Χρηστικά

Πώς θα «τρέξουν» τα 13ωρα στον ιδιωτικό τομέα και οι έμμεσες αυξήσεις σε όσους κάνουν υπερωρίες

Δίδεται δυνατότητα απασχόλησης που υφίσταται σήμερα, σε δύο ή περισσότερους εργοδότες, υπό προϋποθέσεις, έως δεκατρείς ώρες ημερησίως, επεκτείνεται και σε εργαζόμενους που απασχολούνται σε έναν εργοδότη

Σημαντικές αλλαγές στα ωράρια, τις άδειες και τις αμοιβές της υπερωριακής απασχόλησης προβλέπει το εργασιακό νομοσχέδιο το οποίο έφερε χθες (25.8.25) σε δημόσια διαβούλευση το Υπουργείο Εργασίας.

Συγκεκριμένα, με το νομοσχέδιο αυτό, δίδεται δυνατότητα απασχόλησης που υφίσταται σήμερα, σε δύο ή περισσότερους εργοδότες, υπό προϋποθέσεις, έως δεκατρείς ώρες ημερησίως, επεκτείνεται και σε εργαζόμενους που απασχολούνται σε έναν εργοδότη, ενώ οι ασφαλιστικές απαλλαγές στις αμοιβές στις υπερωρίες οδηγούν σε έμμεση αύξηση των καθαρών αποδοχών των εν λόγω εργαζομένων. 
Καταργείται, επίσης, ο ρητός χρονικός προσδιορισμός της ατομικής σύμβασης (ημερήσια ή εβδομαδιαία ή δεκαπενθήμερη ή μηνιαία), καθώς η διάρκεια της σύμβασης μερικής απασχόλησης μπορεί να είναι οποιαδήποτε συμφωνήσουν τα συμβαλλόμενα μέρη.
Επιτρέπεται να συμφωνείται περίοδος αναφοράς διάρκειας 1 εβδομάδας (αλλά όχι μικρότερη), δηλαδή η ισοστάθμιση των πρόσθετων ωρών εργασίας 1 ή περισσότερων ημερών (πάντοτε έως 2 ώρες ημερησίως κατά μέγιστο) με ανάλογα μειωμένες ώρες εργασίας άλλης ή άλλων ημερών της ίδιας εβδομάδας.
Η άδεια λαμβάνεται κατά κανόνα αδιαίρετη σε συνεχείς ημέρες, και, αφετέρου, να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη ευελιξία στον εργαζόμενο λαμβάνοντας τμήματα της άδειάς του.

Πιο αναλυτικά, οι βασικότερες αλλαγές του νομοσχεδίου έχουν ως εξής:

