Οι πρόσφατες συγκρούσεις Ισραήλ - Ιράν και Ινδίας - Πακιστάν προσφέρουν πολλά διδάγματα για το σύγχρονο πεδίο επιχειρήσεων
Ο πρόσφατος πόλεμος Ισραήλ – Ιράν, η εμπλοκή Ινδίας – Πακιστάν και γενικότερα όλες οι συγκρούσεις στο σύγχρονο περιβάλλον επιχειρήσεων με τις πολλαπλές απειλές, σύνθετες παραμέτρους και τα όπλα νέας γενιάς ανέδειξαν με εκκωφαντικό τρόπο μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα, που αφορά άμεσα την ελληνική Πολεμική Αεροπορία.
Ότι δηλαδή στο σύγχρονο πεδίο της μάχης, για να κυριαρχεί η Πολεμική Αεροπορία δεν απαιτούνται μόνο ποιοτικά μαχητικά αεροσκάφη και σύγχρονα όπλα, αλλά ένα ολοκληρωμένο πλέγμα ισχύος.
Αυτό περιλαμβάνει stand-off πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς για εμπλοκές BVR (πέρα από την οπτική εμβέλεια του πιλότου), εναέριο ανεφοδιασμό και δίκτυο ιπτάμενων ραντάρ. Δίχως αυτά, ακόμη και οι πιο εξελιγμένοι στόλοι αεροσκαφών μετατρέπονται σε πλατφόρμες περιορισμένης ακτίνας και στρατηγικής εμβέλειας.
Η Πολεμική Αεροπορία μας διαθέτει εξαιρετικό προσωπικό και στόλο μαχητικών που έχει αναβαθμιστεί σημαντικά με τα Rafale F3R και τα F-16 Viper. ωστόσο, απαιτείται η ενίσχυση με επιπλέον όπλα πέρα από αυτά που διαθέτει στη «φαρέτρα» της.
Επίσης, είναι εξίσου κομβική και η υποστήριξη των αεροσκαφών κρούσης τόσο για την άριστη γνώση της τακτικής κατάστασης στον αέρα όσο και για την δυνατότητα παρουσίας στις περιοχές ενδιαφέροντος για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Stand-off και BVR Όπλα: Το «μακρύ χέρι» της Πολεμικής Αεροπορίας
Τα stand-off όπλα αποτελούν τον απόλυτο πολλαπλασιαστής ισχύος για μια αεροπορία που θέλει να διατηρεί την υπεροχή χωρίς να εκθέτει τα πληρώματά της σε πυκνές ζώνες εχθρικής αντιαεροπορικής άμυνας.
Ο πόλεμος Ισραήλ – Ιράν κατέδειξε τη σημασία πλήγματος σε μεγάλες αποστάσεις, τόσο για την άμυνα όσο και για την αποτροπή.
Η Πολεμική Αεροπορία διαθέτει τους SCALP και έχει ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον για τον πανίσχυρο πύραυλο JASSM, ένα όπλο με εμβέλεια έως και 370 χιλιόμετρα (ή και 925 στην έκδοση ER), που μπορεί να εκτοξευτεί από F-16 και να πλήξει στόχους στρατηγικής σημασίας, εγκαταστάσεις διοίκησης, συστοιχίες S-400, ραντάρ και υποδομές, δίχως τα αεροσκάφη να μπουν σε επικίνδυνες περιοχές.
Παράλληλα, το ενδιαφέρον στρέφεται και στους Harpoon (εναντίον ναυτικών στόχων) αλλά και στον AMRAAM D, τον πλέον προηγμένο πύραυλο αέρος-αέρος του ΝΑΤΟ με εμβέλεια άνω των 160 χλμ, ικανό να προσφέρει συντριπτικό πλεονέκτημα σε μια μελλοντική αερομαχία πάνω από το Αιγαίο. Θα έρθουν να προστεθούν τόσο στους Exocet όσο και στους Meteor δίνοντας επιπλέον λύσεις και κυρίως απόθεμα σε φόρτο όπλων.
Ιπτάμενα Τάνκερ: Το κρίσιμο εργαλείο για στρατηγικό βάθος
Το δεύτερο και κρίσιμο στοιχείο που ανέδειξαν οι επιχειρήσεις της IAF είναι ο ρόλος του εναέριου ανεφοδιασμού. Όταν δεκάδες ισραηλινά μαχητικά σηκώθηκαν για να αναχαιτίσουν drones και πυραύλους, αλλά και να προχωρήσουν σε αποστολές κρούσης, στηρίχθηκαν όχι μόνο στην επιχειρησιακή τους ετοιμότητα αλλά και στην παρουσία ιπτάμενων τάνκερ, που παρείχαν πολύτιμα λεπτά παραμονής στον αέρα.
