Ετήσιο επίδομα ύψους 250 ευρώ προβλέπεται να χορηγηθεί από φέτος και για κάθε χρόνο προς τους χαμηλοσυνταξιούχους, σε μια προσπάθεια της Πολιτείας να στηρίξει τις πιο ευπαθείς κοινωνικές ομάδες απέναντι στις αυξανόμενες ανάγκες διαβίωσης που δημιουργεί ο πληθωρισμός
Η ρύθμιση έχει πλέον κατοχυρωθεί νομοθετικά στο άρθρο 72 του Νόμου 5217/2025 (ΦΕΚ Α’ 162), το οποίο ορίζει ρητά την καταβολή «ετήσιου χρηματικού βοηθήματος σε συνταξιούχους και λοιπές ευάλωτες κοινωνικές ομάδες».
Σύμφωνα με το άρθρο 72 του Ν. 5217/2025, η οικονομική ενίσχυση των 250 ευρώ θα χορηγείται μια φορά σε ετήσια βάση σε όσους συνταξιούχους πληρούν συγκεκριμένες εισοδηματικές και περιουσιακές προϋποθέσεις.
Η χορήγηση του οικονομικού βοηθήματος προβλέπεται να πραγματοποιείται αυτόματα, χωρίς αίτηση, μέσω των στοιχείων που τηρούν η ΑΑΔΕ και ο e-ΕΦΚΑ.
Το μέτρο περιλαμβάνει όλες τις ομάδες συνταξιούχων του e-ΕΦΚΑ (γήρατος, θανάτου, αναπηρίας) καθώς και τους ανασφάλιστους υπερήλικες του ΟΠΕΚΑ.
Τα παντρεμένα ζευγάρια συνταξιούχων που πληρούν αμφότεροι τα νομοθετικά κριτήρια, αναμένεται να λάβουν διπλό βοήθημα (=500 ευρώ).
Ποιοι το δικαιούνται
Δικαιούχοι του επιδόματος είναι όσοι:
• Έχουν συμπληρώσει το 65ο ηλικιακό έτος έως 31 Δεκεμβρίου 2024,
• Διαθέτουν ετήσιο ατομικό εισόδημα έως 14.000 ευρώ ή οικογενειακό έως 26.000 ευρώ,
• Η αξία της ακίνητης περιουσίας τους δεν ξεπερνά τις 200.000 ευρώ (άγαμοι) ή τις 300.000 ευρώ (έγγαμοι),
• Δεν εργάζονται και δεν έχουν σημαντικά πρόσθετα εισοδήματα (π.χ. ενοίκια ή επαγγελματική δραστηριότητα).
Ο έλεγχος των απαιτούμενων προϋποθέσεων πραγματοποιείται αυτόματα μέσω των στοιχείων που προκύπτουν από τα ηλεκτρονικά συστήματα του e-ΕΦΚΑ και της ΑΑΔΕ, χωρίς να απαιτείται κάποια ενέργεια από τους συνταξιούχους.
Πότε καταβάλλεται
Η πληρωμή του επιδόματος αναμένεται να πραγματοποιηθεί έως το τέλος Νοεμβρίου 2025, με πίστωση στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων, με την ακριβή ημερομηνία καταβολής να τοποθετείται, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, γύρω στις 28 Νοεμβρίου, ώστε να συμπέσει με τις συνήθεις ημερομηνίες καταβολής των συντάξεων.
Το οικονομικό βοήθημα βάσει της παραγράφου 4 του ίδιου άρθρου του νόμου είναι αφορολόγητο, ανεκχώρητο και ακατάσχετο και δε συμψηφίζεται με τυχόν οφειλές προς το Δημόσιο ή τις τράπεζες.
Οι εξαιρέσεις
Παρά τη θετική κατεύθυνση του μέτρου, αρκετοί συνταξιούχοι φαίνεται να μην υπάγονται στις προϋποθέσεις του νόμου, με αποτέλεσμα να μην αναμένεται να δικαιωθούν τη λήψη του επιδόματος.
Ειδικότερα, εκτός φαίνεται ότι μένουν:
• Όσοι δεν έχουν συμπληρώσει τα 65 έτη ηλικίας μέχρι το τέλος του 2024 (εκτός των δικαιούχων σύνταξης ή επιδομάτων λόγω αναπηρίας),
• Συνταξιούχοι που εργάζονται ή έχουν εισόδημα από απασχόληση,
• Όσοι υπερβαίνουν τα εισοδηματικά ή περιουσιακά όρια,
• Συνταξιούχοι με υψηλή «προσωπική διαφορά», η οποία αυξάνει το φορολογητέο εισόδημά τους πάνω από τα καθορισμένα όρια.
Τι προτείνεται
Η εμπειρία των προηγούμενων ετών δείχνει ότι ακόμη και μικρές αποκλίσεις στα εισοδηματικά κριτήρια μπορεί να οδηγήσουν σε αποκλεισμό από την καταβολή, γι’ αυτό και κρίνεται σκόπιμο οι συνταξιούχοι να ελέγξουν εγκαίρως τις δηλώσεις τους.
Οι ενδιαφερόμενοι ειδικότερα συνίσταται να ελέγξουν:
• τη φορολογική τους δήλωση (Ε1),
• την αξία της ακίνητης περιουσίας (μέσω ΕΝΦΙΑ),
• την ηλικία ή ημερομηνία συνταξιοδότησης, εφόσον πλησιάζουν το όριο των 65 ετών.
Η ορθή καταγραφή αυτών των στοιχείων μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική για τη λήψη ή όχι της ετήσιας οικονομικής ενίσχυσης.
Αποτίμηση μέτρου
Το επίδομα των 250 ευρώ μεταφράζεται πρακτικά σε περίπου 20 ευρώ μηνιαίως, γεγονός που συνεπάγεται ότι πρόκειται για μια κυβερνητική πρωτοβουλία με περισσότερη συμβολική παρά ουσιαστική αξία, δεδομένου μάλιστα ότι η χορήγησή του συνοδεύεται από την πλήρωση συγκεκριμένων κριτηρίων. Ωστόσο, η πρακτική ισχύς της ρύθμισης είναι εμφανής για μεμονωμένους συνταξιούχους και νοικοκυριά με πολύ χαμηλές συντάξεις ή με αυξημένες βιοτικές ανάγκες.
Το ζητούμενο πλέον αποτελεί αν η Πολιτεία με γνώμονα τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία θα προχωρήσει και στη λήψη πρόσθετων ενισχυτικών μέτρων για τους συνταξιούχους καθώς και σε μονιμότερες αυξήσεις συντάξεων, σε μια προσπάθεια συνολικής αναδιάρθρωσης και τόνωσης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης της χώρας.
Αναστασίου Χίτου*
* Η Αναστασία Χίτου είναι δικηγόρος – εργατολόγος