Συμβάσεις απασχόλησης

  • Η δυνατότητα απασχόλησης που υφίσταται σήμερα, σε δύο ή περισσότερους εργοδότες, υπό προϋποθέσεις, έως δεκατρείς ώρες ημερησίως, επεκτείνεται και σε εργαζόμενους που απασχολούνται σε έναν εργοδότη, υπό τον όρο ότι τηρούνται τα όρια ανάπαυσης και μέγιστου ορίου εβδομαδιαίων ωρών εργασίας καθώς και η καταβολή των νόμιμων προσαυξήσεων από υπερωρίες.
  • Η παράλληλη απασχόληση του εργαζόμενου επιτρέπεται με την επιφύλαξη των διατάξεων περί του χρόνου εργασίας και ανάπαυσης των εργαζομένων. Δεδομένου ότι για κάθε περίοδο 24 ωρών, η ελάχιστη ανάπαυση δεν μπορεί να είναι κατώτερη από 11 συνεχείς ώρες, προκύπτει ότι επιτρέπεται ο εργαζόμενος να απασχολείται σε περισσότερους εργοδότες έως 13 ώρες ημερησίως. Με την προτεινόμενη ρύθμιση δίνεται η δυνατότητα να απασχοληθεί ο εργαζόμενος στον ίδιο εργοδότη μέχρι 13 ώρες, λαμβάνοντας μάλιστα για την απασχόληση κατά τη 13η ώρα την προσαυξημένη αμοιβή της υπερωρίας (40%). Κατ’ αποτέλεσμα, δίνεται η δυνατότητα κατανομής των ετήσιων επιτρεπόμενων ωρών υπερωρίας από τρεις σε έως και 4 ημερησίως, χωρίς να μεταβάλλεται το ετήσιο όριο των 150 υπερωριών. Δεδομένου ότι οι 11 ώρες ημερήσιας συνεχούς ανάπαυσης θα πρέπει απαραιτήτως να τηρούνται, προκύπτει ότι, η δυνατότητα απασχόλησης για 4η ημερήσια υπερωριακή ώρα απασχόλησης δεν ισχύει σε περίπτωση που η εργασία παρουσιάζει διακοπές (π.χ. διάλειμμα εκτός ωραρίου). Οι προϋποθέσεις για τη νόμιμη πραγματοποίηση υπερωρίας παραμένουν αμετάβλητες (συναίνεση του εργαζομένου, καταβολή προσαυξημένης αμοιβής, δήλωση στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ, τήρηση των χρονικών ορίων ανάπαυσης και μέγιστου ορίου εβδομαδιαίων ωρών εργασίας). Παράλληλα, προβλέπεται ειδικώς το δικαίωμα του εργαζόμενου να αρνηθεί την παροχή της υπερωριακής αυτής εργασίας. Αυτή η άρνηση του εργαζομένου να παράσχει την επιπλέον εργασία δεν συνιστά λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του.
  • Καταργείται ο ρητός χρονικός προσδιορισμός της ατομικής σύμβασης (ημερήσια ή εβδομαδιαία ή δεκαπενθήμερη ή μηνιαία), καθώς η διάρκεια της σύμβασης μερικής απασχόλησης μπορεί να είναι οποιαδήποτε συμφωνήσουν τα συμβαλλόμενα μέρη. Προβλέπεται ρητή πρόβλεψη για τη δυνατότητα παροχής υπερωρίας στην εκ περιτροπής απασχόληση. Με την αξιολογούμενη ρύθμιση, επιτυγχάνονται, αφενός, η αύξηση του εισοδήματος αυτής της ειδικής κατηγορίας εργαζομένων, και, αφετέρου, η διευκόλυνση της λειτουργίας επιχειρήσεων που παρουσιάζουν έντονη αυξομείωση στον φόρτο εργασίας εντός της εβδομάδας. Σημειώνεται ότι, στην περίπτωση της εκ περιτροπής εργασίας δεν τίθεται θέμα πραγματοποίησης υπερεργασίας, αφού η υπερεργασιακή απασχόληση σχετίζεται αποκλειστικά με την υπέρβαση του συμβατικού εβδομαδιαίου ωραρίου των 40 ωρών (άρθρο 194 του Κώδικα Εργατικού Δικαίου). Επομένως, η απασχόληση του εκ περιτροπής εργαζομένου κατά την 9η ώρα, καθώς και οι επόμενες (10η ώρα κ.