Σάββατο, 4 Μαΐ
16oC Αθήνα

Μέτρα με μέτρο

Μέτρα με μέτρο

Για όλες τις κυβερνήσεις όλων των χωρών, η Οικονομία είναι ο πιο σημαντικός και ο πιο σύνθετος τομέας διακυβέρνησης. Ιδιαίτερα όταν αυτός ο τομέας αντιμετωπίζει έκτακτες συνθήκες, όπως είναι ένας πόλεμος, μια μεγάλη καταστροφή ή μια πανδημία.

Σε αυτές τις ειδικές περιπτώσεις, καμία Οικονομία – όσο ισχυρή και αν είναι – δεν μένει ανεπηρέαστη. Καμία χώρα δεν έχει τόσο μεγάλα αποθεματικά, τόσα διαθέσιμα κεφάλαια για να καλύψει όλες τις ανάγκες μιας κοινωνίας και μιας αγοράς που «νεκρώνεται». Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.

Η βύθιση της Οικονομίας λόγω της πανδημίας, μετά βεβαιότητος θα επιφέρει σοβαρό χτύπημα ακόμη και σε εύρωστες οικονομικά χώρες. Διότι η «αγορά» είναι ένα ανοιχτό σύστημα, χωρίς σύνορα, που αποτελείται από μικρές και μεγάλες οικονομίες. Και είναι γνωστό ότι οι λίγες μεγάλες «ζουν» από τις πολλές μικρές. Επομένως, εάν οι μικρές καταστραφούν θα παρασύρουν σταδιακά και τις μεγαλύτερες χώρες σε ένα σπιράλ μιας παγκόσμιας ύφεσης.

Καθώς αυτή τη στιγμή το κύριο μέλημα όλων είναι η αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης λόγω της σφοδρής πανδημίας, η προσοχή των κυβερνήσεων στρέφεται στην ενίσχυση των νοσηλευτικών υποδομών. Διότι, σε καμία χώρα δεν επαρκεί η υπάρχουσα νοσηλευτική υποδομή, τόσο σε ανθρώπινο δυναμικό όσο και σε υλικό εξοπλισμό. Ιδίως όταν η ζήτηση για νοσηλευτικές υπηρεσίες και περίθαλψη τινάζεται στα ύψη λόγω μιας επιδημικής κρίσης.

Ας υποθέσουμε όμως ότι – αργά η γρήγορα – η υγειονομική κρίση θα περάσει. Τι θα αφήσει πίσω της;

Πρώτον, η κρίση θα αφήσει πίσω της ένα πληθυσμό ψυχικά ταλαιπωρημένο από τα ακραία υγειονομικά μέτρα που του περιόρισαν τη ζωή κλείνοντάς τον «ερμητικά» για μήνες μέσα στο σπίτι του.

Δεύτερον, θα αφήσει πίσω της ένα πλήθος ανέργων, κλειστών μαγαζιών και επιχειρήσεων, των οποίων οι εργαζόμενοι θα βρεθούν χωρίς χρήματα και με την αγωνία εάν θα έχουν δουλειά μόλις βγουν έξω από το σπίτι τους.

Τρίτον, θα έχει καταφερθεί ένα σοβαρό πλήγμα στην εθνική οικονομία, όχι μόνο από το «φρένο» στην ανάπτυξή της, αλλά και λόγω των εξασθενημένων ταμειακών αποθεμάτων, λόγω της εκταμίευσης κεφαλαίων για ενίσχυση των εργαζομένων και των πληττόμενων επιχειρήσεων.

Ας σταθώ μόνο σε αυτά προς το παρόν. Το ερώτημα που τίθεται είναι: τι θα γίνει μετά; Διότι αυτό το «μετά» ανησυχεί ήδη τους πάντες σε παγκόσμιο επίπεδο.

Είναι βέβαιο πλέον ότι όλες οι Οικονομίες θα εισέλθουν σε μια περίοδο μεγάλης ύφεσης. Δεν χωράει καμία αμφισβήτηση σε αυτό. Και είναι επίσης βέβαιο ότι αυτή η ύφεση ενδέχεται να κρατήσει για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα.

Πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι αυτή η οικονομική κρίση θα είναι σοβαρότερη εκείνης του 2008 και θα κρατήσει μερικά χρόνια. Άλλοι πάλι, πιστεύουν ότι αμέσως μετά τον έλεγχο της πανδημίας θα γίνει μία απότομη εκτίναξη της ανάπτυξης και τα πράγματα θα επανέλθουν σε ένα καλό σημείο σχετικά σύντομα. Αυτή είναι η θεωρία του «V» που υποστηρίζεται από ορισμένους, προσεγγίζοντας το θέμα με τη λογική της «δράσης-αντίδρασης».

Είτε με τη μία είτε με την άλλη άποψη, το «μετά» θα είναι δύσκολο. Έτσι, οι κυβερνήσεις όλων των χωρών επιστρατεύουν από σήμερα όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις και τα χρηματοοικονομικά τους όπλα προκειμένου να μετριάσουν τις επιπτώσεις της πανδημίας στην Οικονομία τους. Και εδώ είναι που διχάζονται οι απόψεις των ειδικών και των πολιτικών.

