Το πιθανότερο σενάριο, σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι η πτώση της κυβέρνησης Μπαϊρού και η άνοδος των αποδόσεων των γαλλικών ομολόγων
Επί ξηρού ακμής βρίσκεται η Γαλλία λίγες ώρες πριν την κρίσιμη ψηφοφορία (σ.σ. αναμένεται 4 μμ. ώρα Ελλάδας) στην εθνοσυνέλευση της για την παροχή ή μη ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μπαϊρού, η οποία ελέγχεται πολιτικά από το Μακρόν.
Το πιθανότερο σενάριο, σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι η πτώση της κυβέρνησης Μπαϊρού, κάτι που οδηγεί σε διαδικασίες σύστασης μίας νέας κυβέρνησης και αν κάτι τέτοιο αποτύχει στην προκήρυξη νέων πρόωρων βουλευτικών εκλογών, ενώ στο τραπέζι βρίσκεται -αν και έχει αποκλείσει ρητά κάτι τέτοιο ο πρόεδρος Μακρόν – ακόμα και η προσφυγή σε προεδρικές εκλογές.
Όλα τα σενάρια πλην από το (σχεδόν απίθανο) σενάριο της υπερψήφισης του Μπαϊρού δείχνουν επιδείνωση της οικονομικής κρίσης στη Γαλλία, με τον πρώτο «πόνο» να αναμένεται να το δώσουν οι αποδόσεις των γαλλικών κρατικών ομολόγων.
Μ΄ άλλα λόγια, η αναμενόμενη πτώση της κυβέρνησης Μπαϊρού αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων ή αλλιώς του κόστους δανεισμού της Γαλλίας.
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις της Κομισιόν για τη Γαλλία (εαρινές προβλέψεις 2025), «η οικονομική δραστηριότητα στη Γαλλία αναμένεται να επιβραδυνθεί σημαντικά το 2025, στο 0,6%, λόγω της δημοσιονομικής προσαρμογής και της αβεβαιότητας που σχετίζεται με το εμπόριο. Η αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται στη συνέχεια να επιταχυνθεί στο 1,3% το 2026, καθώς οι επενδύσεις ανακάμπτουν και οι υψηλότεροι πραγματικοί μισθοί υποστηρίζουν περαιτέρω επέκταση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Ο πληθωρισμός προβλέπεται να μειωθεί κάτω από το 1% το 2025, λόγω της πτώσης των τιμών της ενέργειας. Το έλλειμμα της κυβέρνησης προβλέπεται να μειωθεί στο 5,6% το 2025 και να φτάσει το 5,7% του ΑΕΠ το 2026. Το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αυξηθεί στο 118,4% του ΑΕΠ έως το 2026, από 113% το 2023, καθώς το πρωτογενές έλλειμμα παραμένει σημαντικό».
Τι δήλωσε η Λαγκάρντ
Μπροστά στα….χειρότερα της γαλλικής κρίσης, στις 2 Σεπτεμβρίου 2025, παρενέβη η (Γαλλίδα) επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, σπεύδοντας να αποτρέψει τη δραματοποίηση των σεναρίων αναφορικά με τον κίνδυνο η Γαλλία να τεθεί υπό την εποπτεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Δ.Ν.Τ.), προκειμένου να αντιμετωπίσει τον εκτροχιασμό των δημόσιων οικονομικών της.
Συγκεκριμένα, αναφερόμενη στις τρέχουσες πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στη Γαλλία και στην επικείμενη ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση του François Bayrou, η κα Lagarde εξέφρασε την ανησυχία της αναφορικά με τις επιπτώσεις που θα είχε για τη χώρα πιθανή πτώση της παρούσας κυβέρνησης, ενώ τόνισε ότι οι πολιτικές αναταράξεις σε οποιαδήποτε χώρα της ευρωζώνης έχουν προφανή αντίκτυπο στην οικονομία, επηρεάζουν αρνητικά τις αγορές, καθώς αυξάνουν την αντίληψη περί των κινδύνων των χωρών και μπορούν να έχουν άμεσες οικονομικές συνέπειες για το σύνολο των κρατών-μελών της ευρωζώνης.
Ωστόσο, η ίδια φρόντισε να διευκρινίσει ότι η συζήτηση για το ενδεχόμενο η Γαλλία να τεθεί υπό την κηδεμονία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι «μη πιθανή», υπενθυμίζοντας ότι το Δ.Ν.Τ. παρεμβαίνει μόνο σε περιπτώσεις σοβαρών εξωτερικών ελλειμμάτων και αδυναμίας ενός κράτους να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, κάτι που δεν ισχύει για τη Γαλλία σήμερα.
