Σάββατο, 4 Μαΐ
17oC Αθήνα

Eurobank: Η αδιαφάνεια στο Δημόσιο “τορπιλίζει” την ανάκαμψη της Ελλάδας

ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ
ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ

Τροχοπέδη στη μακροχρόνια ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας χαρακτηρίζει η Eurobank την επικρατούσα αντίληψη για τη διαφάνεια στο δημόσιο τομέα.

Σύμφωνα με την εβδομαδιαία οικονομική ανάλυση της τράπεζας, που τιτλοφορείται “7 Ημέρες Οικονομία”, η Eurobank προειδοποιεί σχετικά με την χαμηλή διαφάνεια, αναφέροντας πως αποτελεί εμπόδιο στην ανάκαμψη της οικονομίας της χώρας μας.

Ταυτόχρονα εκτιμά πως η πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουλίου κρίνεται ικανοποιητική, ωστόσο “χρειάζονται αποφάσεις για την πορεία των εσόδων και των δαπανών που θα εξασφαλίζουν την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων για το 2014 και μετά”, αναφέρει χαρακτηριστικά.

Αναλυτικά η έκθεση της Eurobank

“Είναι αναντίρρητα αποδεκτό, τόσο από την πλευρά της οικονομολογικής ακαδημαϊκής κοινότητας όσο και από την πλευρά των ασκούντων την οικονομική πολιτική, ότι η ποιότητα των θεσμών (institutions) και το επίπεδο διαφάνειας (transparency) ή διαφθοράς (corruption) στον δημόσιο τομέα αποτελούν βασικές συνιστώσες για την μακροπρόθεσμη πορεία οικονομικής μεγέθυνσης ενός κράτους. Το κανάλι μέσω του οποίου οι προαναφερθείσες συνιστώσες επηρεάζουν την συνολική οικονομική δραστηριότητα είναι η δημιουργία κινήτρων ή αντικινήτρων τόσο στις επιχειρήσεις όσο και στα νοικοκυριά για επένδυση, αποταμίευση, απασχόληση, ώρες παραγωγικής εργασίας κ.α. Σύμφωνα με την διεθνή βιβλιογραφία, η ύπαρξη ενός θεσμικού πλαισίου χαμηλής ποιότητας συσχετίζεται θετικά με χαμηλούς ή ακόμα και αρνητικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, παραγωγικών επενδύσεων και απασχόλησης. Συνεπώς, η αποτελεσματικότητα και η μακροχρόνια βιωσιμότητα ενός υποδείγματος οικονομικής μεγέθυνσης κρίνεται σε μεγάλο βαθμό από την ποιότητα των θεσμών και το επίπεδο διαφάνειας του κράτους στο οποίο εφαρμόζεται.

Κατά την διάρκεια της μεγάλης ελληνικής ύφεσης ποια ήταν η επικρατούσα αντίληψη για το επίπεδο διαφάνειας στη χώρα μας; Υπάρχουν κάποια σημάδια ανάκαμψης;

Εμπόδιο για την περαιτέρω εμπειρική διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στην ποιότητα των θεσμών, του επιπέδου διαφάνειας ή διαφθοράς και στον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης αποτελεί το γεγονός ότι οι εν λόγω μεταβλητές δεν είναι άμεσα μετρήσιμες. Λύση στο συγκεκριμένο πρόβλημα προσφέρει, τουλάχιστον σε έναν βαθμό, ο μη κυβερνητικός οργανισμός με την ονομασία «Διεθνής Διαφάνεια, Παγκόσμια Συμμαχία κατά της Διαφθοράς». Πιο συγκεκριμένα, από το 1995 μέχρι και σήμερα ο εν λόγω οργανισμός δημοσιεύει έναν δείκτη ο οποίος αντικατοπτρίζει (φυσικά όχι σε απόλυτο βαθμό) το επίπεδο αντίληψης για την διαφθορά (corruption perceptions index) στον δημόσιο τομέα για ένα σύνολο ανεπτυγμένων, αναπτυσσόμενων και υποανάπτυκτων κρατών. Ποια είναι η θέση που καταλαμβάνει η ελληνική οικονομία; Κατά την διάρκεια της μεγάλης ελληνικής ύφεσης ποια ήταν η επικρατούσα αντίληψη για το επίπεδο διαφάνειας στη χώρα μας; Υπάρχουν κάποια σημάδια ανάκαμψης;

Σε μια κλίμακα μεγέθους από 0 έως 100, όπου η τιμή 0 αντιστοιχεί στο χαμηλότερο επίπεδο διαφάνειας (ή υψηλότερο επίπεδο αντίληψης για την διαφθορά) και η τιμή 100 στο υψηλότερο, η ελληνική οικονομία το 2013 κατέλαβε την 80η θέση σε ένα σύνολο 177 χωρών και ο αντίστοιχος δείκτης διαφάνειας ήταν της τάξης των 40 μονάδων. Τα εν λόγω επίπεδα αντίληψης για την διαφάνεια στον δημόσιο τομέα είναι πολύ πιο χαμηλά σε σύγκριση με τα αντίστοιχα της Ιρλανδίας, την Πορτογαλίας και της Ισπανίας. Πιο συγκεκριμένα, η Ιρλανδία το ίδιο έτος είχε την 21η θέση, η Πορτογαλία την 33η και η Ισπανία την 40η. Οι αντίστοιχοι δείκτες διαφάνειας ήταν της τάξης των 72, 62 και 59 μονάδων αντίστοιχα.

Ενθαρρυντικό στοιχείο για την ελληνική οικονομία αποτελεί το γεγονός ότι ο δείκτης διαφάνειας για τα έτη 2012 και 2013 καταγράφει ανοδική πορεία

Επιπρόσθετα, όπως παρατηρούμε στο Σχήμα 1, από το 2001 μέχρι και το 2008 το επίπεδο αντίληψης για την διαφάνεια στον δημόσιο τομέα μπορεί μεν να ήταν σχετικά χαμηλό ωστόσο παρουσίαζε μια συνεχή ανοδική τάση. Ο δείκτης αυξήθηκε από τις 42 στις 47 μονάδες. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν συνοδεύτηκε από μια αντίστοιχη αναβάθμιση της θέσης της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με τα άλλα κράτη του δείγματος. Αντιθέτως, από το 2001 μέχρι και το 2012 υπήρξε σημαντική υποχώρηση κατά 52 θέσεις. Παρόμοια υποχώρηση καταγράφηκε και για την οικονομία της Ιταλίας, ήτοι 43 θέσεις, ενώ για την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ισπανία η υποχώρηση ήταν της τάξης των 6, 8 και 8 θέσεων αντίστοιχα. Σε γενικές γραμμές από το 2001 μέχρι και το 2012, η ελληνική οικονομία εμφάνισε μια ξεκάθαρη τάση υποχώρησης σε επίπεδο αντίληψης για την διαφάνεια στον δημόσιο τομέα σε σχέση με ομοειδείς οικονομίες όπως είναι αυτές της Ιρλανδίας της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Το ίδιο φαινόμενο καταγράφηκε και στην οικονομία της Ιταλίας.

Ενθαρρυντικό στοιχείο για την ελληνική οικονομία αποτελεί το γεγονός ότι ο δείκτης διαφάνειας για τα έτη 2012 και 2013 καταγράφει ανοδική πορεία. Ύστερα από μια πτώση 13 μονάδων κατά την διάρκεια της περιόδου 2008-2011, το κλίμα αντίληψης για την διαφθορά στον δημόσιο τομέα εμφανίζει σημάδια βελτίωσης με αποτέλεσμα ο δείκτης να ενισχύεται κατά 6 μονάδες. Ωστόσο, το αρνητικό στοιχείο είναι ότι εξακολουθεί να βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με άλλες ομοειδείς οικονομίες. Το γεγονός αυτό αποτελεί τροχοπέδη για την μακροχρόνια ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Συνεπώς, εκτός από το κόστος παραγωγής ένα εξίσου σημαντικό μονοπάτι ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας είναι η δημιουργία ενός ποιοτικού θεσμικού πλαισίου (διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις) το οποίο θα ενισχύει την διαφάνεια και θα καταπολεμά την διαφθορά. Με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται τα κατάλληλα κίνητρα για παραγωγικές επενδύσεις και αύξηση της απασχόλησης”, τονίζει η έκθεση της Eurobank.

Η εκτέλεση του Προϋπολογισμού 2014 για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2014 είναι ικανοποιητική αλλά χρειάζονται αποφάσεις για την πορεία των εσόδων και των δαπανών την επόμενη περίοδο

Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στην εκτέλεση του προϋπολογισμού. Πιο συγκεκριμένα: “Σύμφωνα με τα τελικά στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού της Κεντρικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2014 το ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού σε τροποποιημένη ταμειακή βάση ήταν ελλειμματικό κατά €1,7 δισ. αλλά βελτιωμένο κατά 10,1% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο και κατά 48,4% σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2015-18 (ΜΠΔΣ2015-18). Το πρωτογενές ισοζύγιο για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2014 ήταν πλεονασματικό στα €2,3 δισ., αλλά χαμηλότερο κατά 10,7% σε σχέση με το πρωτογενές ισοζύγιο της αντίστοιχης περιόδου του 2013. Σε σχέση με τον αντίστοιχο στόχο του ΜΠΔΣ2015-18 ήταν βελτιωμένο κατά 185,3%. Το πρωτογενές πλεόνασμα οφείλεται στην αύξηση των εσόδων του προϋπολογισμού αλλά και στη μικρή συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών.

Η κατάσταση των εσόδων αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω το επόμενο διάστημα καθώς έχει ήδη ξεκινήσει η περίοδος αποπληρωμής του φόρου εισοδήματος 2014

Τα έσοδα του τακτικού προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2014 ανέρχονται σε €26,2 δισ. μειωμένα κατά 2,2% σε ετήσια βάση αλλά αυξημένα κατά €0,5 δισ. ή 1,8% σε σχέση με τον αντίστοιχο μηνιαίο στόχο του ΜΠΔΣ2015-18 . Η συγκεκριμένη εξέλιξη είναι ενθαρρυντική για το επτάμηνο του 2014. Η παρατήρηση των επιμέρους κατηγοριών των φορολογικών εσόδων (Πίνακας 1) δείχνει ότι η συγκεκριμένη αύξηση οφείλεται κυρίως στα έσοδα από:

• Τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων.
• Τον ΦΠΑ εκτός καπνού και πετρελαιοειδών κυρίως εξαιτίας της καλύτερης του αναμενόμενου πορείας του τουρισμού.

Τα έσοδα τόσο από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων όσο και από άμεσους φόρους προηγούμενων οικονομικών ετών υστερούν έναντι των στόχων αλλά η υστέρηση είναι μικρή και μάλλον οφείλεται σε συγκυριακούς λόγους. Η κατάσταση των εσόδων αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω το επόμενο διάστημα καθώς έχει ήδη ξεκινήσει η περίοδος αποπληρωμής του φόρου εισοδήματος 2014. Αναγκαίο να σημειώσουμε εδώ είναι και το γεγονός ότι ολοκληρώνονται αυτή την περίοδο και εκείνες οι διαδικασίες που θα επιτρέψουν την είσπραξη του ΕΝΦΙΑ μετά από τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν τον Αύγουστο 2014. Βέβαια τα έσοδα από τον συγκεκριμένο φόρο θα εμφανιστούν στο δελτίο εκτέλεσης Προϋπολογισμού Σεπτεμβρίου 2014 (θα δημοσιευθεί στις αρχές Οκτωβρίου 2014) αφού σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ανακοινώσεις η πρώτη δόση του ΕΝΦΙΑ μετατίθεται για τον Σεπτέμβριο 2014 .

Οι δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2014 ανέρχονταν σε περίπου €28,3 δισ. μειωμένες κατά 7,5% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2013 και 4,1% σε σχέση με τον στόχο του ΜΠΔΣ2015-18.
Αντίστοιχα, οι πρωτογενείς δαπάνες ανέρχονταν €23,6 δισ. μειωμένες κατά 5,8% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2013 και 3,6% σε σχέση με τον στόχο του ΜΠΔΣ2015-18. Σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία των δαπανών η συγκεκριμένη μείωση των πρωτογενών δαπανών οφείλεται κυρίως στις δαπάνες για μισθούς και συντάξεις (μείωση κατά -0,6% σε ετήσια βάση και κατά -2,3% σε σχέση με τον αντίστοιχο μηνιαίο στόχο του Προϋπολογισμού 2014).

