Λίγες ημέρες πριν βγει στις προθήκες των βιβλιοπωλείων το βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα «Ιθάκη» το newsit.gr σας παρουσιάζει τον πρόλογο στον οποίο ο πρώην πρωθυπουργός παρουσιάζει τους λόγους που τον οδήγησαν να το συγγράψει.
Ο Αλέξης Τσίπρας σε έντονα συναισθηματικό ύφος λέει ότι το 2015 κάποιοι τον προέτρεπαν να μην αναλάβει την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας αλλά όπως αναφέρει: «Δεν δείλιασα». Φτάνει στο 2019 όπου αναφέρει ότι: «Το 2019, δεν ήμουν ο ίδιος. Το σημαντικότερο, η Ελλάδα δεν ήταν πια ίδια. Η χώρα δεν έμοιαζε με την Ελλάδα της παράλυσης και του φόβου, εκείνη τη σκιά του εαυτού της που έσερνε ταπεινωμένη τα βήματά της χωρίς τέλος».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Σε άλλο σημείο αναφέρει: «Έχουν γραφτεί πολλά για τα δραματικά γεγονότα εκείνης της περιόδου. Δημοσιογράφοι, αναλυτές, πολιτικοί αντίπαλοι, σύντροφοι και σύμμαχοι, ξένοι παρατηρητές, όλοι έχουν καταθέσει τη δική τους εκδοχή για την ελληνική κρίση που συγκλόνισε όχι μόνο τη χώρα μας, αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη. Όλοι, εκτός από έναν: τον άνθρωπο που κλήθηκε να πάρει τις αποφάσεις. Ήρθε η ώρα, λοιπόν, να ακουστεί και η δική μου φωνή. Η ώρα να ειπωθεί η αλήθεια όπως τη βίωσα. Η δική μου αλήθεια».
Όλος ο πρόλογος:
«Υπάρχουν στιγμές στη ζωή που φτάνεις σ’ έναν κόμπο. Όχι έναν απλό δισταγμό ή μια δύσκολη απόφαση της καθημερινότητας, αλλά σε εκείνο το κρίσιμο σημείο όπου κάθε εσωτερική σου βεβαιότητα δοκιμάζεται. Στη μέχρι τώρα πολιτική μου διαδρομή, έχω βρεθεί πολλές φορές μπροστά σε τέτοιους κόμπους. Και κάθε φορά, το βάρος ήταν πολύ μεγαλύτερο από αυτό που θα άντεχε να σηκώσει ένας άνθρωπος μόνος του. Γιατί όταν οι αποφάσεις σου δεν επηρεάζουν απλώς τη δική σου ζωή, αλλά διαμορφώνουν τη μοίρα χιλιάδων ή και εκατομμυρίων ανθρώπων, η ευθύνη γίνεται σχεδόν υπαρξιακή. Δεν χωρούν βεβιασμένες κινήσεις αλλά ούτε και καθυστερήσεις. Δεν υπάρχει χώρος για απλουστεύσεις».
Όταν όλα σφίγγουν σαν μέγγενη γύρω σου, η λογική και το συναίσθημα μοιάζουν ανεπαρκή. Δεν αρκεί να υπολογίσεις τα δεδομένα ή να ακούσεις την καρδιά σου. Υπάρχει κάτι πιο θεμελιώδες που, κάθε φορά, καθορίζει την επιλογή: ένα ένστικτο, όχι ανεπεξέργαστο και αυθόρμητο, αλλά βαθιά διαμορφωμένο από την εμπειρία, σφυρηλατημένο από τα γεγονότα και το αίσθημα ευθύνης. Κάτι που λειτουργεί σχεδόν σιωπηλά, αλλά σε σπρώχνει προς μια κατεύθυνση που μέσα σου αναγνωρίζεις ως τη μόνη έντιμη και ορθή.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Κάθε κρίσιμη στιγμή συνοδεύεται από αυτή την εσωτερική παρόρμηση. Να μη δεχτείς τον κόμπο ως τελικό όριο. Να βρεις τον τρόπο, με ευθύνη, με σταθερότητα, με κόστος, να περάσεις απέναντι. Αυτή η δύναμη δεν προκύπτει από τη φιλοδοξία, αλλά από την ανάγκη να παραμείνεις πιστός σε μια αποστολή που υπερβαίνει το πρόσωπό σου. Να υπηρετήσεις όχι αυτό που σε συμφέρει, αλλά αυτό που θεωρείς σωστό.
