Συμφωνία για την ενίσχυση του ευρωπαϊκού πλαισίου διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων – Τι σημαίνει για τους καταθέτες στην Ελλάδα
Σημαντική συμφωνία για την ενίσχυση του τομέα των τραπεζών και τη προστασία των καταθέσεων απέναντι σε μελλοντικές τραπεζικές κρίσεις κατέληξαν την Τρίτη 25 Ιουνίου 2025 το Συμβούλιο της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Στο επίκεντρο του νέου πλαισίου Crisis Management and Deposit Insurance (CMDI) βρίσκεται η διατήρηση της απόλυτης προστασίας των καταθέσεων στις τράπεζες έως 100.000 ευρώ, καθώς και η εισαγωγή ρητής ιεράρχησης υπέρ των μικρών καταθετών και των ΜμΕ, σε περίπτωση τραπεζικής κρίσης.
Πρόκειται για την πρώτη σοβαρή αναμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου εξυγίανσης τραπεζών από την εποχή της κρίσης χρέους και των τραπεζικών καταρρεύσεων της δεκαετίας του 2010, με στόχο να αποφευχθούν φαινόμενα πανικού και να περιοριστεί η ανάγκη χρήσης δημοσίου χρήματος για διασώσεις τραπεζών που ανοίγει τον δρόμο σε δημοσιονομικές περιπέτειες.
Η συμφωνία διατηρεί ως έχει το όριο των 100.000 ευρώ ανά καταθέτη και ανά τράπεζα, το οποίο καλύπτεται πλήρως από τα εθνικά Συστήματα Εγγύησης Καταθέσεων με τραπεζικά κεφάλαια (στην Ελλάδα είναι το ΤΕΚΕ). Η καινοτομία της συμφωνίας βρίσκεται στο γεγονός ότι πλέον θεσμοθετείται ρητά και μια δεύτερη βαθμίδα προστασίας για καταθέσεις νοικοκυριών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δεν καλύπτονται από το ΤΕΚΕ (π.χ. πάνω από 100.000 ευρώ).
Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση εξυγίανσης ή πτώχευσης τράπεζας, οι μικροί και οι ιδιώτες καταθέτες θα προηγούνται ιεραρχικά από άλλους πιστωτές, όπως ομολογιούχοι, επενδυτές, μεγάλες εταιρείες ή άλλοι χρηματοπιστωτικοί θεσμοί.
Το παράδειγμα της Κύπρου
Μέχρι τώρα, το ευρωπαϊκό πλαίσιο καθόριζε ότι οι καταθέσεις έως 100.000 ευρώ είναι πλήρως εγγυημένες. Ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις κρίσεων μικρών ή μεσαίων τραπεζών, οι Αρχές προτιμούσαν να τις οδηγήσουν σε πτώχευση και όχι σε εξυγίανση, θεωρώντας ότι δεν εξυπηρετούνταν το «δημόσιο συμφέρον». Αυτό οδηγούσε σε αργές διαδικασίες, καθυστερημένες πληρωμές καταθετών και ζημιά στην τοπική οικονομία.
Παράλληλα, οι μη καλυπτόμενες καταθέσεις (άνω των 100.000 ευρώ) θεωρούνταν γενικά ισότιμες με άλλους πιστωτές – χωρίς διαφοροποίηση μεταξύ μικρών επιχειρήσεων και θεσμικών επενδυτών.
Η εμπειρία της Κύπρου το 2013, όταν επιβλήθηκε κούρεμα καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ στη Λαϊκή Τράπεζα και στην Τράπεζα Κύπρου, ήταν καταλυτική για τη διαμόρφωση της σημερινής ευρωπαϊκής προσέγγισης. Τότε, ενώ οι μικροκαταθέσεις διασώθηκαν, η απουσία ξεκάθαρης ιεράρχησης και εγγυήσεων είχε ως αποτέλεσμα κοινωνικό και πολιτικό σοκ, αλλά και έντονο πλήγμα στην εμπιστοσύνη προς το τραπεζικό σύστημα.
Στην Ελλάδα, οι περιπτώσεις τραπεζικών συγχωνεύσεων ή ανακλήσεων αδειών σε μικρές συνεταιριστικές (π.χ. Αχαϊκή, Λαμίας) στο παρελθόν είχαν οδηγήσει σε αποζημιώσεις μέσω του ΤΕΚΕ – αλλά με καθυστέρηση και έλλειψη σαφήνειας για την προτεραιότητα μεγαλύτερων καταθέσεων μικρών επιχειρήσεων.
Το νέο πλαίσιο φιλοδοξεί να προλάβει τέτοιες καταστάσεις, εξασφαλίζοντας εργαλεία πρόληψης και ομαλής μετάβασης (π.χ. μεταβίβαση στοιχείων ενεργητικού, συγχωνεύσεις, χρήση ταμείων εξυγίανσης).
Μεταρρύθμιση με αυστηρές εγγυήσεις
Ας σημειωθεί ότι η νέα ευρωπαϊκή συμφωνία δεν αναιρεί την αρχή της αυτοχρηματοδότησης, δηλαδή πρώτα χρησιμοποιούνται ίδια κεφάλαια και υποχρεώσεις της τράπεζας (MREL), και μόνο αν αυτό δεν επαρκεί, ενεργοποιούνται τα Ταμεία Εξυγίανσης ή Εγγύησης Καταθέσεων. Υπάρχουν ισχυρές εγγυήσεις ώστε να αποτραπεί κατάχρηση δημοσίων ή ασφαλισμένων πόρων, περιορίζοντας τον κίνδυνο.
Στόχος της νέας αρχιτεκτονικής είναι επίσης να μπορεί να καλυφθεί το περίφημο gap – το χρηματοδοτικό κενό που μπορεί να προκύψει κατά τη διάσωση μιας τράπεζας που δεν έχει αρκετά κεφάλαια που μπορούν να αξιοποιηθούν μέσω του μηχανισμού bail-in.
Η πολιτική συμφωνία του Ιουνίου 2025 πρέπει τώρα να λάβει την τελική έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, για να μετατραπεί σε νομοθεσία. Ωστόσο, η συμφωνία θεωρείται σταθμός για την τραπεζική ένωση, καθώς ενισχύει την ενιαία αγορά και μειώνει τον κίνδυνο διάσπασης του τραπεζικού χάρτη της ΕΕ σε «ισχυρά» και «αδύναμα» κράτη.