Η Τοκοζίλε Μασίπα έκρινε τον Οσκαρ Πιστόριους ένοχο για φόνο εξ αμελείας. Η καταδίκη του επισύρει ποινές που αρχίζουν από την προσφορά κοινωφελούς έργου και φθάνουν μέχρι την πολυετή κάθειρξη.
“Η μικρότερη ποινή με την οποία η κοινωνία θα μείνει ικανοποιημένη θα είναι δέκα χρόνια κάθειρξη. Αυτό είναι ένα σοβαρό ζήτημα. Η αμέλεια απέχει οριακά από την πρόθεση. Τα δέκα χρόνια είναι το λιγότερο”, είπε ο εισαγγελέας Τζέρι Νελ, ολοκληρώνοντας την αγόρευσή του την τελευταία μέρα της ακροαματικής διαδικασίας.
Ο εισαγγελέας είπε ότι αν ο Πιστόριους καταδικαστεί σε κατ’ οίκον περιορισμό αντί σε φυλάκιση, αυτό θα του επιτρέψει να ζει σε ένα “πολυτελές σπίτι…εκτός αν επιθυμεί να προπονείται ή να πηγαίνει στην εκκλησία και είναι τόσο ευγενής ώστε να προσφέρει κοινωφελές έργο για δύο ώρες την εβδομάδα”.
“Δεν πρέπει να απογοητεύσουμε τους γονείς (της Στένκαμπ). Δεν πρέπει να απογοητεύσουμε την κοινωνία. Η κοινωνία κινδυνεύει να χάσει την εμπιστοσύνη της στη δικαιοσύνη”, είπε ο Νελ.
Στις 14 Φεβρουαρίου 2013, η Στένκαμπ “βρήκε φρικτό θάνατο χωρίς να μπορεί να διαφύγει από πουθενά, μέσα σε ένα μικρό χώρο”, ενώ “τρεις σφαίρες διαπέρασαν το κορμί της”, τόνισε και κατηγόρησε τον Πιστόριους ότι επιχείρησε να επηρεάσει τη δικαιοσύνη καταβάλλοντας κάθε μήνα, τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, ένα χρηματικό ποσό ως βοήθεια στους γονείς της Στένκαμπ.
Από την πλευρά του, ο Μπάρι Ρουξ, ο συνήγορος του ακρωτηριασμένου από το γόνατο και κάτω και στα δύο πόδια αθλητή, ζήτησε να μην πάει φυλακή ο πελάτης του με το αιτιολογικό ότι ο Πιστόριους όταν πυροβόλησε την Στένκαμπ θεωρούσε ότι ένας διαρρήκτης απειλούσε τη ζωή τους (σ.σ. ο αθλητής έχει υποστηρίξει ότι πέρασε την Στένκαμπ, η οποία είχε κλειδωθεί στο μπάνιο του σπιτιού του, για διαρρήκτη και γι αυτό πυροβόλησε). Επικαλέστηκε ακόμη το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος είναι αρκετά νέος —27 ετών— και ότι έχει λευκό ποινικό μητρώο.
Ο Ρουξ υποστήριξε ακόμη ότι ο Πιστόριους ήταν “ευάλωτος και αγχωμένος” όταν προέβη στην πράξη του, αλλά στη συνέχεια “σταυρώθηκε” από τον εισαγγελέα, τα μέσα ενημέρωσης και τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, τα οποία τον παρουσίασαν ως έναν “ψυχρό δολοφόνο”.