Δίχως οριστικό αποτέλεσμα πραγματοποιήθηκε χθες (22.9.2025) συνάντηση των εκπροσώπων της ελληνικής βιομηχανίας με την κυβέρνηση σχετικά με το ενεργειακό κόστος.
Αντιπροσωπεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) υπό τον πρόεδρο Σπύρο Θεοδωρόπουλο συζήτησε για το μείζον αυτό θέμα με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, Κωστή Χατζηδάκη και τους υπουργούς Ενέργειας, Σταύρο Παπασταύρου, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκο Πιερρακάκη, Ανάπτυξης Τάκη Θεοδωρικάκο, καθώς και τους υφυπουργούς Οικονομικών Θάνο Πετραλιά και Περιβάλλοντος και Ενέργειας Νίκο Τσάφο. Ο ΣΕΒ παρουσίασε την πρότασή του για το ενεργειακό κόστος, που στηρίζεται στο αντίστοιχο μοντέλο που εφαρμόζει η Ιταλία.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στην περίπτωση που εφαρμοστεί όπως ζητά ο σύνδεσμος, οι βιομηχανίες θα λάβουν στήριξη για μια περίοδο τριών ετών με τη μορφή του φθηνότερου ηλεκτρικού ρεύματος για ποσότητες που θα φτάνουν τις 7,4 TWh ετησίως. Με τον τρόπο αυτό θα ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητά τους, ώστε να έρθει πιο κοντά στα επίπεδα βιομηχανιών τρίτων χωρών που απολαμβάνουν φθηνότερο κόστος.
Ακολούθως, οι εγχώριες βιομηχανίες θα είναι υποχρεωμένες να επενδύσουν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να επιστρέψουν το διπλάσιο ενεργειακό όφελος σε βάθος εικοσαετίας. Πρόκειται, εν ολίγοις, για ένα είδος δανείου με «ενεργειακό» επιτόκιο.
Σύμφωνα με μελέτη που έχει εκπονήσει η Grant Thornton, ο αριθμός των ωφελούμενων βιομηχανιών υπολογίζεται κοντά στις 60, ενώ μέσω του μέτρου εκτιμάται ότι θα εγκατασταθεί 1,3 GW νέων μονάδων ΑΠΕ, διευκολύνοντας έτσι και τους πράσινους στόχους της χώρας.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Πλέον η κυβέρνηση έχει στα χέρια της τα παραπάνω στοιχεία προκειμένου να μελετήσει πως θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί το μέτρο, με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για ένα κόστος περί τα 200 εκατ. ευρώ για κάθε έτος ισχύος του.
Ο Κωστής Χατζηδάκης αναγνώρισε στη χθεσινή συνάντηση ότι υπάρχει η πρόθεση να υπάρξουν μέτρα στήριξης. Πάντως, θα ακολουθήσουν κι άλλες επαφές μέχρις ότου οριστικοποιηθεί η λύση που θα επιλέξει η κυβέρνηση.
Όπως είναι φυσικό, τα αρμόδια υπουργεία καλούνται να εξετάσουν εκτός από τον ίδιο το μηχανισμό, και τις πιθανές αλληλεπιδράσεις στο σύνολο της ενεργειακής αγοράς, αλλά και της οικονομίας εν γένει, εν μέσω συγκεκριμένων δημοσιονομικών δυνατοτήτων.