Αντίθετα, η ελληνική Πολεμική Αεροπορία δεν διαθέτει ούτε ένα ιπτάμενο τάνκερ. Οι προσπάθειες απόκτησης KC-135 από τα αμερικανικά αποθέματα απέτυχαν, καθώς η Ουάσιγκτον αρνήθηκε να παραχωρήσει τα μεταχειρισμένα αεροσκάφη.
Το κενό παραμένει σημαντικό, ιδίως όταν η Ελλάδα θέλει να διατηρεί επιχειρησιακή παρουσία σε Κύπρο, Ανατολική Μεσόγειο και μακρινά FIR, όπου απαιτούνται επιχειρήσεις μεγάλης ακτίνας.
Η απόκτηση τουλάχιστον 2–3 μεταχειρισμένων ή νέας τεχνολογίας τάνκερ όπως το A330 MRTT ή το KC-46 θα έδινε στρατηγικό βάθος στις ελληνικές αποστολές, επιτρέποντας παραμονή στον αέρα για μεγαλύτερο χρόνο και ανεφοδιασμό ακόμα και κατά την επιστροφή, αυξάνοντας την επιχειρησιακή εμβέλεια.
Εκσυγχρονισμός Ιπτάμενων Ραντάρ: Ο εγκέφαλος του αεροπορικού δικτύου
Στον αμυντικό μηχανισμό του Ισραήλ, τα ιπτάμενα ραντάρ τύπου G550 CAEW λειτούργησαν ως «νευρικό σύστημα» του αεροπορικού δικτύου, εντοπίζοντας τις απειλές πολύ πριν εισέλθουν στον εναέριο χώρο. Ανάλογα φαίνεται ότι λειτούργησαν στις πρόσφατες επιχειρήσεις και τα ιπτάμενα ραντάρ της Πολεμικής Αεροπορίας του Πακιστάν.
Η Ελλάδα διαθέτει τέσσερα EMB-145 AEW&C Erieye, τα οποία έχουν αποδείξει την αξία τους, ειδικά σε σενάρια δικτυοκεντρικού πολέμου, σε συνδυασμό με τα Rafale και τα Viper. Ωστόσο, τα αεροσκάφη αυτά χρειάζονται εκσυγχρονισμό.
Το σουηδικό ραντάρ Erieye πρώτης γενιάς που φέρουν, παρότι αξιόπιστο, υπολείπεται σε εμβέλεια και ανθεκτικότητα έναντι παρεμβολών, συγκριτικά με νεότερα συστήματα.
Ο εκσυγχρονισμός αυτών των πλατφορμών με νέα συστήματα ραντάρ, ισχυρότερα link δεδομένων και βελτιωμένη υποστήριξη για περισσότερους στόχους ανά ταυτόχρονο χρόνο, αποτελεί προτεραιότητα.
Η δυνατότητα ελέγχου του πεδίου μάχης και διαμοιρασμού εικόνας σε πραγματικό χρόνο είναι ο πυρήνας κάθε σύγχρονης αεροπορικής επιχείρησης — χωρίς αυτό, ακόμα και τα καλύτερα μαχητικά πετούν «τυφλά».
Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια γεωστρατηγικά ευαίσθητη περιοχή, με τον εναέριο χώρο του Αιγαίου να αμφισβητείται καθημερινά και την Ανατολική Μεσόγειο να αναδεικνύεται σε χώρο στρατηγικής αντιπαράθεσης. Αν θέλει να διατηρήσει την αποτροπή και την επιχειρησιακή της ετοιμότητα, οφείλει να επενδύσει στο τρίπτυχο που αποδεδειγμένα κρίνει τις σύγχρονες συγκρούσεις:
- Πύραυλοι μακράς ακτίνας (stand-off) και BVR βλήματα για πλήγματα σε βάθος.
- Ιπτάμενα τάνκερ για παρατεταμένη παραμονή στον αέρα.
- Εκσυγχρονισμένα ραντάρ για ολοκληρωμένη εικόνα του πεδίου.
Η Πολεμική Αεροπορία έχει κάνει σημαντικά βήματα με την αναβάθμιση των F-16, την ένταξη των Rafale, την αναμενόμενη απόκτηση των F-35 και την διατήρηση της εκπαίδευσης σε κορυφαίο επίπεδο.
Το επόμενο μεγάλο βήμα, όμως, είναι η προστιθέμενη αξία: όπλα, αισθητήρες και υποστήριξη που θα δώσουν στα φτερά μας τη δυνατότητα να πετούν πιο μακριά, να βλέπουν πιο καθαρά και να χτυπούν πιο αποτελεσματικά.
Καθώς έχει αποδειχθεί ότι το μέλλον δεν ανήκει μόνο σε όσους έχουν κορυφαία αεροσκάφη αλλά ένα συνολικό σύστημα υποστήριξης και όπλα ισχύος σε μεγάλους φόρτους.
Πηγή: OnAlert.gr – Ρεπορτάζ: Κώστας Σαρικάς