Site icon NewsIT
10:47 | 03.07.25

«47», «Jurassic World: Αναγέννηση», «Ο ψυχίατρός μου τρελάθηκε» και άλλες τρεις ταινίες από σήμερα στα σινεμά

ταινία 47

Ο Εδουάρδο Φερνάντες στην ταινία «47» / ΑΠΕ-ΜΠΕ / Weirdwave

Newsit Newsroom

Έρχονται και υπόσχονται νύχτες γεμάτες συναίσθημα και αγωνία

Ενδιαφέρουσες ταινίες, συνολικά έξι, κάνουν πρεμιέρα σήμερα Πέμπτη (03.07.2025) και οι φίλοι του σινεμά θα έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα σε διάφορα είδη, ενώ ανάμεσά τους είναι και το μπλοκμπάστερ, το «Jurassic World: Αναγέννηση», κάνει πρεμιέρα απόψε σε πολλούς κινηματογράφους όλης της χώρας.

Ωστόσο, η ταινία που ξεχωρίζει εμφανώς αυτή την εβδομάδα είναι «Το 47», ένα πολυβραβευμένο ιστορικό δράμα από την Ισπανία, του Μαρσέλ Μπαρένα. Επίσης, Οι λάτρεις του σινεμά που θα επισκεφθούν τους κινηματογράφους θα παρακολουθήσουν σε επανέκδοση η εκπληκτική όσο και αγέραστη δραματική περιπέτεια «Ο Μεγάλος Δραπέτης».

Το 47

(“El 47”) Δραματική ταινία, ισπανικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Μαρσέλ Μπαρένα, με τους Εδουάρδο Φερνάντες, Κλάρα Σεγκούρα, Ζόε Μποναφόντε, Σάλβα Ρέινα, Μπέτσι Τούρνεθ, Βισέντε Ρομέρο, Κάρλος Κουέβας κα.

Απ’ τις ταινίες που προκαλούν ευγενικά συναισθήματα και ενεργοποιούν τα ανθρώπινα αντανακλαστικά, για ένα καλύτερο αύριο αν υπάρχει διάθεση για αγώνα και συνεργασία, ότι υπάρχει ελπίδα και το κυριότερο ότι ακόμη και οι καταφρονημένοι αν ενωθούν έχουν τη δύναμη να αλλάξουν τη ζωή τους.

Μια ταινία που γίνεται ελκυστικότερη, καθώς βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, άγνωστα σε μας, που έρχονται από το ζοφερό παρελθόν της Ισπανίας, όταν η δικτατορία του Φράνκο μπορούσε να εξαλείψει κάθε μορφή αντίστασης, να βασανίσει, να εξαφανίσει ανθρώπους, έχοντας στο πλευρό της, κακά τα ψέματα, ένα σημαντικό κομμάτι της «βολεμένης» ισπανικής κοινωνίας.

Ο Μαρσέλ Μπαρένα, που έχει ήδη μία αξιοπρόσεκτη διαδρομή («Mediterraneo: Ο Νόμος της Θάλασσας») θα επαναφέρει μία ιστορία της γενέθλιας πόλης του, της Βαρκελώνης, ενθουσιάζοντας το ισπανικό κοινό και την κριτική, κατακτώντας πέντε βραβεία Γκόγια – ανάμεσά τους κι αυτό της καλύτερης ταινίας.

Στη δεκαετία του ’70, μια παραγκούπολη σε έναν λόφο λίγα χιλιόμετρα έξω από την αναπτυσσόμενη Βαρκελώνη, στην οποία ζουν εκατοντάδες οικογένειες, χωρίς καμία υποδομή και με πολλές δυσκολίες, υπάρχει και το μεγάλο πρόβλημα της συγκοινωνίας με το κέντρο της μεγαλούπολης. Όταν οι αρχές αρνήθηκαν να στείλουν έστω ένα λεωφορείο να εξυπηρετεί τους φτωχούς εργάτες της, με αιτιολογία ότι δεν προσφέρονται οι ανηφορικοί και στενοί δρόμοι, ο Μανόλο Βιτάλ, πήρε το τιμόνι του λεωφορείου της διαδρομής 47, για να τους αποδείξει πως έκαναν λάθος. Στην πορεία, η διαδρομή αυτή εξελίχθηκε σε μια μαζική γιορτή συμπαράστασης στον αγώνα του και στην αξιοπρέπεια της εργατικής τάξης. Έτσι, ο οικισμός Τόρε Μπάρο πήρε το λεωφορείο του και ο Βιτάλ έγινε λαϊκός ήρωας.

