Site icon NewsIT
09:51 | 17.09.13

Έτσι ψηφίζουν οι Γερμανοί! Το εκλογικό σύστημα

Newsit Newsroom

Ποιό είναι το εκλογικό σύστημα της Γερμανίας; Πως κατανέμονται οι έδρες; Πως χρηματοδοτούνται τα κόμματα; Ποιοί έχουν διατελέσει καγκελάριοι της Γερμανίας; Όλα όσα θέλετε να μάθετε για τις γερμανικές εκλογές.

Η Ομοσπονδιακή Κάτω Βουλή αποτελείται από 598 βουλευτές, οι οποίοι εκλέγονται από τους ψηφοφόρους με βάση δύο ξεχωριστά ψηφοδέλτια. Οι ειδικοί μιλούν για ένα μικτό εκλογικό σύστημα, το οποίο παρουσιάζει χαρακτηριστικά τόσο του πλειοψηφικού, όσο και του αναλογικού συστήματος.

Με το πρώτο ψηφοδέλτιο (ονομαστικό) οι ψηφοφόροι αποφασίζουν ονομαστικά για τους βουλευτές των 299 εκλογικών περιφερειών. Εκλέγεται, όποιος λάβει τις περισσότερες ψήφους στην εκάστοτε περιφέρεια.

Με το δεύτερο ψηφοδέλτιο (κομματικό) οι ψηφοφόροι ψηφίζουν το κόμμα της αρεσκείας τους. Αυτή η ψήφος καθορίζει σύμφωνα με την αρχή της απλής αναλογικής την κατανομή των εδρών ανά κόμμα στην Ομοσπονδιακή Κάτω Βουλή, κι επομένως τη δύναμη της εκάστοτε κοινοβουλευτικής ομάδας.

Με τον τρόπο αυτό λαμβάνονται υπόψη και τα μικρότερα κόμματα, που δεν έχουν κερδίσει καμία εκλογική περιφέρεια με βάση τα ονομαστικά ψηφοδέλτια. Θα πρέπει, όμως, να έχουν εξασφαλίσει σε ομοσπονδιακό επίπεδο τουλάχιστον το 5% των ψήφων για να εισέλθουν στη Ομοσπονδιακή Κάτω Βουλή.

Εάν κάποιο μικρό κόμμα έχει κερδίσει με βάση τα ονομαστικά ψηφοδέλτια τουλάχιστον τρεις εκλογικές περιφέρειες, συμπεριλαμβάνεται και στην συνολική κατανομή των εδρών με βάση τα κομματικά ψηφοδέλτια, ακόμη κι αν δεν έχει υπερβεί το όριο του 5% σε ομοσπονδιακό επίπεδο.

Εάν ένα κόμμα αποσπάσει με βάση τα ονομαστικά ψηφοδέλτια, αριθμό βουλευτών μεγαλύτερο από εκείνον, που του αντιστοιχεί συνολικά βάσει του ποσοστού που συγκέντρωσε από τα κομματικά ψηφοδέλτια, τότε δεν χάνει τις έδρες αυτές. Σε αυτή την περίπτωση μιλάμε για υπεράριθμες έδρες, λόγω των οποίων αυξάνεται ο συνολικός αριθμός των βουλευτών.

Εάν, αντίθετα, ο αριθμός των εδρών ενός κόμματος που κερδήθηκαν σ’ ένα κρατίδιο με βάση τα κομματικά ψηφοδέλτια, είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των ονομαστικά εκλεγμένων υποψηφίων βουλευτών του, τότε για την εκλογή βουλευτών λαμβάνεται υπόψη η σειρά προτεραιότητάς τους στο κομματικό ψηφοδέλτιο του κρατιδίου. Για το λόγο αυτό και προκειμένου να αυξήσουν τις πιθανότητες εκλογής τους, οι υποψήφιοι πολύ συχνά διεξάγουν αφενός προσωπικό προεκλογικό αγώνα σε μία εκλογική περιφέρεια, και αφετέρου συμμετέχουν και στο κομματικό ψηφοδέλτιο του κόμματός τους στην ίδια περιφέρεια.

Το εκλογικό σύστημα, εφαρμόζεται από το 1953. Οι ψηφοφόροι μπορούν επίσης να “μοιράσουν” την ψήφο τους. Η μία ψήφος μπορεί να είναι υπέρ του υποψηφίου ενός κόμματος, ενώ η άλλη μπορεί να είναι υπέρ διαφορετικού κόμματος. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να ευνοηθεί η λύση ενός δικομματικού συνασπισμού, όπου λόγου χάρη η πρώτη ψήφος δίνεται στον υποψήφιο ενός μεγάλου κόμματος, ενώ η δεύτερη ψήφος σε ένα μικρό κόμμα, που δεν διατηρεί πολλές ελπίδες εκλογής στη συγκεκριμένη περιφέρεια.

Το όριο του 5%

Το πολιτικό σύστημα της Γερμανίας στοχεύει στη σταθερότητα. Για να αποτραπεί ο κατακερματισμός, τα κόμματα συμμετέχουν στην κατανομή βουλευτικών εδρών μόνο, εφόσον κατακτήσουν σε ολόκληρη την επικράτεια τουλάχιστον 5% των ψήφων των κομματικών ψηφοδελτίων, ή τρεις ονομαστικές βουλευτικές έδρες με βάση τα ονομαστικά ψηφοδέλτια.

Το όριο αυτό καθιερώθηκε το 1953.