Οι πρωτογενείς δαπάνες στο τέλος της χρονιάς θα πρέπει να φτάσουν στο επίπεδο του στόχου τους, εκτός εάν κατά τη διάρκεια της χρονιάς επιτευχθεί σημαντική ορθολογικοποίηση τους

Με δεδομένο ότι αυτή την περίοδο δεν υπήρξαν κάποιες αποφάσεις για το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου Τομέα ενώ οι αποχωρήσεις δεν φαίνεται να δικαιολογούν μια τέτοια μείωση θεωρούμε ότι η αυτή είναι συγκυριακή. Έτσι και αλλιώς μια τεχνητή συγκράτηση των δαπανών – όπως έδειξε και η εκτέλεση του Προϋπολογισμού 2013 – μικρή σημασία έχει. Οι πρωτογενείς δαπάνες στο τέλος της χρονιάς θα πρέπει να φτάσουν στο επίπεδο του στόχου τους, εκτός εάν κατά τη διάρκεια της χρονιάς επιτευχθεί σημαντική ορθολογικοποίηση τους, μέσω π.χ. της εφαρμογής του προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) τώρα, για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2014, τα έσοδα ήταν στα 3,3 δισ. μειωμένα κατά 16,6% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2013 αλλά αυξημένα κατά 6,3% έναντι του αντίστοιχου στόχου του ΜΠΔΣ2015-18. Η υπέρβαση του στόχου οφείλεται στην αύξηση των εισροών κεφαλαίων από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα ίδια έσοδα (0,04 δισ.) εμφανίζονται για έναν ακόμη μήνα σημαντικά χαμηλότερα τόσο σε ετήσια βάση όσο και σε σχέση με τον στόχο του ΜΠΔΣ2015-18. Από την άλλη πλευρά οι δαπάνες του ΠΔΕ ήταν στα €3,0 δισ. αυξημένες κατά 39,9% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2013 και 9,1% σε σχέση με τον στόχο του ΜΠΔΣ2015-18. Οι δαπάνες του ΠΔΕ θα μπορούσαν να είναι υψηλότερες αν δεν υστερούσαν σημαντικά οι δαπάνες του εθνικού σκέλους του ΠΔΕ. Οι τελευταίες ανέρχονταν σε μόλις €0,16 δισ. και ήταν μειωμένες κατά 30,8% σε σχέση με το στόχο του ΜΠΔΣ2015-18. Η μειωμένη ρευστότητα του Ελληνικού Δημοσίου έχει άμεσο αντίκτυπο στο ΠΔΕ παρά την μείωση του ποσοστού της εθνικής συμμετοχής στη χρηματοδότηση των έργων του ΠΔΕ.

Για να έχουμε μια καλύτερη εικόνα για το πρωτογενές πλεόνασμα της περιόδου Ιανουαρίου-Ιουλίου 2014 θα επαναλάβουμε την άσκηση που πραγματοποιήσαμε όλους τους προηγούμενους μήνες. Υποθέτουμε ότι τόσο οι πρωτογενείς δαπάνες όσο και τα έσοδα του ΠΔΕ ήταν στο επίπεδο των αντίστοιχων στόχων του ΜΠΔΣ2015-18 και υπολογίζουμε το πρωτογενές ισοζύγιο με βάση τα πραγματοποιηθέντα έσοδα του επταμήνου του 2014. Σε αυτή την περίπτωση το πρωτογενές ισοζύγιο παραμένει θετικό (πρωτογενές πλεόνασμα) στα €0,6 δισ. Η συγκεκριμένη εξέλιξη δείχνει ότι η αύξηση των φορολογικών εσόδων στο εξάμηνο του 2014 είναι αρκετή για να καλύψει την αύξηση των πρωτογενών δαπανών αν οι τελευταίες ήταν στο επίπεδο που ορίζεται από τον ΜΠΔΣ2015-18. Αν και ενθαρρυντική αυτή η εξέλιξη δεν αφήνει σημαντικά περιθώρια χαλάρωσης τους επόμενους μήνες. Θεωρούμε πως η επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ σε δημοσιονομική βάση για το 2014 είναι εφικτή αλλά θα πρέπει να αντιμετωπιστούν μια σειρά από παράγοντες όπως αυτός των δικαστικών αποφάσεων που υποχρεώνουν επιστροφές μισθών σε συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες καθώς και η σημαντική επίπτωση που έχουν στην φοροδοτική ικανότητα του πληθυσμού τα έξι συνεχόμενα χρόνια ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, κτλ.

Σε αυτό το σημείο είναι αναγκαίο να υπενθυμίσουμε πως σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ για την αναθεώρηση του 2ΠΣΕΟ (Ιούνιος 2014) υπάρχουν μια σειρά από μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν τόσο στην πλευρά των εσόδων όσο και σε αυτή των δαπανών του Προϋπολογισμού ώστε να εξασφαλιστεί ότι η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2014 θα επαναληφθεί και τα επόμενα χρόνια. Σε αυτές τις μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνονται και:

• Η αναθεώρηση του πλαισίου του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ). Σκοπός της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης είναι η εξάλειψη των διαφορετικών εκείνων των ρυθμίσεων που οδηγούν είτε σε χαμηλή αποτελεσματικότητα του ΦΠΑ είτε σε αύξηση της φοροδιαφυγής. Ήδη κάποιες ρυθμίσεις σχετικά με τον ΦΠΑ (απλοποίηση διαδικασίας υποβολής συμπεριελήφθησαν στο Πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε στις αρχές Αυγούστου. Στο επόμενο διάστημα αναμένεται μια λύση που θα συνδυάζει α) μείωση των συντελεστών ΦΠΑ, β) απλούστευση του συστήματος των πολλών και διαφορετικών συντελεστών ΦΠΑ ώστε το σύστημα να γίνει αποτελεσματικότερο και να περιοριστούν τα περιθώρια φοροδιαφυγής και γ) τη δημοσιονομική ουδετερότητα των ρυθμίσεων ώστε να μην χρειαστεί να αλλάξουν οι στόχοι του Προϋπολογισμού 2014 για τα φορολογικά έσοδα.

ΦΠΑ, ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις ΕΟΠΥΥ και φορολογικές μεταρρυθμίσεις

• Η αποπληρωμή των νέων ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του ΕΟΠΥΥ και η λήψη μέτρων ώστε να μην συνεχισθεί αυτό το φαινόμενο. Χαρακτηριστικό εδώ είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουνίου 2014 οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης έχουν αυξηθεί κατά €0,4 δισ. από το τέλος του 2013 εξαιτίας της αύξησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του ΕΟΠΥΥ. Μεγάλο μέρος αυτής της αύξησης είναι δυνατό να οφείλεται στην καθυστέρηση αποπληρωμής υποχρεώσεων εξαιτίας της καθυστέρησης στην συμφωνία με την τρόικα. Ας υπενθυμίσουμε όμως εδώ ότι οι νέες ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις βαρύνουν το έλλειμμα της χρονιάς στην οποία έχουν πραγματοποιηθεί. Η αδυναμία εξόφλησης τους μέχρι το τέλος του 2014 είναι πιθανό να έχει επιπτώσεις στην επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση για το 2014.

• Η περαιτέρω ενίσχυση του ρόλου της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Απαιτείται η μεταφορά αρμοδιοτήτων που μέχρι τώρα υπάγονταν στο Υπουργείο Οικονομικών και την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού της.

• Η ολοκλήρωση της φορολογικής μεταρρύθμισης. Απαραίτητη σε αυτό το σημείο είναι η αποφυγή πισωγυρίσματος σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις που έχουν ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα αλλά και μέσω της επίλυσης των προβλημάτων που είναι ήδη σήμερα γνωστά και επηρεάζουν αρνητικά την πορεία των εσόδων. Σημειώστε εδώ ότι όποια αλλαγή στους συντελεστές φορολογίας ή στον ειδικό φόρο κατανάλωσης για το πετρέλαιο θέρμανσης είναι αναγκαίο να είναι δημοσιονομικά ουδέτερη και να μην επιβαρύνει τόσο τον προϋπολογισμό και το πρωτογενές πλεόνασμα του 2014 ή / και το ήδη γνωστό δημοσιονομικό κενό του 2015.

• Η συνέχιση της μεταρρύθμισης στο συνταξιοδοτικό τομέα ώστε να ενισχυθεί η μελλοντική βιωσιμότητα του και να βελτιωθεί σε όρους ανταποδοτικότητας μεταξύ εισφορών και συντάξεων .

• Η συνέχιση εξορθολογισμού των δαπανών για την υγεία μέσω της περαιτέρω μείωσης της φαρμακευτικής δαπάνης. Η μείωση της τελευταίας μπορεί να επιτευχθεί με δράσεις όπως η αύξηση της χρήσης των γενόσημων φαρμάκων κτλ.”, καταλήγει η έκθεση της Eurobank.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Eurobank: Ανάπτυξη 1% το 2014 και 1,7% το 2015 προβλέπει για την οικονομία της ευρωζώνης

Μελέτη της Eurobank για την πορεία και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας

Δεν επιτρέπεται χαλάρωση σημειώνουν αναλυτές της Eurobank

18,5 δισ. ευρώ η συμμετοχή του ΤΧΣ στις συστημικές τράπεζες

Οικονομία Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε