Σάββατο, 27 Απρ.
22oC Αθήνα

Nyad: Η αληθινή ιστορία πίσω από τη ταινία του Netflix με τις Ανέτ Μπένινγκ και Τζόντι Φόστερ υποψήφιες για Όσκαρ

Nyad: Η αληθινή ιστορία πίσω από τη ταινία του Netflix με τις Ανέτ Μπένινγκ και Τζόντι Φόστερ υποψήφιες για Όσκαρ

Η ταινία «Nyad» στο Netflix φέρνει στο προσκήνιο την ιστορία της Νταϊάνα Νάιαντ και το επίτευγμά της να κολυμπήσει 110 μίλια, από την Αβάνα μέχρι τη Φλόριντα.

Το επικό κατόρθωμα της κολυμβήτριας ενέπνευσε την ταινία του Netflix «Nyad», με πρωταγωνίστριες την υποψήφια για Όσκαρ Α’ γυναικείου Ρόλου, Ανέτ Μπένινγκ στον ρόλο της κολυμβήτριας και την υποψήφια για Όσκαρ Β’ γυναικείου Ρόλοy Τζόντι Φόστερ, που υποδύεται την προπονήτρια, Μπόνι Στολ.

Τη σκηνοθεσία της ταινίας υπογράφουν οι Τζίμι Τσιν και Ελίζαμπεθ Τσάι Βασαρέλι – το κινηματογραφικό ζευγάρι πίσω από το Free Solo, το εκπληκτικό ντοκιμαντέρ του 2019 για τον Άλεξ Χόνολντ.

Οι αποτυχημένες προσπάθειες, το κατόρθωμα και η αμφισβήτηση

Στις 2 Σεπτεμβρίου 2013 και ώρα 13:30 η Νταϊάνα Νάιαντ βγήκε στην παραλία του Κι Γουέστ της Φλόριντα, 53 ώρες αφότου μπήκε για πρώτη φορά στο νερό στην Αβάνα της Κούβας.

Τα χείλη της ήταν πρησμένα, τα χέρια της κάτασπρα, γεμάτα ρυτίδες και τα πόδια της μετά βίας μπορούσαν να την κρατήσουν όρθια μετά τα 177 χιλιόμετρα που είχε κολυμπήσει σε νερά γεμάτα καρχαρίες και μέδουσες, σε μια θάλασσα γεμάτη κινδύνους με έναν καιρό απρόβλεπτο.

«Θέλω να πω τρία πράγματα. Πρώτον, ποτέ μα ποτέ μην τα παρατάτε. Δεύτερον, ποτέ δεν είσαι μεγάλος να κυνηγήσεις τα όνειρά σου. Και τρίτον, φαίνεται να είναι μοναχικό άθλημα, αλλά αγωνίζεται ολόκληρη ομάδα».

Αυτές ήταν οι πρώτες της κουβέντες στο έκπληκτο πλήθος των θεατών που την χειροκροτούσε ασταμάτητα.

Στη συνέχεια θα έπεφτε στην αγκαλιά της προπονήτριας και καλύτερης φίλης της, Μπόνι Στολ.

Είχαν προηγηθεί τέσσερις αποτυχημένες απόπειρες. Στην πέμπτη τα κατάφερε.

Το 1978, η 29χρονη τότε Νταιάνα Νάιαντ, αποφάσισε να κολυμπήσει από την Αβάνα της Κούβας στο Κι Γουέστ της Φλόριντα, διανύοντας μία απόσταση 103 μιλίων, σε μία θάλασσα με καρχαρίες και δηλητηριώδεις μέδουσες.

Θα ήταν ο πρώτος άνθρωπος που θα το τολμούσε χωρίς προστατευτικό κλουβί.

Όμως, ο καιρός δεν της επέτρεψε να συνεχίσει και η κολυμβήτρια μεγάλων αποστάσεων, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει, έχοντας διανύσει σχεδόν 80 μίλια σε 42 ώρες.

Δεν το έβαλε κάτω. Την επομένη χρονιά, το 1979, έκανε 102 μίλια από το Μπίμινι στις Μπαχάμες μέχρι τη Φλόριντα σε 27,5 ώρες, σημειώνοντας ρεκόρ κολύμβησης ανοιχτής θαλάσσης.

Σε ηλικία 30 ετών, αποσύρθηκε από την αγωνιστική κολύμβηση και τα επόμενα χρόνια αφοσιώθηκε στην αθλητική δημοσιογραφία.

Ωστόσο, το 2011, στα 60ά γενέθλιά της, θέλησε να κυνηγήσει ξανά τον στόχο που είχε αφήσει στη μέση όταν ήταν νέα.

Κάτι μέσα της την έτρωγε και δεν μπορούσε να το ξεχάσει.

Ήθελε να ξαναπροσπαθήσει, ένιωθε ότι θα τα καταφέρει. «Δεν τα κατάφερες όταν ήσουν 28 ετών. Τώρα είσαι 60» της λέει η Στολ στην ταινία. 

Χρειάστηκαν ακόμη τρεις προσπάθειες, επί τρία χρόνια, αλλά τελικά τα κατάφερε το 2013, σε ηλικία 64 ετών, μετά από 53 ολόκληρες ώρες κολύμβησης, και απόλυτης εξάντλησης, φορώντας μια μάσκα σιλικόνης για να προστατεύσει το πρόσωπό της από τις μέδουσες.

Ένα όνειρο ζωής είχε γίνει πραγματικότητα. «Ήθελα να αποδείξω στους 60χρονους ότι ποτέ δεν είναι αργά για να ξεκινήσεις τα όνειρά σου», δήλωσε τότε.

Η ιστιοπλοϊκή της ομάδα καθώς και η καλύτερή της φίλη και προπονήτρια, Μπόνι Στολ – που την υποδύεται Τζόντι Φόστερ στην ταινία «Nyad» – ήταν δίπλα της σε κάθε βήμα της τετραετούς διαδρομής της.

Έπειτα από 36 χρόνια και πέντε προσπάθειες, γίνεται επιτέλους ο πρώτος άνθρωπος που κάνει το επικίνδυνο ταξίδι χωρίς κλουβί προστασίας από τους καρχαρίες, όπως είχαν κάνει ο Γουόλτερ Πένις και η Σούζι Μαρόνεϊ το 1978 και το 1997, αντίστοιχα.

Η αμφισβήτηση

Στα 64 της είχε καταφέρει να ολοκληρώσει τον απίθανο άθλο αλλά δεν πέρασαν πολλές μέρες πριν ξεσπάσει ένα κύμα αμφισβήτησης.

Η Ομοσπονδία και το βιβλίο Γκίνες δεν αναγνώρισαν το επίτευγμα λόγω της έλλειψης ανεξάρτητων παρατηρητών ενώ κάποιοι άλλοι κολυμβητές εξέφρασαν ανοιχτά τις αμφιβολίες τους και αμφισβητούν το ότι τα πράγματα έγιναν όπως περιγράφονται.

Δεν αναγνωρίζουν τον άθλο της Νάιαντ, επειδή «αυτοσχεδίασε με τους κανόνες», επειδή «υπάρχουν πολλές αντιφάσεις στα λεγόμενα της»…

Τα ερωτήματα πολλά να επισκιάζουν το επίτευγμα. Πώς άντεξε τόσες ώρες χωρίς φαγητό και νερό; Μήπως είχε κάποια βοήθεια; Γιατί δεν βιντεοσκοπήθηκε ολόκληρη η προσπάθειά της;

Ο πλοηγός της 64χρονης Αμερικανίδας, Τζον Μπάρτλετ, ο οποίος δεν ζει πια, είχε πει ότι της είχε υποδείξει λεπτομερείς κινήσεις στο ρεύμα του Κόλπου που δημιούργησαν ευνοϊκές δίνες στην πορεία της προς τη Φλόριντα.

Επίσης, η προπονήτριά της είχε αναπτύξει ένα διάλυμα ηλεκτρολυτών από το οποίο έπινε, με ένα παγούρι, για να πάρει ζωτική ενέργεια.