Μία εξαίρεση στο όριο του 5% έγινε μόνο κατά τις πρώτες πανγερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές του 1990, οι οποίες έγιναν αμέσως μετά την επανένωση της Γερμανίας. Για να δοθεί στα μικρότερα κόμματα της ανατολικής Γερμανίας μία ευκαιρία, το όριο του 5% έπρεπε να επιτευχθεί μόνο στα συγκεκριμένα ομοσπονδιακά κρατίδια.

Τα κόμματα – Πως συμμετέχουν – Πως χρηματοδοτούνται

Στη γερμανική πολιτική σκηνή τα κόμματα κατέχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Βάσει του Συντάγματος συμμετέχουν στη διαμόρφωση της πολιτικής βούλησης. Στην πραγματικότητα, όμως, διαμορφώνουν την πολιτική συζήτηση και επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την κυβέρνηση.

Στις εφετινές ομοσπονδιακές εκλογές θα συμμετάσχουν συνολικά 34 κόμματα. Μεταξύ αυτών τα κόμματα με παρουσία τουλάχιστον πέντε βουλευτών στην Ομοσπονδιακή Κάτω Βουλή ή στα τοπικά κοινοβούλια των Ομοσπονδιακών Κρατιδίων, όπως το SPD, το CDU, το CSU, οι Πράσινοι (Grüne), το FDP και η Αριστερά (Die Linke).

Δεν απαιτείται κρατική άδεια για τη λειτουργία των κομμάτων. Πρέπει μόνο να είναι καταχωρημένα από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Διεξαγωγής Εκλογών. Βάσει του καταστατικού και του προγράμματος ελέγχεται, αν πρόκειται πράγματι για πολιτικό κόμμα. Οι στόχοι και η ιδεολογία του εκάστοτε κόμματος δεν παίζουν κανένα ρόλο στη διαδικασία αυτή. Ένα κόμμα καθίσταται ανενεργό, όταν δεν συμμετέχει για έξι χρόνια σε καμία εκλογική αναμέτρηση.

Η χρηματοδότηση των κομμάτων ρυθμίζεται νομοθετικά. Λαμβάνουν κρατικές επιχορηγήσεις, οι οποίες εξαρτώνται κυρίως από το εκλογικό αποτέλεσμα. Η προέλευση και η αξιοποίηση των πόρων πρέπει να δημοσιοποιούνται.

Μόνο το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει την απαγόρευση ενός κόμματος. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να αποδειχθεί, ότι το εν λόγω κόμμα περιορίζει ή απειλεί την ελευθερία και τη δημοκρατική τάξη.

Ομοσπονδιακός Καγκελάριος

Ο/η καγκελάριος ψηφίζεται από την Ομοσπονδιακή Κάτω Βουλή μετά από πρόταση του Προέδρου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Εκείνος ή εκείνη κατέχει την ανώτερη θέση στην κυβέρνηση. Οι Ομοσπονδιακοί Υπουργοί χρίζονται κατόπιν προτάσεως του/της καγκελαρίου. Μαζί με τον/την αρχηγό της κυβέρνησης, οι υπουργοί συγκροτούν την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση. Ο/η καγκελάριος καθορίζει τις κατευθυντήριες γραμμές της πολιτικής.

Η πρόεδρος των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών (CDU), Άνγκελα Μέρκελ, είναι από το 2005 η πρώτη γυναίκα στο θώκο της καγκελαρίας.

Από τις πρώτες ομοσπονδιακές εκλογές του 1949, συνολικά επτά άνδρες και μία γυναίκα καθόρισαν τη μοίρα, κατ’ αρχήν της Δημοκρατίας της Βόννης και μετά το 1990 τη μοίρα ολόκληρης της Γερμανίας.

Πέντε ομοσπονδιακοί καγκελάριοι αναδείχθηκαν από το κόμμα της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU), η οποία κυβέρνησε τη χώρα τις περιόδους 1949 έως το 1969, 1982 έως 1998 και 2005 μέχρι σήμερα, σχηματίζοντας διαφορετικούς συνασπισμούς με τα κόμματα FDP, Deutsche Partei (DP) και SPD. Τρεις φορές πήρε το SPD τα ηνία, μεταξύ 1969 και 1982 με τη στήριξη του FDP και από το 1998έως το 2005 με τη στήριξη των Πράσινων (Grüne).

Ο Χέλμουτ Κολ της CDU κυβέρνησε επί 16 έτη, αποτελώντας τον μακροβιότερο Ομοσπονδιακό Καγκελάριο. Στα χρόνια της διακυβέρνησής του πραγματοποιήθηκε η επανένωση της Γερμανίας (1990).

Γερμανοί Ομοσπονδιακοί Καγκελάριοι:

Κόνραντ Άντεναουερ (CDU) 15.09.1949 – 15.10.1963

Λούντβιχ Έρχαρτ (CDU) 16.10.1963 – 01.12.1966

Κουρτ Γκέοργκ Κίζινγκερ (CDU) 01.12.1966 – 21.10.1969

Βίλυ Μπραντ (SPD) 21.10.1969 – 07.05.1974

Χέλμουτ Σμιτ (SPD) 16.05.1974 – 01.10.1982

Χέλμουτ Κολ (CDU) 01.10.1982 – 26.10.1998

Γκέρχαρντ Σρέντερ (SPD) 27.10.1998 – 22.11.2005

Άνγκελα Μέρκελ (CDU) 22.11.2005 –

ΠΗΓΗ: griechenland.diplo.de

Τελευταίες ειδήσεις

Exit mobile version