Το βιβλίο αυτό γεννήθηκε από μια τέτοια ανάγκη. Όχι από την ανάγκη για προσωπική δικαίωση. Δεν γράφτηκε για να εξωραΐσει αποφάσεις, να ωραιοποιήσει γεγονότα ή να κατασκευάσει ένα αφήγημα βολικό για τον συγγραφέα του. Ο αναγνώστης, εξάλλου, γρήγορα θα συνειδητοποιήσει πως το βιβλίο γράφτηκε από την αίσθηση μιας εσωτερικής υποχρέωσης: την ανάγκη της μαρτυρίας. Να ειπωθούν τα γεγονότα όπως τα έζησα, να αποτυπωθούν οι συνθήκες, οι συγκρούσεις, τα διλήμματα και το κόστος.
Γιατί είχα τη βεβαιότητα από καιρό πως στην Ιστορία δεν οφείλουμε να παρουσιαστούμε δικαιωμένοι της οφείλουμε, όμως, να μιλήσουμε. Με ευθύνη, με καθαρότητα και χωρίς φόβο. Αυτό προσπάθησα να κάνω με το βιβλίο αυτό.
Όταν το 2008 ανέλαβα την ηγεσία ενός μικρού κόμματος της Αριστεράς, σε ηλικία μόλις 34 ετών, πολλοί μιλούσαν για ένα «άλμα στο κενό». Εγώ το έβλεπα αλλιώς: ως μια προσωπική πρόκληση μεν, αλλά και πράξη αναγκαία, όχι μόνο για μένα προσωπικά, αλλά και για μια γενιά ανθρώπων που έψαχνε φωνή, που ένιωθε ότι ο διαμορφωμένος πολιτικός χάρτης δεν τη χωρούσε. Ήξερα ότι δεν υπήρχε δίχτυ ασφαλείας αν έπεφτα, ούτε πολιτικό ούτε προσωπικό. Υπήρχε όμως εκείνο το μείγμα πίστης, πείσματος και ευθύνης που σε σπρώχνει να προχωρήσεις κι ας λένε όλα γύρω σου να σταματήσεις.
Όταν ανέλαβα την ευθύνη της χώρας, το 2015, η πραγματικότητα ήταν αμείλικτη. Πολλοί με προέτρεπαν να αποφύγω την ευθύνη, να τη μεταθέσω σε άλλους για να παραλάβω εγώ ως ώριμο φρούτο μια χώρα απολύτως εξαντλημένη. Δεν δείλιασα. Ανέλαβα την ευθύνη, όταν η Ελλάδα βρισκόταν σε μια από τις πιο κρίσιμες καμπές της σύγχρονης Ιστορίας της. Οι αποφάσεις που έπρεπε να ληφθούν δεν είχαν απλώς πολιτικό κόστος· είχαν ηθικό βάρος, κοινωνική προέκταση, ιστορική διάσταση. Ένιωθα να κουβαλώ στις πλάτες μου τα φαντάσματα των αδικαίωτων αγώνων του χθες, αλλά και τις ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς που τόλμησε να πιστέψει ότι τα πράγματα μπορούσαν να αλλάξουν. Δεν ήταν απλώς η ευθύνη της διακυβέρνησης. Ήταν η ευθύνη απέναντι σε μια συλλογική ανάγκη για αλλαγή και αξιοπρέπεια.
