Εκλογικό θρίλερ εκτυλίσσεται στη Γερμανία, καθώς αμφίρροπη παραμένει η μάχη για τη νίκη στις κρατιδιακές εκλογές του Βρανδεμβούργου, με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) να προηγείται οριακά έναντι της Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD).
Συγκεκριμένα, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) προηγείται με ποσοστό 31,1% (+4,5 από το 2019), ανατρέποντας τις δημοσκοπήσεις και την Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) να ακολουθεί με 29,6% (+6,1).
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Τη μάχη για την τρίτη θέση φαίνεται ότι κερδίζει η νεοσύστατη «Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ» (BSW), η οποία φθάνει στο 13,1%, αφήνοντας τέταρτο το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU) με 12,1% (-3,5).
Οι Πράσινοι βρίσκονται αυτή την στιγμή εκτός βουλής, στο 4,6% (-6,2), ενώ σε συρρίκνωση των ποσοστών της Αριστεράς στο 2,9% (-7,8) φαίνεται ότι οδήγησε η αποχώρηση της Ζάρα Βάγκενκνεχτ και η ίδρυση δικού της κόμματος.
Ο πρωθυπουργός Ντίτμαρ Βόιντκε (SPD) εμφανίστηκε συγκρατημένα αισιόδοξος για την έκβαση της αποψινής αναμέτρησης και έκανε λόγο για «πολλή δουλειά» πίσω από την επιτυχία της παράταξής του. Ο ίδιος, εξαιρετικά δημοφιλής στο Βρανδεμβούργο, είχε δηλώσει προεκλογικά ότι, εάν το SPD έχανε, ο ίδιος θα αποχωρούσε. «Όποιος θέλει Βόιντκε, ψηφίζει SPD», ήταν το σύνθημα της εκστρατείας του και η αντίπαλός του Αλίς Βάιντελ από την AfD υποστήριξε ότι τελικά το SPD έλαβε ψήψους και από υποστηρικτές άλλων κομμάτων, όπως π.χ. των Πρασίνων.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι
Ως «πρόβλημα» περιέγραψε την «ψήφο στρατηγικής» και η αρχηγός των Πρασίνων Ρικάρντα Λανγκ. Το κόμμα της μπορεί πάντως ακόμη να ελπίζει ότι θα εξασφαλίσει την είσοδό του στην βουλή, μέσω της απευθείας εκλογής ενός υποψηφίου της. Στο Βρανδεμβούργο ο εκλογικός κανονισμός προβλέπει ότι αν ένα κόμμα εκλέξει έστω και έναν βουλευτή με απευθείας εκλογή, εξασφαλίζει την είσοδό του στη Βουλή ανεξαρτήτως του συνολικού ποσοστού του.
Το CDU από την πλευρά του βρίσκεται αντιμέτωπο με το ιστορικά χειρότερο εκλογικό αποτέλεσμά του στην ανατολική Γερμανία. Ο γενικός γραμματέας του κόμματος Κάρστεν Λίνεμαν απέδωσε τα χαμηλά ποσοστά του CDU στην μονομαχία μεταξύ του Ντίτμαρ Βόιντκε και του επικεφαλής υποψηφίου της AfD Κρίστοφ Μπερντ, η οποία οδήγησε τελικά σε πόλωση τους ψηφοφόρους. Η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) είχε φροντίσει να αποφασίσει για το χρίσμα του υποψήφιου καγκελάριου ήδη πριν από τις σημερινές εκλογές, με τον αρχηγό του CDU να το κατοχυρώνει για τον εαυτό του και απαλλάσσεται ήδη νωρίς από το άγχος του εκλογικού αποτελέσματος.
Η κυβέρνηση υπό τον Ντίτμαρ Βόιντκε (SPD, CDU, Πράσινοι) δεν φαίνεται για την ώρα να μπορεί να συνεχίσει και, με δεδομένη την άρνηση όλων των κομμάτων να συνεργαστούν με την AfD, ενδεχομένως να χρειαστεί η συμμαχία με την Ζάρα Βάγκενκνεχτ. Ήδη ο κ. Βόιντκε έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο διαπραγματεύσεων με την BSW.
Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, ο οποίος ψήφισε επιστολικά καθώς βρίσκεται στην Νέα Υόρκη στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, δεν είχε πολλά να κερδίσει από ενδεχόμενη νίκη του κόμματός του στο Βρανδεμβούργο, όπου το SPD έχει κερδίσει όλες τις εκλογές από το 1990. Είχε ωστόσο να χάσει πολλά σε περίπτωση ήττας, καθώς υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια στο εσωτερικό του κόμματός του τόσο για τον ίδιο όσο και για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ντίτμαρ Βόιντκε επέλεξε να δώσει την προεκλογική μάχη ποντάροντας στο προσωπικό του κεφάλαιο και χωρίς τον καγκελάριο, ο οποίος είναι μάλιστα κάτοικος Βρανδεμβούργου, επειδή δεν ήθελε να μοιραστεί την φθορά της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Με τις εκλογές στο Βρανδεμβούργο ολοκληρώνεται μία εξαιρετικά δύσκολη εκλογική χρονιά για την κυβέρνηση και όχι μόνο, με την ήττα των κομμάτων του ομοσπονδιακού συνασπισμού και την εμπέδωση της ανόδου των άκρων στις ευρωεκλογές, στην Σαξονία και στην Θουριγγία. Οι επόμενες κρατιδιακές εκλογές θα γίνουν τον Μάρτιο στο παραδοσιακά σοσιαλδημοκρατικό Αμβούργο και ο Όλαφ Σολτς αργά ή γρήγορα θα έρθει αντιμέτωπος και με το ερώτημα του εάν τελικά θα διατηρήσει το προνόμιο να τεθεί και πάλι επικεφαλής του προεκλογικού αγώνα του SPD ενόψει των ομοσπονδιακών εκλογών του φθινοπώρου του 2025 ή θα αναγκαστεί να αποχωρήσει υπέρ ενός υποψηφίου με μεγαλύτερη δημοτικότητα, όπως ο υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους.