Τα τελευταία «νέα» δεν είναι καλά για το φαινομενικά ισχυρό στοιχείο της εγχώριας οικονομίας, δηλαδή τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Ούτε από μέσα, ούτε απ’ έξω…

Και για να μη κατηγορηθούμε ότι σπέρνουμε πεσιμισμό εξηγούμε.

Το εγχώριο ΑΕΠ ως γνωστόν στηρίζεται βασικά σε τρείς παράγοντες.

Ο ένας και ο βασικότερος, αφού στηρίζει διαχρονικά κάτι περισσότερο από περίπου τα 2/3 του ΑΕΠ, είναι η εγχώρια ζήτηση και η ιδιωτική κατανάλωση. Σ’ αυτό μοιάζουμε λιγάκι με τις ΗΠΑ (!), αλλά όπως λέμε σ’ αυτές τις περιπτώσεις, «καμία σχέση»…

Ο δεύτερος παράγοντας, αλλά σε πολύ χαμηλά επίπεδα, είναι η ασθμαίνουσα εξέλιξη του εμπορικού ισοζυγίου, το οποίο βασικά στηρίζεται στην επεξεργασία και εξαγωγές (εισαγόμενων) καυσίμων.

Και ο τρίτος παράγοντας, που παραμένει ο δεύτερος βασικότερος όσο αφορά την επιδραστικότητά του στο ΑΕΠ, είναι οι κοινοτικοί πόροι (Ταμείο Ανάκαμψης, Αγροτικό Ταμείο, «ΕΣΠΑ», κ.λ.π.).

Αν εξετάσουμε – Αυγουστιάτικα – τον πρώτο παράγοντα, διαπιστώνουμε με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ότι αφ’ ενός λόγω πληθωρισμού και αφ’ εταίρου λόγω του δυσανάλογα χαμηλού ρυθμού προσαρμογής των εισοδημάτων, επιβραδύνεται.

Με απλά λόγια αφ’ ενός μειώνεται η πραγματική αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων λόγω του πληθωρισμού που στην Ελλάδα παραμένει υψηλότερος του Μ.Ο. της Ε.Ε. Και αφ’ εταίρου μειώνεται το πραγματικό μέγεθος του διαθέσιμου εισοδήματος λόγω αφ’ ενός της μη τιμαριθμοποιημένης φορολογικής κλίμακας και αφ’ εταίρου λόγω των εξωφρενικά υψηλών έμμεσων φόρων (ΦΠΑ, ΕΦΚ), δηλαδή της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης.

Σύμφωνα με τις τελευταίες δηλώσεις των αρμόδιων υπουργών, ούτε οι άμεσοι φόροι θα προσαρμοσθούν στον αυξημένο πληθωρισμό (δηλαδή σε πραγματικούς όρους η άμεση φορολογική επιβάρυνση θα συνεχίσει να αυξάνεται σε σχέση με το πραγματικό εισόδημα), ούτε ο πιο άδικος έμμεσος φόρος, δηλαδή ο ΦΠΑ και ο ΕΦΚ πρόκειται να μειωθεί στο άμεσο μέλλον. Με απλά λόγια η φορολογική επιβάρυνση στο μη αναλογικά με το ΑΕΠ αυξανόμενο ονομαστικό εισόδημα θα συνεχίσει να αυξάνεται, παρά τις όποιες επιμέρους παρεμβάσεις γίνουν (;) στα φορολογικά κλιμάκια.

Αυτό από μόνο οδηγεί σε επιβράδυνση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος που αποτελεί την κατά κύριο λόγο βάση της καταναλωτικής δαπάνης, δηλαδή των 2/3 και βάλε του ΑΕΠ.

