Σε νομοθετική παρέμβαση προχωρά η κυβέρνηση για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο, αναγνωρίζοντας ότι υπάρχει ένα πραγματικό κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα που δεν μπορεί να λυθεί μόνο μέσα από τα δικαστήρια ή αποσπασματικές τραπεζικές ρυθμίσεις. Τα δάνεια αυτά χορηγήθηκαν κυρίως την περίοδο 2005-2009, σε ένα διαφορετικό διεθνές περιβάλλον, όπου το ελβετικό φράγκο είχε χαμηλότερα επιτόκια από το ευρώ και δεν υπήρχαν προβλέψεις για έντονη ανατίμησή του.
Συγκεκριμένα, η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση ανέτρεψε πλήρως αυτά τα δεδομένα, καθώς η απότομη άρση του ανώτατου ορίου ισοτιμίας της Ελβετικής Κεντρικής Τράπεζας οδήγησε σε σημαντική ανατίμηση του ελβετικού φράγκου έναντι του ευρώ. Ως αποτέλεσμα, χιλιάδες δανειολήπτες με δάνεια σε ελβετικό φράγκο βρέθηκαν να οφείλουν περισσότερα σε ευρώ από όσα είχαν αρχικά δανειστεί, παρά το γεγονός ότι είχαν καταβάλει κανονικά τις δόσεις τους.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η ρύθμιση σέβεται την ελευθερία των οφειλετών. Όσοι θεωρούν ότι η ισοτιμία θα κινηθεί ευνοϊκά μπορούν να διατηρήσουν το δάνειό τους σε ελβετικό φράγκο, επωφελούμενοι από τα χαμηλά επιτόκια και αναλαμβάνοντας τον συναλλαγματικό κίνδυνο. Για όλους τους υπόλοιπους, προβλέπονται δύο βασικές επιλογές. Η πρώτη αφορά μη ενήμερους οφειλέτες και βασίζεται στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, όπου η λύση που προκύπτει από τον αλγόριθμο δεσμεύει υποχρεωτικά τις τράπεζες, προσφέροντας ειδική ευνοϊκή πρόβλεψη για τα δάνεια σε CHF. Η δεύτερη επιλογή απευθύνεται σε ενήμερους ή ρυθμισμένους οφειλέτες και προβλέπει άμεση μετατροπή του δανείου σε ευρώ με βελτιωμένη ισοτιμία και σταθερό επιτόκιο από 2,30% έως 2,90%, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη, με δυνατότητα παράτασης έως πέντε έτη. Η ελάφρυνση είναι κλιμακωτή και φτάνει έως το 50% για τους οικονομικά ασθενέστερους, ενώ και για τους υπόλοιπους η βελτίωση ισοτιμίας και το χαμηλό επιτόκιο προσφέρουν ουσιαστικό όφελος σε σχέση με ένα νέο στεγαστικό δάνειο σήμερα.
Συνολικά, η ρύθμιση αφορά περίπου 40.000 δάνεια από τα 57.000 που χορηγήθηκαν στην Ελλάδα, με υπόλοιπο 2,5 δισ. CHF στο τραπεζικό σύστημα. Το κόστος της παρέμβασης θα καλυφθεί πλήρως από τις τράπεζες και δεν επιβαρύνει το δημόσιο. Η νομοθετική παρέμβαση δεν αμφισβητεί τη νομιμότητα των συμβάσεων, η οποία έχει επιβεβαιωθεί επανειλημμένα από τον Άρειο Πάγο, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η εμπειρία άλλων χωρών δείχνει διαφορετικές προσεγγίσεις. Στη Σλοβενία και την Πολωνία υπήρξαν νομοθετικές πρωτοβουλίες, αλλά οι τράπεζες διατηρούν το δικαίωμα να απορρίψουν τη μετατροπή των δανείων, εφόσον είχαν ενημερώσει σωστά τους δανειολήπτες για τον συναλλαγματικό κίνδυνο. Στην Ουγγαρία, ο νόμος του 2014 για τα δάνεια σε ξένο νόμισμα προέβλεπε μετατροπή σε φιορίνια με ισοτιμία που όριζε η Κεντρική Τράπεζα, χωρίς αναδρομική ισχύ, μετά από δικαστική κρίση. Στη Ρουμανία, νόμος του 2016 για μετατροπή σε εγχώριο νόμισμα κρίθηκε αντισυνταγματικός, ενώ στην Κροατία η ρύθμιση του 2015 για μετατροπή σε ευρώ με αναδρομική ισχύ κρίθηκε νόμιμη από το Συνταγματικό Δικαστήριο, αλλά οι δανειολήπτες ήταν ανεπαρκώς ενημερωμένοι. Στη Γαλλία, δεν υπήρξε κρατική νομοθετική παρέμβαση, με εξαίρεση την τράπεζα BNP που αναγνώρισε παραλείψεις στη διαχείριση συγκεκριμένων δανείων.
Η ελληνική ρύθμιση επιδιώκει ισορροπημένη λύση, που συνδυάζει κοινωνική δικαιοσύνη και προστασία των δανειοληπτών, χωρίς να επηρεάζει την κεφαλαιακή σταθερότητα των τραπεζών και διασφαλίζοντας τη διαφάνεια και τη σταθερότητα των δανειακών συμβάσεων. Οι οφειλέτες έχουν πλέον σαφή εικόνα για τις υποχρεώσεις τους και τη δυνατότητα ουσιαστικής ελάφρυνσης, χωρίς ανατροπές ή αβεβαιότητα.