσει ιδίως στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, μαζί και την Ελλάδα.
Επίσης, θα απαιτηθεί ακόμα μεγαλύτερος δανεισμός από την πλευρά της Κομισιόν, κάτι που θα αυξήσει μελλοντικά συνολικά δημοσιονομικά βάρη κάθε κράτους-μέλους της ΕΕ, μαζί -φυσικά- και της Ελλάδας.