Κατά την εκτίμησή της, το Δ.Ν.Τ. θα παρότρυνε τη Γαλλία να επιβάλει μόνη της δημοσιονομική πειθαρχία. Περαιτέρω, η κα Lagarde επεσήμανε ότι οι γαλλικές τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες, καλύτερα από ό,τι στην κρίση του 2008, και ότι, παρά την πρόσφατη αστάθεια στο χρηματιστήριο λόγω πολιτικών εξελίξεων, δε θεωρεί πως το γαλλικό τραπεζικό σύστημα κινδυνεύει το ίδιο ή συνιστά πηγή κινδύνου.
Οι δηλώσεις της Προέδρου της Ε.Κ.Τ. πραγματοποιήθηκαν σε μία περίοδο αυξανόμενης πολιτικής αβεβαιότητας στην Ευρώπη, όπου η πολιτική και κυβερνητική σταθερότητα θεωρείται κρίσιμος παράγοντας για την αξιοπιστία της ευρωζώνης.
Η στάση της Ε.Κ.Τ. θυμίζει την περίοδο της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους (2010–2015), όταν οι πολιτικές εξελίξεις σε χώρες όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία επηρέαζαν έντονα τις αγορές και έθεταν υπό πίεση την Ε.Ε. Συνολικά.
Όπως εξήγησε η κα Lagarde, η Γαλλία, ως η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης μετά τη Γερμανία παίζει καίριο ρόλο στη διατήρηση οικονομικής σταθερότητας και η αμφισβήτηση της δημοσιονομικής της ισχύος ή της πολιτικής της συνοχής θα μπορούσε να έχει συστημικές συνέπειες. Περαιτέρω, η κα Lagarde επεσήμανε ότι η Ε.Κ.Τ. δεν περιορίζεται σε νομισματική πολιτική, αλλά παρακολουθεί στενά και τους πολιτικούς κινδύνους, καθώς αυτοί επηρεάζουν συνολικά το κόστος δανεισμού, την εμπιστοσύνη των αγορών και τη νομισματική σταθερότητα της ευρωζώνης.
Με τις δηλώσεις της, σύμφωνα με το γραφείο οικονομικών και εμπορικών υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι, η κα Lagarde επιδιώκει αφενός να καθησυχάσει τις αγορές και να αποτρέψει σενάρια κρίσης και παρέμβασης του Δ.Ν.Τ. υπογραμμίζοντας τη σχετική οικονομική ανθεκτικότητα της Γαλλίας, αφετέρου, προειδοποιεί ότι η πολιτική αστάθεια παραμένει σημαντικός κίνδυνος για τις αγορές και τη συνοχή της ευρωζώνης. Επισημαίνεται ότι η διαβεβαίωση -δια στόματος της Προέδρου της Ε.Κ.Τ.- για την υγεία του γαλλικού τραπεζικού συστήματος λειτουργεί ως σήμα σταθερότητας ώστε να αποτραπεί μια αυτοτροφοδοτούμενη κρίση εμπιστοσύνης. Ωστόσο, η επίμονη αναφορά της στην ανησυχία για την πολιτική αστάθεια δείχνει ότι η Ε.Κ.Τ. προετοιμάζεται να αντιδράσει εάν η κατάσταση στη Γαλλία οδηγήσει σε ουσιαστικές αναταράξεις στις αγορές.
Tι θα κάνει η ΕΚΤ
Σύμφωνα με σημερινό δημοσίευμα της France 24, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να διατηρήσει και πάλι σταθερά τα επιτόκια την ερχόμενη Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2025, με τον πληθωρισμό υπό έλεγχο και τις δασμολογικές εντάσεις στις ΗΠΑ να υποχωρούν, ακόμη και καθώς η πολιτική κρίση στη Γαλλία παρουσιάζει έναν νέο πονοκέφαλο.
Θα σηματοδοτήσει τη δεύτερη συνεχόμενη συνεδρίαση στην οποία η κεντρική τράπεζα των 20 χωρών που χρησιμοποιούν το ευρώ διατηρεί αμετάβλητο το βασικό επιτόκιο καταθέσεων στο 2%.
Η παύση έρχεται μετά από περισσότερο από ένα χρόνο μειώσεων, καθώς η ΕΚΤ άλλαξε πορεία από την αντιμετώπιση της απότομης αύξησης του πληθωρισμού στην προσπάθεια στήριξης της πολιορκημένης ευρωζώνης.
Ο πληθωρισμός έχει σταθεροποιηθεί στην ΕΕ, κυμαινόμενος γύρω από τον στόχο του 2% της κεντρικής τράπεζας τους τελευταίους μήνες.
«Οποιαδήποτε αλλαγή στα επιτόκια πολιτικής θα ήταν μια μεγάλη έκπληξη», ανέφεραν οι αναλυτές της HSBC σε σημείωμα σχετικά με τη συνεδρίαση της Πέμπτης.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, εν τω μεταξύ, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα αναμένεται ευρέως να μειώσει τα επιτόκια αυτόν τον μήνα μετά από μια μακρά περίοδο αναμονής, καθώς επιδιώκει να στηρίξει την αγορά εργασίας και μετά από συνεχείς πιέσεις από τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.