Φέτος τον Αύγουστο, πολύ περισσότερο από κάθε άλλη φορά «θυμηθήκαμε» τον Αύγουστο του 2018, τον μήνα που η Ελλάδα «βγήκε» από τα μνημόνια.

Ο λόγος αυτής της υπενθύμισης δεν είναι τυχαίος. Έχει να κάνει κυρίως με το γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών αυτής της χώρας, αισθάνεται, επτά χρόνια μετά σαν να «βγήκε», αλλά παρ’ όλα αυτά να συνεχίζει με ένα περίεργο τρόπο να ζεί την εφιαλτική εμπειρία των μνημονιακών δεσμεύσεων με την ΕΚΤ και την Κομισιόν.

Το τέλος των «μνημονίων» να υπενθυμίσουμε για όσους το έχουν ξεχάσει πληροφορηθήκαμε ότι «συνέβη» στις 20 Αυγούστου του 2018. Τότε, επισήμως, αποσύρθηκε η έκτακτη κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η εγχώρια οικονομία με την ενεργοποίηση των τριών μνημονίων που ξεκίνησαν και συμφωνήθηκαν από τις ελληνικές κυβερνήσεις και την Ε.Ε. μετά την κήρυξη χρεοστασίου στις αρχές της δεκαετίας.

Η αλήθεια είναι ότι από την περιβόητη «έξοδο» από τα μνημόνια αυτό που έχει «κατακάτσει» σαν γεγονός σ’ αυτή την χώρα είναι ότι με την τελευταία αναδιάρθρωση του χρέους τον Ιούνιο του 2018, η χώρα δεν κινδυνεύει πλέον από χρεοστάσιο.

Τουλάχιστον όχι στον ορατό ορίζοντα. Και με αυτό το «δεδομένο» οι δανειστές «μας» στις αγορές άρχισαν και πάλι σταδιακά, προσεκτικά και αρκετά ακριβά, να «μας» δανείζουν.

Όχι εμάς τους πολίτες, αλλά το ελληνικό δημόσιο, τις τράπεζες και τις μεγάλες επιχειρήσεις.

Τι ήταν αυτό που επέτρεψε να ξανα-υπάρξει εμπιστοσύνη για δανεισμό και να ξανα-κινηθεί η μηχανή του χρέους;

Μια ματιά στις τελευταίες ανακοινώσεις του ελληνικού δημοσίου οσο αφορά στην εκτέλεση του Προϋπολογισμού δίνει την απάντηση: τα θηριώδη για τις συνθήκες πρωτογενή πλεονάσματα.

Πρωτογενή πλεονάσματα, όταν σε όλη την υπόλοιπη Ευρωζώνη οι προϋπολογισμοί τρέχουν με ελλείματα…

Κάπου εκεί… ξεκλειδώνει και τη απορία του γιατί ενώ βγήκαμε από τα μνημόνια αισθανόμαστε τόσο έντονα ότι ήμαστε ακόμα σιδηροδέσμιοι στις μνημονιακές «υποχρεώσεις». Γιατί για να υπάρξουν πλεονάσματα κάποιος πρέπει να κόψει δαπάνες και να αυξήσει – αν γίνεται – τα έσοδα.

Και πώς βγαίνουν αυτά τα πλεονάσματα; Μα με τον τρόπο που έχουν ορίσει τα μνημόνια, δηλαδή: δραστική μείωση των αμοιβών στην εργασία, φρένο στις αυξήσεις των συντάξεων σε συνάρτηση με τον πληθωρισμό, αυξημένους συντελεστές φορολογίας, τόσο της έμμεσης όσο και της άμεσης, ανεξάρτητα από την πορεία του πληθωρισμού.

Με απλά λόγια, η εκτός μνημονίων Ελλάδα εξακολουθεί να φορολογεί κάθε έλληνα με τον μεγαλύτερο μνημονιακό συντελεστή ΦΠΑ και Ειδικό Φόρο Καταναλώσης σε σύγκριση με κάθε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Αποτέλεσμα; Στο πρώτο επτάμηνο του έτους σημειώθηκε υπέρβαση φορολογικών εσόδων κατά 2,3 δις ευρώ δημιουργώντας ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης των 8 δις ευρώ, δηλαδή 5 δις πάνω από τον στόχο που ήλπιζαν να πετύχουν στο ΥΠΟΙΚ πριν ένα χρόνο…

Αλλεπάλληλες πιέσεις και αναφορές εξηγούν γιατί ο τερατώδης ΦΠΑ και ΕΦΚ στην Ελλάδα τροφοδοτεί τον πληθωρισμό και περιορίζει την ζήτηση (αυτή πάνω στην οποία στηρίζεται κατά βάση το ΑΕΠ στην Ελλάδα). Η απάντηση ήταν πάντα και παραμένει ότι μια τέτοια «ελάφρυνση» δεν θα είχε αποτέλεσμα. Και φέρνουν σαν παράδειγμα την μη αποτελεσματικότητα (!) αυτής της μείωσης στην Ισπανία και στην Πορτογαλία. Αυτές οι χώρες μείωσαν δραματικά τον ΦΠΑ και είδαν… άσπρη μέρα, όπως αποδεικνύουν μελέτες ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών. Παρ’ όλα αυτά ακούμε ότι δεν είχαν αποτέλεσμα…

Και δεν σταματάμε εκεί. Που εφαρμόζεται αυτή η πλέον άδικη και μη προοδευτική έμμεση φορολογία; Μέσω της καταναλωτικής δαπάνης στους μισθούς και στις συντάξεις που παραμένουν σε επίπεδα… ανταγωνισμού με την Βουλγαρία και την Ρουμανία.

Με απλά λόγια χαμηλοί μισθοί και συντάξεις που φορολογούνται (ΦΠΑ και ΕΦΚ) με πολύ υψηλούς έμμεσους φόρους.

Αυτή είναι η πλέον απλή συνταγή για την διαρκή μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος το οποίο καταλήγει βέβαια για λόγους διαβίωσης στην κατανάλωση, από την οποία στηρίζονται τα 2/3 του εγχώριου ΑΕΠ.

Σ’ αυτά τα «μνημονιακά» δεδομένα, επτά χρόνια μετά την «έξοδο» από τα μνημόνια ήρθε να προστεθεί η σιωπηρή πραγματική αύξηση των άμεσων φόρων αφ’ ενός μέσω της μη τιμαριθμοποίησης των συντελεστών φορολογία (δηλαδή την μη προσαρμογή τους στον πληθωρισμό) και βέβαια τα περιβόητα προϊστορικά «τεκμήρια» για τους ελεύθερους επαγγελματίες…

Με αυτά τα δεδομένα είναι απολύτως φυσικό το αποτέλεσμα που έβγαλε η Eurostat, ότι δηλαδή στην Ελλάδα μειώνεται δραματικά η αποταμίευση.

Πώς να αποταμιεύσεις όταν το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται σε πραγματικούς όρους και φορολογείται με πληθωριστικούς όρους; Και προσοχή, άλλο η αποταμίευση, άλλο οι καταθέσεις οι οποίες έχουν άλλη προέλευση. Ιδού τα στοιχεία της Eurostat.

Tο A τρίμηνο του 2025 η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ε.Ε. με μείωση ακαθάριστης αποταμίευσης (– 7,15%) σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Την ίδια χρονική περίοδο ο μέσος όρος της Ε.Ε. είναι +14,5%.

Αυτή η πτώση της αποταμίευσης είναι σύμφωνα με την Eurostat η δεύτερη μεγαλύτερη τριμηνιαία μείωση αποταμιεύσεων στην Ελλάδα από το μνημονιακό 4ο τρίμηνο το 2013. Και δεν είναι τυχαίο το γεγονός αφού τα τελευταία πέντε τρίμηνα η πτώση είναι συνεχής με πέντε τριμηνιαίες πτώσεις αποταμιεύσεων με μέσο όρο – 3,7%.

Όπως προαναφέραμε αυτή η διαρκής πτώση σύμφωνα με την Eurostat εξηγείται από το ότι η Ελλάδα έχει την 3η μεγαλύτερη μείωση πραγματικού κατά κεφαλήν διαθέσιμου εισοδήματος στο α’ τρίμηνο του 2025 (-1,91%).

Χωρίς εισόδημα τι αποταμίευση να κάνεις…

Όλα τα προηγούμενα – θα μπορούσαν να προστεθούν και άλλοι λόγοι αλλά όχι τόσο καθοριστικοί – «εξηγούν» το γιατί οι έλληνες πολίτες ενώ «βγήκαν» από τα μνημόνια εδώ και επτά χρόνια, αισθάνονται στην καθημερινή τους ζωή σαν να συνεχίζουν να ασφυκτιούν από τις ανομολόγητες, αλλά πραγματικές μνημονιακές δεσμεύσεις.

Με αυτά τα «δεδομένα» έχουν να αναμετρηθούν οι επερχόμενες κυβερνητικές εξαγγελίες στην ΔΕΘ.

Σχόλια
Σχολίασε εδώ
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας