Ακόμη και αν η ρωσο-ουκρανική μάχη σταματήσει αύριο, η Ρωσία θα συνεχίσει να πληρώνει για την εισβολή της στην Ουκρανία για τα επόμενα χρόνια. Η κυβέρνηση προσπαθεί να καλύψει το διευρυνόμενο κενό στον στρατιωτικό προϋπολογισμό με ολοένα πιο δαπανηρό δανεισμό.
Σύμφωνα με το Bloomberg, την Τετάρτη (17.12.25) η Ρωσία εξέδωσε ομόλογα αξίας 108,9 δισ. ρουβλιών (1,36 δισ. δολάρια), ανεβάζοντας τον συνολικό προϋπολογισμό για το 2025 στα 7,9 τρισ. ρούβλια, ξεπερνώντας απότομα το προηγούμενο ρεκόρ του 2020 κατά την πανδημία Covid-19. Τότε, το βασικό επιτόκιο ήταν μόλις 4,25%, ενώ πριν από ένα χρόνο είχε φτάσει στο 21%. Παρά τη μείωση του επιτοκίου στο 16,5% φέτος, υπάρχει μεγάλη ακρίβεια για τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και το κράτος.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ πιέζει για μια συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου, ο μελλοντικός λογαριασμός για τη Μόσχα συνεχίζει να αυξάνεται. Σε μία από τις τελευταίες δημοπρασίες ομολόγων του έτους, η κυβέρνηση εξέδωσε την Τετάρτη χρέος 108,9 δισε. ρουβλιών (1,36 δισ. δολάρια) γνωστό ως OFZ, ανεβάζοντας το συνολικό ποσό για το 2025 μέχρι στιγμής σε 7,9 τρισ. ρούβλια, ξεπερνώντας απότομα το προηγούμενο ρεκόρ που είχε σημειωθεί το 2020 κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19.
Τότε, το βασικό επιτόκιο της κεντρικής τράπεζας ήταν μόλις 4,25%, ενώ πριν από ένα χρόνο είχε φτάσει στο ρεκόρ του 21%. Ακόμα και μετά την έναρξη της μείωσης του κόστους δανεισμού από την Τράπεζα της Ρωσίας τον Ιούνιο, στο 16,5% τώρα, το χρήμα παρέμεινε εξαιρετικά ακριβό για τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και το κράτος.
Ο στρατιωτικός προϋπολογισμός χρηματοδοτείται με δανεισμό καθώς τα αποθεματικά της εξαντλούνται
Η Μόσχα δεν είχε άλλη επιλογή από το να αυξήσει τις πωλήσεις ομολόγων, αφού έχουν εξαντληθεί περισσότερα από τα μισά κρατικά αποθεματικά της και το έλλειμμα του προϋπολογισμού αυξήθηκε, λόγω της μεγάλης ανόδου των στρατιωτικών δαπανών και της πτώσης των εσόδων από πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Οι στρατιωτικές δαπάνες φέτος ανέρχονται στο 7,3% του ΑΕΠ, με περίπου 2,2 ποσοστιαίες μονάδες να μην σχετίζονται με τον πόλεμο, όπως δήλωσε ο υπουργός Άμυνας Αντρέι Μπελούσοφ. Το συνολικό κόστος υπερβαίνει τον αρχικό στόχο του προϋπολογισμού, φτάνοντας περίπου τα 15,8 τρισ. ρούβλια, εκ των οποίων 11 τρισ. ρουβλιά δαπανήθηκαν για την εισβολή.
Αν και οι δαπάνες για την άμυνα προβλέπεται να παραμείνουν σταθερές τα επόμενα τρία χρόνια, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους θα συνεχίσει να αυξάνεται, ξεπερνώντας τη σωρευτική αύξηση του στρατιωτικού προϋπολογισμού από την αρχή του πολέμου το 2022. Το κόστος του χρέους πλέον είναι διπλάσιο σε σχέση με πριν από τον πόλεμο και ήδη υπερβαίνει τις πιστώσεις για υγεία και εκπαίδευση. Από το επόμενο έτος, οι πληρωμές του χρέους θα ξεπεράσουν τις συνδυασμένες δαπάνες για υγεία και εκπαίδευση, αποτελώντας το τέταρτο μεγαλύτερο κονδύλι του προϋπολογισμού μαζί με την εθνική ασφάλεια.
Οι αναλυτές προειδοποιούν ότι αν το κόστος του χρέους αυξηθεί περισσότερο, η κυβέρνηση θα χρειαστεί να περικόψει δαπάνες σε εθνικά έργα και προγράμματα στήριξης για να αποφευχθεί το έλλειμμα. Οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους αναμένεται να αυξηθούν κατά 40% φέτος και πάνω από 20% τον επόμενο χρόνο, λόγω της αύξησης του χρέους και του μεγαλύτερου μεριδίου ομολόγων κυμαινόμενου επιτοκίου και υψηλής απόδοσης.
Για να καλυφθούν τα ελλείμματα, η Ρωσία υπερδιπλασίασε τον στόχο πωλήσεων ομολόγων για το τελευταίο τρίμηνο του έτους στα 3,8 τρισ. ρούβλια και για πρώτη φορά εξέδωσε κρατικά ομόλογα σε κινεζικό γιουάν.
Οι κίνδυνοι για τον προϋπολογισμό παραμένουν υψηλοί: χαμηλότερα έσοδα από πετρέλαιο, ισχυρότερο ρούβλι, επιβράδυνση της ανάπτυξης και αυξημένες δαπάνες λόγω στρατιωτικών επιχειρήσεων. Αν η κεντρική τράπεζα διατηρήσει υψηλό το επιτόκιο και τα έσοδα μειωθούν, η Ρωσία θα πρέπει είτε να αυξήσει τους φόρους, είτε να περικόψει άλλες δαπάνες, είτε να δανειστεί περισσότερο.
Παρά τις πιέσεις, το χρέος της Ρωσίας παραμένει σχετικά χαμηλό σε διεθνή σύγκριση, με λόγο χρέους προς ΑΕΠ κάτω από 20%, αφήνοντας περιθώρια για περαιτέρω αύξηση, σύμφωνα με οικονομολόγους.