Η ταινία του Μαρσέλ Μπαρένα κερδίζει τον θεατή, με το αβανταδόρικο θέμα της, την ανάλαφρη προσέγγισή του, επιλέγοντας να μην μπει βαθιά στο κλίμα τρομοκρατίας του φρανκικού καθεστώτος, αλλά να σταθεί στη δύναμη της κοινότητας, της πεποίθησης ότι ενωμένος λαός δύσκολα χάνει, αλλά και στην αναγκαιότητα ενός λαϊκού ήρωα, που θα ρισκάρει να βγει μπροστά και να εκφράσει τη βούληση των ανθρώπων – στην προκειμένη περίπτωση εσωτερικών μεταναστών της Ισπανίας.

Αποφεύγοντας να αναφερθεί σε κάποια πραγματικά πολιτικά γεγονότα (ο Βιτάλ ήταν μέλος αριστερών κινημάτων της Καταλονίας), κάτι για το οποίο κατηγορήθηκε ο Μπαρένα, το φιλμ αφενός αγκαλιάζει το ευρύτερο κοινό και αφετέρου δεν βάζει διαχωριστικές γραμμές, σε μια εποχή που ο ισπανικός λαός πρέπει να μείνει ενωμένος με την άνοδο της μισαλλόδοξης ακροδεξιάς.

Εξαιρετικές ερμηνείες, από πρωταγωνιστή και δευτερεύοντες ρόλους κι ένα υπέροχο τραγούδι που συνέθεσε και ερμήνευσε η Βαλέρια Κάστρο.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στη Βαρκελώνη τη δεκαετία του ’70, όταν οι αρχές αρνήθηκαν να φέρουν τις δημόσιες συγκοινωνίες στην περιοχή του, επικαλούμενες την κακή κατάσταση των δρόμων, ο Μανόλο Βιτάλ πήρε το τιμόνι του λεωφορείου της διαδρομής 47, για να τους αποδείξει πως έκαναν λάθος. Στην πορεία, η διαδρομή αυτή εξελίχθηκε σε μια μαζική γιορτή για την αξιοπρέπεια της εργατικής τάξης.

Jurassic World: Αναγέννηση

(“Jurassic World: Rebirth”) Περιπέτεια φαντασίας, αμερικάνικης παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Γκάρεθ Έντουαρντς, με τους Σκάρλετ Γιόχανσον, Μαχερσάλα Αλί, Ρούπερτ Φρεντ, Τζόναθαν Μπέιλι κα.

Το κακό με τα φραντσάιζ αυτού του είδους, που γνωρίζουν μία πρωτοφανή επιτυχία με την πρώτη, συνεχίζουν έχοντας σκαμπανεβάσματα, αλλά οι παραγωγοί βλέπουν πάντα μια προοπτική μεγάλων κερδών, παρότι δείχνουν εξαντλημένα, είναι ότι μερικές φορές πέφτουν αρκετά χαμηλά. Και ειδικά σε σύγκριση με την εκκίνηση, που είχε κάνει ο Σπίλμπεργκ, πριν από 32 χρόνια, όταν ήταν ακόμη σε τρομερά κέφια, αποκαλύπτοντας με τη φαντασία του και τη σκηνοθετική του δεξιοτεχνία έναν άλλο κόσμο, αυτό των δεινοσαύρων.

Εδώ, έχοντας στη σκηνοθεσία τον έμπειρο στα τέρατα («Godzilla») και την επιστημονική φαντασία («Πόλεμος των Άστρων» και «Ο Δημιουργός»), Γκάρεθ Έντουαρντς, οι παραγωγοί φιλοδοξούν σε αυτή την έβδομη κατά σειρά ταινία του φραντσάιζ, να ανοίξουν ένα νέο μεγάλο κεφάλαιο με τους προϊστορικούς γίγαντες.

Ο στόχος για μια θεαματικότατη ψυχαγωγική επική περιπέτεια, δείχνει να επιτυγχάνεται, με την προϋπόθεση, ωστόσο, να παραβλέψει ο θεατής το παιδαριώδες σενάριο, τις εξόφθαλμες αστοχίες της πλοκής, και τους χάρτινους χαρακτήρες. Δεν τα λες και λίγα όλα αυτά για μια ταινία μπλοκμπάστερ, με παραγωγούς και συντελεστές από τους ικανότερους στο Χόλιγουντ και με τον τεράστιο μάστορα Ντέιβιντ Κεπ («Υπόθεση Καρλίτος», «Επικίνδυνες Αποστολές»), να υπογράφει το σενάριο, παρά τις αρχικές και δικαιολογημένες του αναστολές, υποστηρίζοντας ότι δεν έχει κάτι άλλο να προσφέρει στο φραντσάιζ.

Πέντε χρόνια μετά τα τελευταία γεγονότα, το περιβάλλον δεν ευνοεί τους δεινόσαυρους. Αυτοί που έχουν απομείνει βρίσκονται σε απομονωμένα περιβάλλοντα του ισημερινού με παρόμοιο κλίμα με εκείνο που κάποτε τους ευνόησε. Τα τρία μεγαλύτερα πλάσματα της ξηράς, της θάλασσας και του αέρα σε αυτή την τροπική βιοσφαίρα κρατούν στο DNA τους το κλειδί για ένα φάρμακο με θαυματουργά οφέλη για την ανθρωπότητα. Η εξπέρ σε μυστικές επιχειρήσεις Ζόρα Μπένετ αναλαμβάνει να ηγηθεί μιας εξειδικευμένης ομάδας σε μια άκρως απόρρητη αποστολή με σκοπό την εξασφάλιση γενετικού υλικού. Όταν η επιχείρηση της Ζόρα διασταυρώνεται με μία οικογένεια της οποίας το σκάφος ανατράπηκε από επιδρομείς υδρόβιους δεινόσαυρους, θα καταλήξουν όλοι αποκλεισμένοι σε ένα απαγορευμένο νησί, που φιλοξενούσε κάποτε μια απόρρητη ερευνητική εγκατάσταση του Jurassic Park και θα έρθουν αντιμέτωποι με μια συγκλονιστική, σκοτεινή αποκάλυψη.

Αν και η ταινία του Έντουαρντς διαθέτει ορισμένες δυνατές σκηνές και την καταιγιστική δράση, που απαιτεί η περιπέτεια του, δεν χρειάζεται και μεγάλη παρατηρητικότητα για να καταλάβει κάποιος ότι πολλά απ’ όσα διηγείται δεν έχουν τη στοιχειώδη βάση, αποτελούν συρραφή επεισοδίων από τα προηγούμενα, με το βασικότερο την υπόθεση να στέκεται σε μια τρίχα δεινοσαύρου. Η πλοκή δείχνει ξέπνοη, τραβά χωρίς λόγο, για να δικαιολογήσει ορισμένες καλογυρισμένες σκηνές και να φτάσει, με τεράστια καθυστέρηση, στην εμφάνιση του τρομερού μεταλλαγμένου δεινοσαύρου.

Οι επικρίσεις για τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες απλοϊκές, όπως και για τα γνωστά θετικά μηνύματα για την οικολογία, την οικογένεια ή τη θυσία και τη συντροφικότητα, ενώ οι χαρακτήρες δεν πείθουν με τίποτα – ακόμη και ο σημαντικός ηθοποιός Μαχερσάλα Αλί δείχνει να βρίσκεται έξω από τα νερά του.