Το 2019, δεν ήμουν ο ίδιος. Το σημαντικότερο, η Ελλάδα δεν ήταν πια ίδια. Η χώρα δεν έμοιαζε με την Ελλάδα της παράλυσης και του φόβου, εκείνη τη σκιά του εαυτού της που έσερνε ταπεινωμένη τα βήματά της χωρίς τέλος. Είχε ανακτήσει την οικονομική αυτονομία της, είχε επουλώσει, ώς έναν βαθμό, τις πληγές της, είχε σταθεί ξανά στα πόδια της. Όχι χωρίς απώλειες, όχι χωρίς λάθη, αλλά με το κεφάλι ψηλά. Είχα ζήσει εμπειρίες που με διαμόρφωσαν βαθιά. Ήξερα πια, βιωματικά, τι σημαίνει να κυβερνάς με κομμένη την ανάσα και σε συνθήκες τήξης: να σηκώνεις το βάρος και τις επιθέσεις, να αντέχεις την αμφισβήτηση, να προστατεύεις ό,τι μπορεί να σωθεί και να χτίζεις ό,τι δεν υπήρχε.
Η πολιτική, όταν δεν ασκείται ως ρόλος που κληρονομείς αλλά ως εσωτερική αποστολή, έχει τη δύναμη να σε μεταμορφώσει. Δεν είναι η διαχείριση της καθημερινότητας αλλά η τέχνη της υπέρβασής της. Η ικανότητα να διευρύνεις τα όρια του εφικτού μέχρι αυτό που χθες φάνταζε αδύνατο να γίνει πραγματικότητα. Αυτή η πολιτική είναι έφοδος στον ουρανό. Η πολιτική σε φθείρει, ναι, αλλά σου χαρίζει κάτι πολύτιμο. Τη σπάνια δυνατότητα να συνδεθείς αληθινά με την εποχή σου. Να αφήσεις πίσω σου μια ανεξίτηλη σφραγίδα, μια κληρονομιά που θα ξεπερνά τον χρόνο και το πρόσωπό σου. Να δεις την όμορφη χώρα σου να στέκεται όρθια και τον λαό της να έχει σηκωθεί λίγο ψηλότερα.
Έχουν γραφτεί πολλά για τα δραματικά γεγονότα εκείνης της περιόδου. Δημοσιογράφοι, αναλυτές, πολιτικοί αντίπαλοι, σύντροφοι και σύμμαχοι, ξένοι παρατηρητές, όλοι έχουν καταθέσει τη δική τους εκδοχή για την ελληνική κρίση που συγκλόνισε όχι μόνο τη χώρα μας, αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη. Όλοι, εκτός από έναν: τον άνθρωπο που κλήθηκε να πάρει τις αποφάσεις.
Ήρθε η ώρα, λοιπόν, να ακουστεί και η δική μου φωνή. Η ώρα να ειπωθεί η αλήθεια όπως τη βίωσα. Η δική μου αλήθεια.
Γράφω αυτό το βιβλίο γιατί πιστεύω ότι η πολιτική είναι το πεδίο όπου το όραμα για έναν δίκαιο κόσμο δοκιμάζεται με την πραγματικότητα, νοηματοδοτώντας έτσι τα όρια και την ουσία των αγώνων μιας κοινωνίας για ένα καλύτερο αύριο. Γιατί πιστεύω πως αυτός ο κόσμος μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο. Κανένας αγώνας δεν είναι μάταιος, όπως ο κυνισμός των συντηρητικών μάς προτρέπει να πιστέψουμε. Αυτήν την εμπειρία προσπαθώ να αποτυπώσω σε τούτο το βιβλίο.
Γράφω για να καταθέσω την εμπειρία μιας χώρας και του λαού της, που, σε μια από τις πιο σκοτεινές στιγμές της σύγχρονης Ιστορίας του, τόλμησε να διεκδικήσει αξιοπρέπεια, παραβιάζοντας τους κανόνες, αυτούς τους κανόνες που είχαν επιβληθεί όχι για να προστατεύουν τους αδύναμους, αλλά για να διασφαλίζουν τη μονιμότητα της δύναμης των ισχυρών.
Γράφω για μια συλλογική προσπάθεια η οποία δεν δίστασε να αμφισβητήσει ένα κατεστημένο που θεωρούσε τον εαυτό του μόνιμο ιδιοκτήτη αυτής της χώρας. Ένα κατεστημένο που δεν είχε φανταστεί ποτέ ότι η εξουσία του μπορεί να είναι εφήμερη. Γράφω γιατί αυτή η συλλογική προσπάθεια, με όλα τα λάθη, τις υπερβολές, τις αντιφάσεις της, τόλμησε να προσπαθήσει να αλλάξει τη ροή της Ιστορίας.
Σε μια εποχή όπου η πολιτική είχε γίνει διαχείριση της παρακμής, εμείς επιχειρήσαμε να αρθρώσουμε μια διαφορετική αφήγηση. Δεν το πετύχαμε πάντα. Δεν ήταν όλες οι μάχες νικηφόρες. Αλλά κάθε μας βήμα συνοδευόταν από το όνειρο ενός καλύτερου, πιο δίκαιου κόσμου για τους πολλούς, για τους πιο αδύναμους. Γράφω γιατί θέλω να δείξω πως μπορεί να έκανα λάθη, αλλά ποτέ δεν μου έλειψε το θάρρος, ούτε όμως και άφησα τη χώρα μου μοιρολατρικά να τη σπρώξουν στον γκρεμό οι ίδιοι αυτοί που στη συνέχεια θα μας έδειχναν με το δάχτυλο ως υπεύθυνους της καταστροφής.
Γράφω γιατί θέλω να δείξω πως έθεσα τον εαυτό μου στην υπηρεσία της χώρας μου αλλά και στην υπόθεση της κοινωνικής δικαιοσύνης, επιδιώκοντας με όλη τη φλόγα της ψυχής μου, και με την τελευταία ικμάδα των δυνάμεών μου, μια καλύτερη μοίρα για αυτόν τον βασανισμένο λαό.
Η δική μου Ιθάκη δεν είναι απλώς μια αφήγηση του παρελθόντος, δεν είναι η αφήγηση του νόστου. Δεν γράφτηκε, μόνο, για να καταγραφούν τα γεγονότα, ως ένα είδος απολογισμού. Είναι, πρώτα απ’ όλα, μια προσπάθεια να κατανοήσουμε το παρόν: να δούμε πώς φτάσαμε ώς εδώ, μέσα από ποια διαδρομή, ποιες επιλογές, ποιες μικρές ή μεγάλες νίκες, ποιες ήττες. Και, ταυτόχρονα, αποτυπώνει την επιδίωξή μου να μιλήσω για το μέλλον, όχι με όρους αφηρημένης ευχής, αλλά να το περιγράψω όσο γίνεται πιο αναλυτικά και με την πίστη ότι η ιστορία δεν έχει τελειώσει.
Το βιβλίο αυτό είναι η μαρτυρία ενός ανθρώπου που έζησε από μέσα τη διακυβέρνηση σε καιρούς θύελλας· που κλήθηκε να διαπραγματευτεί με τους ισχυρούς της Ευρώπης· που πήρε αποφάσεις κρίσι μες, σκληρές, αμφιλεγόμενες, αποφάσεις που επηρέασαν τη ζωή εκατομμυρίων συμπολιτών μας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό.
Τούτο το βιβλίο δεν είναι μόνο μια κατάθεση εμπειριών. Είναι και μια πρόταση. Είναι η προσπάθεια να μετατραπεί η γνώση που αποκτήθηκε μέσα στη φωτιά της κρίσης σε σκέψη, σε σχέδιο, σε όραμα για την Ελλάδα του αύριο. Μια Ελλάδα που δεν θα πορεύεται φοβισμένη ή παραιτημένη, αλλά θα τολμά να στοχάζεται, να διεκδικεί, να αλλάζει.
Μιλάμε συχνά για το αύριο ως κάτι μακρινό, αφηρημένο. Εδώ, θέλω να το δω αλλιώς: ως πεδίο ευθύνης. Να μιλήσουμε για το αύριο με όρους δικαιοσύνης, με κοινωνικό περιεχόμενο, με σαφείς προτεραιότητες. Ποια χώρα θέλουμε, ποια οικονομία, ποιο Κράτος Δικαίου, ποια εργασία, ποια παιδεία, ποια δημοκρατία; Δεν υπάρχουν ουδέτερες απαντήσεις σ’ αυτά. Υπάρχουν μόνο πολιτικές επιλογές. Και αυτό το βιβλίο είναι, με τον δικό του τρόπο, μια τέτοια επιλογή.
Γράφω επίσης γιατί θέλω να μιλήσω όχι μόνο σε όσους έχουν μνήμες από τα γεγονότα του χθες αλλά και στους νέους ανθρώπους, σε αυτούς και αυτές που δεν έζησαν όλα αυτά τα δύσκολα και συναρπαστικά συνάμα που μας καθόρισαν. Νέους ανθρώπους που δεν έχουν αναμνήσεις από τη μέρα που δολοφονήθηκαν ο Αλέξης Γρηγορόπουλος, ο Παύλος Φύσσας, που δεν ένιωσαν το σφίξιμο στην καρδιά όταν ανακοινώθηκε ότι η χώρα έμπαινε στο Μνημόνιο το 2010. Σήμερα αναζητούν τους δικούς τους δρόμους, πρώτα από όλα με την αγωνία να κατανοήσουν έναν κόσμο που μέρα με τη μέρα αλλάζει ριζικά.
Σήμερα είναι πολύ διαφορετικός. Δυστυχώς όχι καλύτερος. Η γνώση των πραγματικών γεγονότων της σύγχρονης Ιστορίας της χώρας μας είναι προϋπόθεση για την κατανόηση των δυσκολιών αλλά και των δυνατοτήτων που ανοίγονται μπροστά μας. Το θεμέλιο για να οικοδομήσουμε τους αγώνες του αύριο.
Γιατί η προσπάθεια για την κοινωνική αλλαγή δεν είναι θεωρία, ούτε ουτοπία, αλλά πράξη καθημερινών μικρών ή μεγαλύτερων ρήξεων και προωθητικών συμβιβασμών. Και η διακυβέρνηση δεν είναι δουλειά του «ταξικού εχθρού», ούτε σημαίνει εγκατάλειψη των ιδεών, αλλά πάλη για την υλοποίησή τους μέσα στις αντιξοότητες της πραγματικότητας.
Και ο ριζοσπαστισμός δεν είναι ψυχολογική κατάσταση, ούτε πόζα, αλλά η κατανόηση των προβλημάτων των πιο ευάλωτων και αδύναμων και κυρίως η προσπάθεια για την επίλυσή τους.
Τέλος, γράφω αυτό το βιβλίο γιατί νιώθω πως δεν έχω το δικαίωμα να αφήσω την Ιστορία στα χέρια εκείνων που πιστεύουν πως τους ανήκει, μόνο και μόνο επειδή σήμερα θεωρούνται οι νικητές. Η Ιστορία δεν είναι τρόπαιο, ούτε πεδίο ιδιοκτησίας. Είναι το κοινό μας έδαφος, χώρος μνήμης, ευθύνης και αλήθειας. Και αν δεν διεκδικήσεις την αλήθεια, αν δεν καταθέσεις τη δική σου μαρτυρία, τότε εγκαταλείπεις αμαχητί όχι μόνο το χθες αλλά κυρίως το σήμερα και το αύριο. Κι αυτό το αύριο της πατρίδας μας, αλλά και των συλλογικών μας αγώνων για μια δίκαιη κοινωνία δεν είμαι διατεθειμένος να το εγκαταλείψω, τουλάχιστον όχι αμαχητί.
Το μέλλον διαρκεί πολύ. Και η χώρα μας έχει ανάγκη τη μνήμη. Όχι ως μουσειακό κατάλοιπο, αλλά ως ζωντανό πολιτικό εργαλείο. Μνήμη των αγώνων, των θυσιών, των δύσκολων αποφάσεων, των νικών και των ηττών. Μνήμη των στιγμών που λυγίσαμε και εκείνων που σταθήκαμε όρθιοι. Μόνο με αυτή τη γνώση μπορούμε να χτίσουμε κάτι καλύτερο. Μαθαίνοντας από τα λάθη, όχι για να τα ξεχάσουμε, αλλά για να μην τα επαναλάβουμε. Και εμπνεόμενοι από τις στιγμές που τολμήσαμε να ονειρευτούμε και να διεκδικήσουμε.
Γι’ αυτό, τούτο το βιβλίο είναι πράξη ευθύνης απέναντι στο παρελθόν και διεκδίκησης για το δικαίωμα στο μέλλον.