Παρά την είσοδο των ΗΠΑ στην πολεμική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή και τα αεροπορικά πλήγματα σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, οι διεθνείς αγορές εμφανίζονται –αν μη τι άλλο– συγκρατημένες.
Ενώ ένα τέτοιο γεωπολιτικό γεγονός ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή υπό φυσιολογικές συνθήκες θα προκαλούσε κύμα ρευστοποιήσεων και μαζική στροφή προς ασφαλή καταφύγια, οι επενδυτές στις παγκόσμιες αγορές δείχνουν να αξιολογούν την κρίση ως ελεγχόμενη, με περιορισμένες συστημικές συνέπειες.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο παγκόσμιος δείκτης MSCI World καταγράφει οριακή κάμψη 0,12% στις συναλλαγές της Δευτέρας (23.06.2025), ενώ οι αποδόσεις των ασφαλών επενδυτικών επιλογών είναι μεικτές: το ιαπωνικό γιεν υποχώρησε 0,64% έναντι του δολαρίου, ο χρυσός κινείται επίσης ελαφρώς πτωτικά κατά 0,23%, ενώ ο δείκτης δολαρίου ενισχύθηκε κατά 0,35%. Η αντίδραση αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την αρχική βουτιά των αγορών κατά την πρώτη επίθεση του Ισραήλ κατά του Ιράν, λίγες ημέρες νωρίτερα.
Σύμφωνα με το CNBC, ο Νταν Άιβς της Wedbush εκτιμά ότι οι αγορές βλέπουν τη στοχευμένη επίθεση των ΗΠΑ ως «λύτρωση» από τον κίνδυνο της ιρανικής πυρηνικής απειλής, γεγονός που αφαιρεί το ενδεχόμενο μιας ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης. «Πιστεύουμε ότι ο κίνδυνος εξάπλωσης του πολέμου στην ευρύτερη περιοχή είναι περιορισμένος και αυτό αποτιμάται ήδη στα risk assets», τόνισε.
Το επόμενο κρίσιμο ερώτημα είναι πώς θα αντιδράσει η Τεχεράνη. Ο Ιρανός ΥΠΕΞ προειδοποίησε ότι η χώρα του «διατηρεί όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά», ενώ κρατικά μέσα ενημέρωσης μετέδωσαν ότι το κοινοβούλιο ενέκρινε το κλείσιμο του Στενού του Ορμούζ – της θαλάσσιας αρτηρίας από την οποία διέρχονται ημερησίως περίπου 20 εκατ. βαρέλια πετρελαίου. Το ενδεχόμενο αυτό θεωρείται από πολλούς αναλυτές ως το χειρότερο δυνατό σενάριο για τις αγορές: εφόσον συμβεί, οι τιμές του πετρελαίου θα ξεπεράσουν άμεσα τα 100 δολάρια το βαρέλι, οι μετοχές θα δεχτούν πιέσεις άνω του 10% και τα κεφάλαια θα κινηθούν μαζικά προς ασφαλή καταφύγια.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ωστόσο, η πλειοψηφία των ειδικών υποβαθμίζει την πιθανότητα υλοποίησης αυτής της απειλής. Ο Πίτερ Μπούκβαρ της Bleakley Financial σημειώνει ότι «αν το Ιράν αποδεχθεί το τέλος του στρατιωτικού του πυρηνικού προγράμματος, τότε το επεισόδιο μπορεί να τελειώσει εδώ και οι αγορές να συνεχίσουν απρόσκοπτα». Ο στρατηγικός αναλυτής Μαρκ Πάπιτς από τη GeoMacro Strategy ήταν ακόμη πιο κατηγορηματικός: «Το Ιράν γνωρίζει ότι το κλείσιμο του Ορμούζ θα προκαλούσε συντριπτική απάντηση από τις ΗΠΑ, αλλά και από τα κράτη του Κόλπου, τα συμφέροντα των οποίων θα επηρεάζονταν άμεσα».
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Τεχεράνη απειλεί με αποκλεισμό του Ορμούζ. Παρόμοιες δηλώσεις είχαν γίνει και το 2011–2012, καθώς και το 2018 όταν οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα. Ποτέ, ωστόσο, δεν πέρασαν από τη ρητορική στην πράξη, στοιχείο που οι αγορές ενσωματώνουν πλέον ως βασικό τους σενάριο.
Ο Έντ Γιαρντένι, ιδρυτής της Yardeni Research, διατηρεί μάλιστα αμείωτη την αισιοδοξία του για τις αμερικανικές αγορές. Εκτιμά πως ο Τραμπ ενίσχυσε την αποτρεπτική ισχύ των ΗΠΑ και επαναβεβαίωσε το δόγμα «ειρήνη μέσω ισχύος», προβλέποντας τον δείκτη S&P 500 στις 6.500 μονάδες ως το τέλος του 2025. Αν και παραδέχεται ότι η πρόβλεψη γεωπολιτικών εξελίξεων στη Μέση Ανατολή είναι εξαιρετικά επισφαλής, θεωρεί πως η καταστροφή των ιρανικών πυρηνικών υποδομών ανοίγει τον δρόμο για έναν «ριζικό μετασχηματισμό» της περιοχής.
Οι επενδυτές, λοιπόν, φαίνεται πως –τουλάχιστον προς το παρόν– διαβάζουν τη στρατιωτική εμπλοκή ως ένα γεγονός με περιορισμένη διάρκεια και σχετικά καθορισμένα όρια. Με δεδομένο ότι η αγορά τείνει να αποτιμά περισσότερο την προοπτική και λιγότερο την ηχηρή επικαιρότητα, η γεωπολιτική κρίση δεν έχει, μέχρι στιγμής, μεταφραστεί σε πανικό.
Ωστόσο, όπως επισημαίνουν αρκετοί, το αφήγημα αυτό μπορεί να αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη. Η Τεχεράνη παραμένει μια μεταβλητή με ιστορικά απρόβλεπτη συμπεριφορά. Αν τα αντανακλαστικά της διεθνούς κοινότητας δεν παραμείνουν συντονισμένα, τότε η ψυχραιμία των αγορών θα δοκιμαστεί στα αλήθεια. Μέχρι τότε, η Wall Street παραμένει πιο ανθεκτική απ’ ό,τι πολλοί θα περίμεναν.