Έτσι, το μόνο που απομένει είναι τα προσεγμένα σπέσιαλ εφέ της Industrial Light & Magic, αφού ακόμη και η μουσική του σπουδαίου Αλεξάντρ Ντεσπλά, δείχνει να υπακούει στις συνταγές του φραντσάιζ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Πέντε χρόνια μετά τα γεγονότα της ιστορίας κι ενώ ο πλανήτης έχει αποδειχθεί σε μεγάλο βαθμό αφιλόξενη για τους δεινοσαύρους, όσοι έχουν απομείνει ζουν κυρίως σε απομονωμένα μέρη. Ανάμεσά τους και τρεις τεράστιοι δεινόσαυροι, των οποίων το DNA μπορεί να κρύβει το κλειδί για ένα φάρμακο που θα σώσει ζωές. Μια ομάδα μεταβαίνει στο απόκοσμο νησί για να πάρει δείγματα από τα προϊστορικά πλάσματα, που είχαν κριθεί πολύ επικίνδυνα για το αρχικό πάρκο, ενώ εκεί θα συναντηθεί και με μια οικογένεια που έχασε τον δρόμο της.

Ο Ψυχίατρός μου Τρελάθηκε

(“Jamais Sans Mon Psy”) Κωμωδία, γαλλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Αρνό Λεμόρ, με τους Κριστιάν Κλαβιέ, Κλερ Σιστ, Κριστιάνα Ρεάλι, Μπαπτίστ Λεκαπλέν κα.

Μπορεί να είναι συμπαθής ο Κριστιάν Κλαβιέ, να γνωρίζει την κωμωδία σε όλες τις πτυχές της, αν και τελευταίως υποδύεται σχεδόν μόνιμα τον χαρακτήρα του λευκού γκρινιάρη, Χριστιανού συντηρητικού αστού Γάλλου και πάτερ φαμίλια, αλλά μάλλον έχει εξαντλήσει το είδος που υπηρετεί. Και ειδικά έχοντας και πάλι τον αδιάφορο, αν μη τι άλλο, σκηνοθέτη Αρνό Λεμόρ («Διακοπές στην Ίμπιζα») που επιμένει σε μία εντελώς ξεπερασμένη και χιλιοφορεμένη συνταγή.

Έτσι, ο Κλαβιέ, προσπαθεί να σηκώσει στις πλάτες του, ακόμη μία μπουφονική φαρσοκωμωδία, που βγάζει γέλιο με το σταγονόμετρο.

Ένας ψυχίατρος, που έχει κουραστεί με τις τρέλες ενός ασθενή του, για να σταματήσει τις συνεδρίες μαζί του, του λέει ότι θα συνεχίσουν μόνο αν βρει τον έρωτα στη ζωή του. Έπειτα από λίγο καιρό, ο νεαρός ασθενής θα γνωρίσει τη γυναίκα της ζωής του. Μόνο που αυτή η κοπέλα θα είναι η κόρη του παλιού του ψυχιάτρου, ο οποίος θα κάνει τα πάντα για να σταματήσει αυτή τη σχέση.

Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, σχεδόν όλη η ταινία περιστρέφεται γύρω από τις πονηριές και τα τεχνάσματα του ψυχιάτρου – Κλαβιέ για να δείξει ότι ο υποψήφιος γαμπρός του δεν είναι στα καλά του και να τον απορρίψει η κόρη του, μόνο που τα αστεία είναι πιο κρύα και απ’ αυτά που κυκλοφορούν στους κύκλους της ψυχιατρικής.

Ο θεατής είναι πάντα ένα βήμα μπροστά από τα αστεία, τα γκαγκς μοιάζουν βγαλμένα από την ανακύκλωση των πιο αδιάφορων κωμωδιών του διδύμου Κλαβιέ – Λεμόρ, ενώ οι γυναικείοι χαρακτήρες παραπέμπουν στις εποχές της ελληνικής κωμωδίας του ’60.