Αν σ’ αυτό το εσωτερικό περιβάλλον συνυπολογίσουμε την κατάσταση που διαμορφώνεται μετά το 2022 (πόλεμος Ουκρανίας, αυξημένες δαπάνες για ΝΑΤΟ), αλλά και τον εμπορικό οικονομικό τραγέλαφο που έχει δημιουργηθεί μετά την 2α Απριλίου από τους δασμούς Τράμπ, γίνεται φανερό ότι το ενδο-ευρωπαϊκό εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας που επηρεάζει – κατά τρίτο λόγο – το ΑΕΠ, δεν έχει μπροστά του και τις καλύτερες μέρες… Ο τουρισμός ασφαλώς είναι ένας σημαντικός παράγοντας σ’ αυτή την εξίσωση, αλλά αποτελεί μία μεταβλητή η οποία δεν εξαρτάται από τις εγχώριες εξελίξεις και σε κάθε περίπτωση, επηρεάζει αλλά δεν καθορίζει την τάση της οικονομικής δραστηριότητας.

Και πάμε στον τρίτο, αλλά δεύτερο τη τάξη όσο αφορά την σημασία του σημαντικό παράγοντα, την εισροή κοινοτικών πόρων που αποτελεί την βάση των επενδύσεων.

Εδώ ο παράγοντας «επενδύσεις» με κοινοτικούς πόρους στις δομές της οικονομίας είναι τόσο καθοριστικός – έχει περιθωριοποιηθεί εντελώς το Εθνικό Πρόγραμμα Επενδύσεων – που η όποια μεταβολή τους μπορεί να ανατρέψει τα βασικά δεδομένα του προϋπολογισμού μακροπρόθεσμα. Με δεδομένο – μέχρι στιγμής – ότι η ροή των πόρων (δανειακών και μη) του Ταμείου Ανάκαμψης έχει διάρκεια άλλους δώδεκα μήνες (διακόπτεται τον Αύγουστο του 2026) και με (κρατικές) επιφυλάξεις για το κατά πόσο μέχρι τότε μπορούν να απορροφηθούν οι διαθέσιμοι πόροι, τίθεται ένα μεγάλο ερώτημα.

Τι θα γίνει από το 2027;

Κάτι το οποίο δεν είναι μακριά, αλλά σε λιγότερο από ενάμιση χρόνο από σήμερα που το συζητάμε.

Όσο για τα Προγράμματα του νέου κοινοτικού Προϋπολογισμού το ερώτημα είναι ακόμα μεγαλύτερο, καθώς αφ’ ενός οι διαφωνίες στο εσωτερικό της ΕΕ και αφ’ εταίρου η «εισβολή» του ΝΑΤΟ στην διάθεση των κοινοτικών πόρων, έχουν ανατρέψει τα μέχρι σήμερα δεδομένα που αφορούσαν στο άξονα των πολιτικών σύγκλισης στην ΕΕ.

Στους προαναφερθέντες «όρους» που διαμορφώνουν την προοπτική του ΑΕΠ δεν έχουν συμπεριληφθεί άλλες «αναπάντεχες» εξελίξεις, από αυτές που συμβαίνουν συχνά τα τελευταία χρόνια.

Οι «όροι» αυτοί όμως με την σειρά τους επηρεάζουν την σχετική εικόνα του δημόσιου χρέους της χώρας (Χρέος/ΑΕΠ), καθορίζοντας το – ευτυχώς – εν μέρη μεταβλητό κόστος εξυπηρέτησής του και προσθέτουν έτσι άλλον ένα επιβαρυντικό παράγοντα…

Στην συνολική αυτή «εικόνα», όχι ιδιαίτερα αισιόδοξη με τα σημερινά δεδομένα, θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς ότι υπάρχει μία ενδιαφέρουσα χρονική «σύμπτωση».

Ο οικονομικός «κύκλος» με τους όρους αυτούς, κλείνει σχεδόν ταυτόχρονα με τον λεγόμενο εκλογικό πολιτικό κύκλο.

Το ερώτημα βέβαια είναι αν αυτή η «σύμπτωση» δημιουργεί περιθώρια και δυνατότητες για διαφορετικές προσδοκίες (οικονομικές) ή όχι… Αλλά αυτό είναι κάτι που μπορούμε να το συζητάμε τον Αύγουστο, αλλά θα αρχίσει να γίνεται έντονο και πολύ σοβαρό μετά το φθινόπωρο κατά πως φαίνεται…

Σχόλια
Σχολίασε εδώ
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας