Το Βατικανό και ο Πάπας Λέων έκλεισαν την Τετάρτη (12.11.2025) τον φάκελο ενός «μυστικιστικού» ζητήματος που απασχολούσε επί δεκαετίες μια μικρή κοινότητα στη Νορμανδία, στη βόρεια Γαλλία.
Σε νέα οδηγία του Βατικανού, που εγκρίθηκε από τον Πάπα Λέων, το αρμόδιο όργανο για το δόγμα διευκρινίζει ότι οι αφηγήσεις περί εμφανίσεων του Ιησού στο Ντοζουλέ, στη Νορμανδία της Γαλλίας, «δεν είναι υπερφυσικής προέλευσης» και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να θεωρούνται γνήσιες από τα 1,4 δισεκατομμύρια καθολικών σε όλο τον κόσμο.
Τη δεκαετία του 1970, μια καθολική μητέρα στο Ντοζουλέ είχε υποστηρίξει ότι είδε τον Ιησού 49 φορές. Σύμφωνα με τη μαρτυρία της, ο Χριστός της υπαγόρευσε μια σειρά μηνυμάτων και της ζήτησε να ανεγερθεί ένας μνημειακός σταυρός ύψους 7,38 μέτρων στην πλαγιά ενός λόφου που δεσπόζει πάνω από την πόλη.
Οι αφηγήσεις αυτές τροφοδότησαν με τον καιρό ένα κύμα τοπικής θρησκευτικής λατρείας, με προσκυνήματα, προσευχές και διάδοση των «μηνυμάτων του Ντοζουλέ» πέρα από τα γαλλικά σύνορα. Πλέον, το Βατικανό θεωρεί ότι «το φαινόμενο των φερόμενων οπτασιών πρέπει να αντιμετωπίζεται, οριστικά, ως μη υπερφυσικής φύσης, με όλες τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται».
Οι ρωμαϊκές αρχές υπενθυμίζουν με την ευκαιρία αυτή ότι η Καθολική Εκκλησία αναγνωρίζει μεν τη δυνατότητα υπερφυσικών εμφανίσεων –του Ιησού ή της Παναγίας–, αλλά αυτές υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες. Όταν κρίνονται αυθεντικές, τέτοια φαινόμενα μπορούν να μεταφέρουν προσκλήσεις σε προσευχή, μετάνοια ή νέες μορφές ευσέβειας, αλλά δεν πρέπει ποτέ να χρησιμοποιούνται για οικονομικό όφελος.
Διευκρίνιση στο δόγμα και προειδοποίηση κατά των υπερβολών
Το Βατικανό επισημαίνει επίσης μια βασική αντίφαση στην υπόθεση του Ντοζουλέ: κατά τη διάρκεια των φερόμενων εμφανίσεων, ο Ιησούς φέρεται να είχε αναγγείλει το τέλος του κόσμου πριν από το έτος 2000. «Προφανώς, αυτή η υποτιθέμενη προφητεία δεν εκπληρώθηκε», σημειώνει η οδηγία, θεωρώντας το στοιχείο αυτό επιπλέον λόγο για την απόρριψη του υπερφυσικού χαρακτήρα των γεγονότων.
Στο σχόλιό του για την υπόθεση, η Αγία Έδρα υπογραμμίζει και τη βαθύτερη πνευματική σημασία του Σταυρού, σε αντίθεση με το σχέδιο ενός τεράστιου μνημείου στο Ντοζουλέ: «Ο Σταυρός δεν χρειάζεται 738 μέτρα χάλυβα ή σκυροδέματος για να αναγνωριστεί· υψώνεται κάθε φορά που μια καρδιά, συνεπαρμένη από τη θεία χάρη, ανοίγεται στη συγχώρεση».
Η διευκρίνιση αυτή εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο δογματικών αποσαφηνίσεων. Το Βατικανό εξέδωσε πρόσφατα και άλλο κείμενο που ρυθμίζει τους τίτλους που μπορούν να αποδίδονται στην Παναγία, υπενθυμίζοντας ότι δεν μπορεί να αποκαλείται «συνλυτρώτρια» του κόσμου· για την Καθολική Εκκλησία, μόνο ο Ιησούς λύτρωσε την ανθρωπότητα με τη Σταύρωση και τον θάνατό του.
Αντιθέτως, ορισμένοι μεγάλοι τόποι εμφανίσεων παραμένουν πλήρως αναγνωρισμένοι και υποστηριζόμενοι από τη Ρώμη, όπως η Παναγία της Γουαδελούπης στο Μεξικό τον 16ο αιώνα ή οι εμφανίσεις του Ιησού που κατέγραψε η Πολωνή μοναχή Φαουστίνα Κοβάλσκα τη δεκαετία του 1930. Με την υπόθεση του Ντοζουλέ, το Βατικανό θέλει να υπενθυμίσει ότι, ανάμεσα στη λαϊκή ευσέβεια και την αυθεντική πίστη, τον τελικό λόγο τον έχει πάντα η διάκριση της Εκκλησίας.