Ο Κλαβιέ, που πασχίζει να αυτοσαρκαστεί και να βγάλει γέλιο μέσα από τους τετριμμένους διαλόγους, βρίσκει ελάχιστη βοήθεια από το υπόλοιπο καστ – πέρα από κάποιους δευτερεύοντες χαρακτήρες που έχουν μία πλάκα – σε μια ταινία που τελικά εναλλάσσει τη μανιέρα με τα κλισέ και μια σκηνοθεσία που μοιάζει αγγαρεία.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… O Νταμιέν αποφασίζει να δώσει τέλος στην ψυχοθεραπεία που κάνει εδώ και χρόνια. Όταν γνωρίζει τη γυναίκα της ζωής του, θα διαπιστώσει ότι ο πατέρας της είναι ο παλιός ψυχίατρός του, ο οποίος δεν πρόκειται ποτέ να τον δεχτεί σαν γαμπρό του.

Το Μονοπάτι του Αλατιού

(“The Salt Path”) Βιογραφικό δράμα, βρετανικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Μάριαν Έλιοτ, με τους Γκίλιαν Aντερσον, Τζέισον Aïζακς, Τζέιμς Λανς κα.

Ακόμη μία κινηματογραφική μεταφορά ενός μπεστ σέλερ, που παρά τις καλές προθέσεις και το ευαίσθητο θέμα που καταπιάνεται, γλιστράει προς μια συμβατική, απλώς συμπαθητική και με όλα τα συγκινητικά κλισέ ταινία.

Βασισμένη στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της Ρέινορ Γουίν (μπεστ σέλερ το 2018), η ταινία, που αποτελεί σκηνοθετικό ντεμπούτο της θεατρικής Μάριαν Έλιοτ, φαίνεται να εγκαταλείπει τον ποταμό κοινωνικών φαινομένων, των καθημερινών δυσβάστακτων ανθρώπινων καταστάσεων, τον στοχασμό για έναν κόσμο παραδομένο στα υλικά αγαθά, για να κρατήσει τους μικρούς παραποτάμους και να τους φουσκώσει δυσανάλογα με συναισθηματικές υπερβολές, πλαισιωμένες από ωραίες εικόνες της άγριας αγγλικής υπαίθρου.

Ένα ζευγάρι μεσόκοπων χάνει το σπίτι του, στο οποίο έζησε για χρόνια και μεγάλωσε τα παιδιά του, που έφυγαν για σπουδές, ενώ ταυτόχρονα ο σύζυγος της Ρέινορ, Μοθ, θα διαγνωστεί με μία σπάνια νόσο του εγκεφάλου. Μαθαίνοντας από την Πρόνοια ότι θα πρέπει να περιμένουν τουλάχιστον δυο χρόνια για να ενταχθούν σε πρόγραμμα κοινωνικής στέγασης, θα αποφασίσουν να διασχίσουν περπατώντας το μονοπάτι της νοτιοδυτικής αγγλικής ακτής, μήκους 1.010 χιλιομέτρων. Κουβαλώντας τα βαριά τους σακίδια και την σκηνή τους, με ελάχιστα χρήματα και επιβιώνοντας με χίλιες δυο δυσκολίες, έχουν μόνο τη βαθιά αγάπη που τους ενώνει και το πείσμα να καταφέρουν να ολοκληρώσουν τη διαδρομή τους.

Υποτονική στο μεγαλύτερο μέρος της και έχοντας ένα σενάριο, που μάλλον διάλεξε τα πιο ανούσια κομμάτια του βιβλίου και διαλόγους γεμάτους στόμφο, αλλά και μια σκηνοθεσία που δεν μπορεί να δώσει πνοή στο φιλμ και στους δυο αξιόλογους πρωταγωνιστές, η ταινία δείχνει άνευρη και πλαδαρή, αν και χειρίζεται με ευαισθησία τη βαθιά αγάπη του ζευγαριού, την ασθένεια του άνδρα και την πεποίθηση ότι παρά τις δυσκολίες οι άνθρωποι πρέπει να συνεχίσουν να στέκονται όρθιοι και να πηγαίνουν μπροστά.

