Σάββατο, 27 Απρ.
23oC Αθήνα

Μεγάλη Εβδομάδα και Πάσχα στην Πέργαμο

Μεγάλη Εβδομάδα και Πάσχα στην Πέργαμο

Ανηφορικός ο δρόμος, πραγματικός Γολγοθάς, από το Ντομούζ Αλάνι, την πλατεία του Αγίου Γεωργίου της Μικρασιατικής Περγάμου στον δρόμο προς την Ακρόπολη της αρχαίας Πολιτείας…

Τα σπίτια του παλιού ρωμέικου μαχαλά κρεμασμένα θαρρείς από τον βράχο της Ακρόπολης, οι πίσω αυλές τους «παίζουν» με το αρχαίο ιερό της Δήμητρας ή την κάτω αρχαία αγορά…

Στα ψηλά, μια δημόσια βρύση.
Μεγάλη Πέμπτη. Και διαβάζει κανείς στο αέτωμα της:

ΜΕΓΑ ΠΑΡΕΣΧΕ ΚΑΛΟΝ ΜΙΧΑΗΛ ΣΟΥΒΑΤΖΗΣ ΤΟΙΣ ΠΟΛΙΤΑΙΣ
ΧΡΗΣΤΟΝ ΛΑΒΩΝ ΒΟΗΘΟΝ ΦΙΛΟΝ ΓΑΜΒΡΟΝ ΤΙΦΤΙΚΤΣΗΝ
ΗΓΕΙΡΑΝ ΤΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΚΡΗΝΗΝ ΤΗΡΟΥΝΤΕΣ ΑΙΩΝΙΟΝ ΜΝΗΜΗΝ
ΤΗΣ ΘΥΓΑΤΡΟΣ ΤΟΥ Ο ΜΕΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ ΤΟΥ Ο ΔΕ
ΩΣΤΕ ΘΝΗΤΕ ΟΤΑΝ ΠΙΝΗΣ ΚΑΙ ΔΙΨΑΝ ΞΗΡΑΝ ΚΑΤΑΠΑΥΗΣ
ΜΗ ΤΗΝ ΜΑΡΙΑΝ ΠΟΤΕ ΕΝ ΤΑΙΣ ΕΥΧΑΙΣ ΛΗΣΜΟΝΗΣ
1Η ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1906

Εκατόν δέκα επτά χρόνια από τότε που έφυγε η Μαρία της επιγραφής, κι ο πατέρας της με τον άντρα της θρηνώντας έφτιαξαν τη βρύση ώστε σαν οι θνητοί ξεδιψάν να τη συγχωράνε.

Μεγάλη Πέμπτη βράδυ κι οι άνδρες της Περγάμου πήγαιναν στις δυο τους εκκλησιές, την παλιά των Αγίων Θεοδώρων και τη νεότερη της Ζωοδόχου Πηγής. Σαν ο Εσταυρωμένος έβγαινε στο κέντρο των εκκλησιών βγαίνανε έξω στις αυλές τους και «ξενυχτούσαν» το νεκρό πίνοντας «κονιάκια για του Χριστέλ’ που πουνεί». Έπιναν δηλαδή κονιάκ για το Χριστό που πονάει.

Σαν οι Επιτάφιοι μεσημέρι Μεγάλης Παρασκευής βγαίναν για την περιφορά ανάμεσα στα σπίτια του μαχαλά σε κάποιο σημείο, όπου οι Επιτάφιοι συναντιόνταν, εξελίσσονταν μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ένα πρωτόγνωρο και άγνωστο από πού προερχόταν έθιμο. Οι δυο Επιτάφιοι, των ανδρών που είχαν όλο το βράδυ πιει «κονιάκια» βοηθούντων, συγκρούονταν. Ήταν το έθιμο «της αγριάδας» αναμεταξύ σε όσους ακολουθούσαν τους επιτάφιους των δυο εκκλησιών… Στα τέλη του 19ου αιώνα, αυτή η «αγριάδα» εξελίχθηκε σε πραγματική σύγκρουση με έναν νεκρό και τραυματίες. Τότε ο Μητροπολίτης της Εφέσου στην οποία υπάγονταν η Πέργαμος με απειλή αφορισμού για όποιον παρέβαινε την εντολή, απαγόρευσε το έθιμο της ταυτόχρονης περιφοράς των επιταφίων. Και όρισε εναλλάξ, ένας επιτάφιος να περιφέρεται το μεσημέρι κι ένας πριν σκοτεινιάσει το απόγευμα. Τα «κονιάκια» δεν απαγορεύτηκαν και μάλιστα «μεταφέρθηκαν» από τους Περγαμηνούς στους νέους τόπους εγκατάστασης τους μετά την Καταστροφή του 1922.

Μεγάλο Σαββάτο πρωί, στις αυλές των σπιτιών σφάζονταν ο στολισμένος με λουλούδια «λέλεκας», το σημαδεμένο με κόκκινη βούλα στο μέτωπο αρνί που από την Μεγάλη Πέμπτη είχε μεταφερθεί στο κάθε σπίτι και περίμενε «τη μοίρα του».

Μέρος από αυτό το αρνί δίνονταν σε γειτονικές οικογένειες ή μοναχούς ηλικιωμένους που δεν είχαν τη δυνατότητα να γιορτάσουν. Με φροντίδα της Κοινότητας αρνιά σφάζονταν και μοιράζονταν και στους μουσουλμάνους Τούρκους που είτε δούλευαν στα κτήματα των Ρωμιών, είτε γειτόνευαν με τα σπίτια του ρωμαίικου μαχαλά.

Με το αίμα από το σφαγμένο αρνί «κοκκίνιζαν» τα κούτελα των μελών της κάθε οικογένειας που πλένονταν το βράδυ λίγο πριν πάνε στις εκκλησιές για την Ανάσταση. Στον γυρισμό, ο πατέρας του σπιτιού με το κερί που χε ανάψει στο «δεύτε λάβετε φως» κάπνισε ένα σχήμα σταυρού στο υπέρθυρο του σπιτιού και άναβε το καντήλι στο εικονοστάσι που είχε σβήσει – και μόνο τότε έμενε σβηστό – σαν η οικογένεια έφευγε για το «Χριστός Ανέστη».

Για το βράδυ της Ανάστασης στα σπίτια μαγείρευαν μια ελαφριά σούπα με μανεστράκι και τα συκώτια του αρνιού ψιλοκομμένα με μπόλικο λεμόνι. Μαζί με ένα κόκκινο αυγό αυτή η σούπα σήμαινε το τέλος της νηστείας των 50 σχεδόν ημερών, της νηστείας της Σαρακοστής.

Ανάσταση στην Πέργαμο και το μεγαλύτερο μέρος του αρνιού ψήνονταν «γιομιστό» στο φούρνο στην αυλή.
Πάσχα στην Πέργαμο 101 χρόνια μετά την καταστροφή. Και το παιδί της Περγάμου, οι ποιητής και γλύπτης Βάσος Καπάνταης γράφει:

«Το καρφί που κάρφωσαν στον τοίχο για να κρεμάσουν το ρούχο τους, το σταυρό από την κάπνα του κεριού του Πάσχα κάτω από τις πόρτες, τις χαρακιές της βούρτσας, το ασβέστωμα, το σανίδι που έτριζε… Ήχους, εικόνες και μυρωδιές να αναπαραστήσω, ζεστή και αναστημένη να σε νιώσω μητέρα μου Πέργαμο».

Ελλάδα Τελευταίες ειδήσεις