Η Νταϊάνα Νάιαντ επέμεινε ότι με τους όρους της εποχής τα έκανε όλα όπως έπρεπε. Ποτέ δεν βγήκε από το νερό, ποτέ δεν έλαβε την παραμικρή βοήθεια, ποτέ δεν ακούμπησε τη βάρκα ή τα καγιάκ. 

Αν και έχει επανειλημμένως αποκρούσει ως ψεύτικους τους ισχυρισμούς για παρατυπίες, ωστόσο παραδέχτηκε ότι ίσως έπρεπε να μην ήταν τόσο αλαζόνας.

«Πίστευα ότι είχαμε δώσει όλες τις αναγκαίες αποδείξεις. Ίσως να ήταν ύβρις από την πλευρά μου που σκέφτηκα ότι δεν χρειάζεται να αποδείξω τίποτα σε κανέναν».

Ένα ακόμα στοιχείο του χαρακτήρα της που δεν κρύβεται στο φιλμ είναι η συνήθειά της να «παραφουσκώνει» τα κατορθώματά της και μάλιστα υπάρχουν στιγμές που η προπονήτριά της, Μπόνι Στολ την πειράζει για αυτό.

Όπως και να έχει, οι δημιουργοί της ταινίας επέλεξαν να μην επικεντρωθούν στην αμφισβήτηση της κολύμβησης της Νάιαντ, αλλά στο ταξίδι που οδηγεί σε αυτό, για αυτό και η ίδια δεν είχε καμία εμπλοκή στη δημιουργία της ταινίας, εκτός από το να εκπαιδεύσει την Μπένινγκ, που την υποδεύεται, μέσα το νερό.

«Αυτή η ταινία είναι για μια γυναίκα που ξύπνησε στα 60 και συνειδητοποίησε ότι δεν είχε τελειώσει», λέει ο Βασαρέλι, ένας από τους δύο σκηνοθέτες. 

«Γιατί μαμά δεν μπορώ να δω την Κούβα από εδώ;»

Από 9 χρονών κοριτσάκι της γεννήθηκε η επιθυμία να κάνει αυτό το ακατόρθωτο για πολλούς ταξίδι.

«Γιατί μαμά δεν μπορώ να δω την Κούβα από εδώ;», ρώτησε τη μητέρα της ενώ καθόντουσαν σε μια παραλία της Φλόριντα. «Είναι πέρα από τον ορίζοντα. Αλλά αν συνεχίσεις να κολυμπάς τόσο καλά, μια μέρα θα φτάσεις», της απάντησε. Και κάπως έτσι έγινε στόχος.

Ούτε η κακοποίηση από τον προπονητή της σε παιδική ηλικία δεν ήταν ικανή για να την σταματήσει. 

Και ο στόχος έγινε εμμονή, ακόμα και σε μία ηλικία θεωρητικά απαγορευτική για να το σκεφτεί, πόσω μάλλον για να το τολμήσει.

Δηλώνει άλλωστε ότι το όνομά της παραπέμπει στις Ναϊάδες, τις μυθολογικές νύμφες των λιμνών, των ποταμών και του Ωκεανού, κάτι που της το είχε πει ο πατέρας της που ήταν Έλληνας και πίστευε στη μοίρα, στο πεπρωμένο. 

Στο παρακάτω βίντεο εξιστορεί την ιστορία και μιμείται την ελληνοαμερικάνικη προφορά:

«Ήμουν 5 ετών και ο πατέρας μου δείχνει το λεξικό Webster και μου λέει: “Αγάπη μου, περιμένω πέντε χρόνια για να σου το δείξω. Το όνομά σου. Το όνομά σου, στην ελληνική μυθολογία – οι πρόγονοί μου! – λέει πως είναι οι νύμφες που κολυμπούσαν στις λίμνες και στα ποτάμια και στον ωκεανό. Αυτό είναι το πεπρωμένο σου».

Οι φωτογραφίες είναι από το ΑΠΕ-ΜΠΕ 

Lifestyle Τελευταίες ειδήσεις