Με το φινάλε, ακόμη μία αστοχία της σκηνοθέτιδας, να είναι περισσότερο γλυκερό και συμβατικό, παρά αισιόδοξο, το φιλμ μοιάζει μάλλον με ένα γλυκανάλατο αγγλικό κέικ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Όταν η Ρέινορ και ο Μοθ χάσουν το σπίτι τους, παίρνουν την τολμηρή απόφαση να περπατήσουν ένα δύσβατο μονοπάτι 630 μιλίων στη νοτιοδυτική ακτή της Αγγλίας. Έχοντας μαζί τους μόνο τα απολύτως απαραίτητα, κάθε βήμα τους είναι μια απόδειξη της δύναμης και της αποφασιστικότητάς τους.

Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:

Ο Μεγάλος Δραπέτης

(“Cool Hand Luke”) Από τις περιπέτειες (1967) που δεν γυρίζονται πλέον, δεν χορταίνεις ποτέ να βλέπεις και στεναχωριέσαι όταν τελειώνει. Ο Στιούαρτ Ρόζεμπεργκ, στο κινηματογραφικό του ντεμπούτο, συναντά έναν εκπληκτικό, λαμπερό και πιο ώριμο από ποτέ, Πολ Νιούμαν, σε μια δραματική περιπέτεια φυλακής, που βασίζεται στο αυτοβιογραφικό ομώνυμο μυθιστόρημα του Ντον Πιρς, που έχει γράψει και το σενάριο. Η πολυεπίπεδη συμβολική ταινία του Ρόζεμπεργκ, θέλει έναν νεαρό χαρισματικό και ανήσυχο πνεύμα, τον Λουκ, να εκτίει την ποινή του σε μία σκληρή αγροτική φυλακή στον αμερικάνικο νότο, να αντιστέκεται σε κάθε είδους εξουσία και να προσπαθεί να δραπετεύσει ανεπιτυχώς, παρά τις προσπάθειες τού διευθυντή της να του τσακίσει το ηθικό. Αριστοτεχνική σκηνοθεσία, που, χωρίς να χάνει ούτε στιγμή την ανεπανάληπτη ψυχαγωγική της δομή, αναδεικνύει την κατάχρηση εξουσίας, τη θέληση για ελευθερία, την ανάγκη για την ύπαρξη ενός ήρωα, την ανθρώπινη φύση και τον σύνθετο ψυχικό κόσμο του αντιήρωα Λουκ, που υποδύεται αξεπέραστα ο Νιούμαν. Δίπλα του ένας αξιοθαύμαστος και διαφορετικός Τζορτζ Κένεντι (Όσκαρ Β Ανδρικού Ρόλου), ο έξοχος Στρόδερ Μάρτιν, αλλά και μια σειρά από ικανότατους καρατερίστες. Υποψήφιος για Όσκαρ Α Ανδρικού ρόλου και ο Νιούμαν, όπως και ο Πιρς για το σενάριο και ο Λάλο Σιφρίν για τη μουσική του. Η ταινία προβάλλεται σε ψηφιακή επανέκδοση, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου σταρ και βεβαίως αποτελεί μία μοναδική ευκαιρία να τη δούμε στη μεγάλη οθόνη.

Ο Μύθος του Μαρακούντα

(“The Myth of Marakuda”) Ρωσικό animation του 2025, που προφανώς επιλέχθηκε η προβολή του για το ανεξάντλητο παιδικό κοινό. Το φιλμ του Βικτορ Γκλουχουσίν, που μιλά για τη σχέση πατέρα – γιου, θέλει τον Μαρακούντα να ταξιδεύει σε ένα μαγικό δάσος και συρρικνώνει, με τη βοήθεια ενός εξωγήινου πουλιού, κατά λάθος τον πατέρα του και να προσπαθεί να επανορθώσει το λάθος του.

Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.

Τελευταίες ειδήσεις

Exit mobile version