Η μία πλευρά ισχυρίζεται ότι στην παρούσα φάση, με άγνωστη την εξέλιξη της πανδημίας και σε πόσο χρόνο θα «θεραπευθεί», δεν θα πρέπει να εξαντληθούν από τώρα όλα τα αποθεματικά και οι δυνατότητες χρηματοδότησης της Οικονομίας, ώστε να υπάρχει περιθώριο πρόσθετων παρεμβάσεων και για αργότερα, εάν η πανδημία επιμείνει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από το προβλεπόμενο. Αυτό είναι το «συντηρητικό» σενάριο.

Η άλλη πλευρά όμως επιμένει ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να πέσουν στην Οικονομία πολύ ισχυρές «ενέσεις», με γενναίες κρατικές χρηματοδοτήσεις, ούτως ώστε να αποφευχθεί η πιθανότητα μιας ευρείας ύφεσης με κλειστές επιχειρήσεις και στρατιές ανέργων. Αυτό είναι το «εμπροσθοβαρές» σενάριο.

Το ερώτημα που τίθεται είναι: Ποια από αυτές τις δύο πολιτικές είναι όντως η καλύτερη; Ποιο σενάριο κρίνεται ως το βέλτιστο ειδικά για την ελληνική οικονομία;

Καταρχάς να πω ότι και στα δύο σενάρια υπάρχουν σημεία σύμπτωσης. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις η κυβέρνηση πρέπει να αντιδράσει άμεσα ρίχνοντας στην αγορά ζεστό χρήμα για να καλύψει το κενό που δημιουργείται από το σφράγισμα επιχειρήσεων ή την απότομη μείωση του κύκλου εργασιών τους. Επίσης, και τα δύο σενάρια μιλούν σαφώς για στήριξη των εργαζομένων και προστασία των θέσεων εργασίας.

Όμως, εκεί που διαφοροποιούνται οι δύο πολιτικές είναι η δυναμική τους. Το πρώτο, το συντηρητικό, απλώνει σταδιακά τη δύναμή του σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, περιμένοντας την άγνωστη μέχρι στιγμής εξέλιξη της πανδημίας. Ενώ το δεύτερο εφορμά τώρα, επιτόπου, στην κρίση ρίχνοντας σχεδόν τα πάντα στην αγορά χωρίς κανένα χάσιμο χρόνου.

Υπάρχει όμως και μια άλλη παράμετρος που διαφοροποιεί τις δύο απόψεις: το ρίσκο. Ποιο από τα δύο σενάρια έχει το μεγαλύτερο ρίσκο; Δύσκολη η απάντηση στο ερώτημα.

Στη «Θεωρία των Αποφάσεων» κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας, η μαθηματική προσέγγιση για τη λήψη μιας επιχειρησιακής απόφασης οδηγεί σε δύο βασικές εκδοχές. Η μία, που βασίζεται στην «αναμονή», ονομάζεται «wait-and-see» και εφαρμόζεται όταν τα δεδομένα της υπάρχουσας κατάστασης είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστα ή «γκρίζα». Τότε, είναι μάλλον σωστότερο να αναμείνει κανείς τις τελικές τιμές των αγνώστων προτού αποφασίσει.

Η άλλη προσέγγιση ονομάζεται «here-and-now» και εφαρμόζεται όταν – παρά τις όποιες γκρίζες παραμέτρους – κάποιος θέλει να δράσει άμεσα, χωρίς να χάσει χρόνο, προβλέποντας ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του.

Να συμπληρώσω ότι, σύμφωνα πάλι με τη Θεωρία των Αποφάσεων, η «μη λήψη απόφασης» είναι και αυτή μια απόφαση! Μία επιλογή που ισοδυναμεί με την πλήρη απραξία. Αυτή η επιλογή δεν υιοθετείται σήμερα από καμία κυβέρνηση.

Αυτά λένε βεβαίως τα μαθηματικά. Πλην όμως τα μαθηματικά στα ρεαλιστικά προβλήματα της πραγματικής ζωής δεν οδηγούν σε λύσεις «μαύρο-άσπρο». Πάντοτε συνοδεύουν τις προτάσεις τους και με τον υπολογισμό του αντίστοιχου κινδύνου, δηλαδή του ρίσκου.


Εάν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, η απόφαση για μια προσεκτική, ελεγχόμενη κυβερνητική πολιτική σταδιακής αντιμετώπισης της κατάστασης, δηλαδή το σενάριο «wait-and-see», φέρει σχετικά μικρότερο ρίσκο στην εφαρμογή του. Διότι κρατά δυνάμεις για μία απαισιόδοξη εξέλιξη της κρίσης. Και υπ‘ αυτή την έννοια, ένα τέτοιο πρόγραμμα θεωρείται πιο «νοικοκυρεμένο» – αν και συντηρητικό.

Τελικά, είναι το αποτέλεσμα που θα κρίνει κατά πόσο μια απόφαση ήταν η σωστή ή όχι. Και αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τις δύο «αντίπαλες» προσεγγίσεις, οι οποίες μοιραία ή υποχρεωτικά επιλέγονται «a priori», δηλαδή προτού αναδειχθούν τα αποτελέσματά τους στην πράξη.

Σε κάθε περίπτωση, από εδώ και μπρος, ένα είναι βέβαιο: η αβεβαιότητα θα είναι ένα μόνιμο συστατικό της ζωής μας για ένα χρονικό διάστημα.

Ας ελπίσουμε ότι όλα θα πάνε καλά.

Γνώμη Τελευταίες ειδήσεις