λπ.), θεωρούνται ως υπερωρίες και αμείβονται με προσαύξηση 40%. Τέλος, επισημαίνεται ότι συνεχίζουν να ισχύουν όλες οι λοιπές διατάξεις για τα χρονικά όρια εργασίας και ανάπαυσης.
  • Επιτρέπεται να συμφωνείται περίοδος αναφοράς διάρκειας 1 εβδομάδας (αλλά όχι μικρότερη), δηλαδή η ισοστάθμιση των πρόσθετων ωρών εργασίας 1 ή περισσότερων ημερών (πάντοτε έως 2 ώρες ημερησίως κατά μέγιστο) με ανάλογα μειωμένες ώρες εργασίας άλλης ή άλλων ημερών της ίδιας εβδομάδας και ρυθμίζεται η δυνατότητα ισοστάθμισης των αυξημένων ωρών εργασίας, όχι μόνο με ανάλογα μειωμένες ώρες ή ημέρες ανάπαυσης, αλλά και με πρόσθετες ημέρες κανονικής άδειας μετ’ αποδοχών, και επιτρέπεται να συμφωνείται η εφαρμογή συστήματος 4ήμερης εβδομαδιαίας και 10ωρης ημερήσιας εργασίας και γενικώς συστήματος διευθέτησης, που θα ισχύει καθ’ όλο το έτος.
  • Το σύστημα διευθέτησης θα συμφωνείται μεταξύ εργοδότη και εκπροσώπων εργαζομένων ή, ελλείψει τέτοιων, με εργαζομένους, και δεν επιτρέπεται να επιβληθεί μονομερώς. Συγκεκριμένα, προβλέπεται, προς μεγαλύτερη προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων, ότι δεν αρκεί η έλλειψη συνδικαλιστικής οργάνωσης, αλλά πρέπει να μην υπάρχει ούτε συμβούλιο εργαζομένων, ούτε ένωση προσώπων, ή να μην έχει επιτευχθεί σχετική συμφωνία όπως ήδη ισχύει, προκειμένου το σύστημα διευθέτησης να μπορεί να συμφωνηθεί με ατομική συμφωνία εργοδότη – εργαζομένου. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις αποσκοπούν στη διασφάλιση της ισορροπίας μεταξύ της επαγγελματικής και της προσωπικής ζωής για τους εργαζόμενους. Μετά τη λήξη της περιόδου αναφοράς, τα μέρη είναι ελεύθερα να συμφωνήσουν, εφόσον το επιθυμούν, εκ νέου το ίδιο ή διαφορετικό σύστημα διευθέτησης. Επισημαίνεται ότι με την προτεινόμενη ρύθμιση διατηρούνται πλήρως οι προστατευτικές διατάξεις που ισχύουν κατά τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, το ανώτατο όριο των δέκα ωρών εργασίας, η τήρηση των διατάξεων για την υποχρεωτική ημερήσια και εβδομαδιαία ανάπαυση, η προϋπόθεση έγγραφης συμφωνίας, η ρητή απαγόρευση απόλυσης εργαζομένου λόγω μη συναίνεσης στη διευθέτηση και η αποζημίωση του εργαζόμενου για τις υπερβάλλουσες ώρες εργασίας σε περίπτωση που λυθεί η σχέση εργασίας πριν από την ολοκλήρωση της διευθέτησης.

Άδειες

  • Καταργείται η υποχρέωση για προδήλωση της άδειας, η οποία αντικαθίσταται από την υποχρέωση απογραφικής δήλωσης της χορήγησης της ετήσιας άδειας στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ, εντός του πρώτου δεκαημέρου του μήνα που ακολουθεί τον μήνα χορήγησής της. Στο πλαίσιο αυτό, για την κατοχύρωση του δικαιώματος σε ετήσια άδεια αναψυχής του εργαζόμενου και για τη διευκόλυνση του ελέγχου από την Επιθεώρηση Εργασίας, πρόκειται να επικαιροποιηθούν και τα σχετικά πεδία του Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ, ώστε να προκύπτουν όλα τα απαραίτητα για τον έλεγχο της λήψης της άδειας στοιχεία.
  • Η άδεια λαμβάνεται κατά κανόνα αδιαίρετη σε συνεχείς ημέρες, και, αφετέρου, να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη ευελιξία στον εργαζόμενο λαμβάνοντας τμήματα της άδειάς του, σύμφωνα με τις προσωπικές και οικογενειακές του ανάγκες, εφόσον το ζητήσει ο ίδιος, με έγγραφο αίτημά του. Με το ισχύον πλαίσιο, επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση, η κατάτμηση του χρόνου αδείας σε δύο περιόδους, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης. Η κατάτμηση του χρόνου αδείας επιτρέπεται και σε περισσότερες των δύο περιόδων, από τις οποίες, η μία, πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον δύο εργάσιμες εβδομάδες, μετά από έγγραφη αίτηση του εργαζομένου προς τον εργοδότη. Ειδικά, δε, σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που απασχολούν τακτικό και εποχικό προσωπικό και παρουσιάζουν ιδιαίτερη σώρευση εργασίας που οφείλεται στο είδος ή στο αντικείμενο εργασιών τους, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, για το τακτικό προσωπικό, η επιχείρηση δύναται να χορηγεί το τμήμα της άδειας των δύο εβδομάδων οποτεδήποτε εντός του ημερολογιακού έτους. διατηρείται ο κανόνας του αδιαίρετου της αδείας, ήτοι η χορήγηση ολόκληρης της άδειας, σε αλλεπάλληλες ημέρες, και παράλληλα καταργούνται οι ανωτέρω περιορισμοί ως προς την κατάτμηση, το θεσμικό πλαίσιο εκσυγχρονίζεται με βάση τα σημερινά δεδομένα και προβλέπεται η ελευθερία του εργαζομένου να λάβει την άδειά του όπως επιθυμεί (π.χ. να λάβει την άδεια σε τέσσερα τμήματα της μίας εβδομάδας), με μόνο περιορισμό ότι ένα τμήμα θα πρέπει να περιλαμβάνει μία συνεχόμενη εργάσιμη εβδομάδα, ώστε να εξασφαλίζεται ελάχιστο όριο ανάπαυσης. Η ανωτέρω ρύθμιση εξυπηρετεί εργαζομένους που ενδεχομένως, πέρα από τη θερινή άδεια, επιθυμούν να λάβουν μέρος της άδειάς τους και κατά τις εορταστικές περιόδους (π.χ. Χριστούγεννα, Πάσχα) αλλά και μεμονωμένα κατά τη διάρκεια του έτους. Οποιαδήποτε κατάτμηση άλλωστε συνεχίζει να απαιτεί έγγραφο αίτημα του εργαζομένου. Επιπλέον, καταργείται η δυνατότητα του εργοδότη να χορηγεί το τμήμα της άδειας των δύο εβδομάδων οποτεδήποτε εντός του ημερολογιακού έτους. Επισημαίνεται ότι, με τη νέα ρύθμιση ο χρόνος χορήγησης της άδειας παραμένει προϊόν συμφωνίας μεταξύ εργαζομένου και επιχείρησης, επομένως ούτε η επιχείρηση μπορεί να επιβάλλει στον εργαζόμενο τον χρόνο χορήγησης της άδειας, ούτε ο εργαζόμενος να απουσιάσει αυτοβούλως. Σε περίπτωση που προκύψει διαφωνία τους, ως προς τον χρόνο χορήγησης της αδείας, αρμόδια για την επίλυση είναι η Επιθεώρηση Εργασίας. Υπενθυμίζεται ότι η επιχείρηση υποχρεούται να χορηγήσει την άδεια που ζητήθηκε το πολύ εντός διμήνου από τη διατύπωση της σχετικής αίτησης από τον εργαζόμενο.
  • Παραμένει αμετάβλητη η διάταξη περί θερινής αδείας, σύμφωνα με την οποία, το ήμισυ τουλάχιστον εκείνων που δικαιούνται άδεια σε κάθε επιχείρηση, πρέπει να ικανοποιούνται μέσα στο χρονικό διάστημα από την 1η Μαΐου μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου, ενώ αμετάβλητες παραμένουν και οι διατάξεις για την θερινή άδεια των ανηλίκων (παρ. 1 άρθρου 308 Κώδικα Εργατικού Δικαίου). Επιπλέον, προστίθεται η δυνατότητα να διατηρούνται οι αιτήσεις των εργαζομένων και σε ηλεκτρονική μορφή, δεδομένου ότι η πλειοψηφία των επιχειρήσεων πλέον χρησιμοποιεί ηλεκτρονικά συστήματα για την υποβολή της αίτησης και την έγκριση των αδειών.
  • Το επίδομα γονικής άδειας, το οποίο χορηγείται από τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης (Δ.ΥΠ.Α.), είναι αφορολόγητο, ανεκχώρητο και ακατάσχετο στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης αντίθετης διάταξης, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη στη φορολογική διοίκηση, στο δημόσιο, στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, στα νομικά πρόσωπα των τελευταίων και στα ασφαλιστικά ταμεία ή στα πιστωτικά ιδρύματα για το δημόσιο και για τρίτους, και δεν προσμετράται στο συνολικό, πραγματικό ή τεκμαρτό οικογενειακό εισόδημα. Η αφορολόγητη φύση τέτοιων επιδομάτων ισχύει και για τις λοιπές παροχές της Δ.ΥΠ.Α. για τη μητρότητα, ήτοι την ειδική παροχή προστασίας της μητρότητας και τη συμπληρωματική παροχή μητρότητας. Το επίδομα γονικής αδείας δεν έχει τα χαρακτηριστικά του εισοδήματος (δηλαδή την περιοδικότητα και τη μόνιμη πηγή εκμετάλλευσης), αλλά καταβάλλεται επειδή οι εργαζόμενοι απέχουν από την εργασία τους, για την κάλυψη των δαπανών τους, και επομένως πρέπει να είναι αφορολόγητο.
  • Οι ανάδοχοι γονείς δικαιούνται τις ίδιες άδειες που αφορούν στη φροντίδα και αναδοχή του ανηλίκου, με τους φυσικούς γονείς, καθ’ όλη τη διάρκεια της αναδοχής. Επεκτάθηκε η χορήγηση του μεταγενέθλιου τμήματος της άδειας μητρότητας στις παρένθετες και θετές μητέρες, αλλά όχι στις ανάδοχες. Προβλέφθηκε η χορήγηση της άδειας πατρότητας τόσο στους θετούς όσο και στους ανάδοχους πατέρες. Με βάση τα ανωτέρω, και για λόγους ισότητας των ανάδοχων μητέρων με τις θετές μητέρες, αλλά και τους ανάδοχους πατέρες, καθώς και για την ενίσχυση του θεσμού της αναδοχής και, εν γένει, της μητρότητας, κρίνεται σκόπιμη η επέκταση του μεταγενέθλιου τμήματος της άδειας μητρότητας (9 εβδομάδες) και στις ανάδοχες μητέρες τέκνου έως 8 ετών. Δεδομένου ότι, η αναδοχή δύναται να οδηγήσει και σε υιοθεσία του τέκνου, διευκρινίζεται ότι αν η εργαζόμενη κάνει χρήση της άδειας μητρότητας κατά την αναδοχή δεν θα τη δικαιούται εκ νέου μετά την υιοθεσία. Αντίθετα, αν δεν κάνει χρήση, κατά το στάδιο της αναδοχής, διατηρεί το δικαίωμα να κάνει χρήση αυτής μετά την υιοθεσία. Περαιτέρω, ορίζεται ότι ως «εργαζόμενη που γίνεται ανάδοχος τέκνου» νοείται η εργαζόμενη γυναίκα, η οποία είναι εγγεγραμμένη στο Εθνικό Μητρώο Υποψήφιων Αναδόχων Γονέων και μετά από δικαστική απόφαση ή εισαγγελική διάταξη ή σύμβαση ή διάταξη ανακριτή ή απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης της ανατίθεται η πραγματική φροντίδα ή η επιμέλεια ανηλίκου, ενώ ως «ένταξη του παιδιού στην οικογένεια» νοείται η ημερομηνία έκδοσης της δικαστικής απόφασης, που κηρύσσει την αναδοχή, ή της εισαγγελικής διάταξης, που διατάσσει ως προσωρινό μέτρο την αναδοχή ή η ημερομηνία σύναψης της σύμβασης με τους αναδόχους γονείς, ή η ημερομηνία έκδοσης της δικαστικής απόφασης, που επιβάλλει την αναδοχή ως αναμορφωτικό ή θεραπευτικό μέτρο ή η ημερομηνία έκδοσης της διάταξης ανακριτή που επιβάλλει την αναδοχή ως περιοριστικό όρο ή η ημερομηνία έκδοσης της εισαγγελικής διάταξης που επιβάλλει την αναδοχή, ή η ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης που θέτει τον ανήλικο υπό διοικητική επιμέλεια.

Απολύσεις

  • Εξορθολογίζεται η διάρκεια της απουσίας του εργαζομένου μετά την οποία μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει αποχωρήσει οικειοθελώς. Δεδομένου ότι η διάταξη εφαρμόζεται σε περιπτώσεις αυθαίρετης απουσίας του εργαζομένου που δεν δικαιολογείται από κάποιον λόγο (π.χ. λόγω ασθένειας) και απαιτεί αποδεδειγμένη όχληση εκ μέρους του εργοδότη, η προθεσμία των 10 εργάσιμων ημερών (δηλαδή τουλάχιστον δύο εβδομάδων) που ίσχυε, είναι δυσανάλογη, ιδίως σε περιπτώσεις διαλείπουσας απασχόλησης (όπως εκ περιτροπής εργασίας) που το διάστημα μεγαλώνει ακόμη περισσότερο. Επομένως, κρίνεται ορθότερο έπειτα από 3 συναπτές εργάσιμες (για τον εργαζόμενο) ημέρες, αδικαιολόγητης απουσίας, ο εργοδότης να δύναται να προβεί σε όχληση του εργαζομένου. Κατόπιν της όχλησης, εάν παρέλθουν ακόμη 2 συναπτές εργάσιμες (για τον εργαζόμενο) ημέρες, αδικαιολόγητης απουσίας του εργαζόμενου, ο εργοδότης μπορεί να αναγγείλει την οικειοθελή αποχώρηση στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ, χωρίς να απαιτείται η υπογραφή του εργαζόμενου.
  • Η πενθήμερη απουσία συνιστά, κατ’ αντικειμενική κρίση, με βάση τις αρχές της καλής πίστεως και αφού ληφθούν υπόψη τα συναλλακτικά ήθη, σιωπηρή εκ μέρους του εργαζομένου, καταγγελία της συμβάσεως εργασίας του, ενόψει και της έλλειψης ενημέρωσης για την απουσία αυτή. Επιπλέον, διευκρινίζεται ότι η όχληση του εργοδότη δεν αναρτάται στο νέο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ, αλλά δηλώνεται υπευθύνως από αυτόν, χωρίς την υποχρέωση επισύναψης της όχλησης. Προς απόλυτη διασφάλιση ότι ο εργαζόμενος θα λάβει γνώση της όχλησης, προβλέπεται ότι με την υποβολή της υπεύθυνης δήλωσης περί όχλησης, από τον εργοδότη, θα αποστέλλεται αυτόματα ειδοποίηση και στο κινητό του εργαζομένου, μέσω της ηλεκτρονικής εφαρμογής «MyErgani», για τη δήλωση αυτή, εφόσον ο εργαζόμενος το έχει εγκαταστήσει στο κινητό του, χωρίς να απαιτείται κάποια περαιτέρω ενέργεια από τον εργοδότη. Τέλος, η ανελαστική προθεσμία για υποβολή της δήλωσης οικειοθελούς αποχώρησης την επόμενη εργάσιμη ημέρα από τη λήξη του πενθήμερου, παρατείνεται για το Δημόσιο σε δύο εργάσιμες ημέρες. Δίνεται η δυνατότητα στον εργαζόμενο να υποβάλλει ο ίδιος τη δήλωση οικειοθελούς αποχώρησής του στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ. Η εν λόγω ρύθμιση αποκαθιστά μία υφιστάμενη παθογένεια στην αγορά εργασίας, καθώς έχει διαπιστωθεί, από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές, ότι υπάρχουν περιπτώσεις εργοδοτών, οι οποίοι, είτε αρνούνται, λόγω δυστροπίας να υποβάλλουν τη σχετική δήλωση, είτε δεν προβαίνουν σε καμία ενέργεια λύσης εργασιακών συμβάσεων με εργαζομένους τους, λόγω δικών τους οικονομικών εκκρεμοτήτων (όπως λόγω προσωπικών χρεών τους). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να παραμένουν ψηφιακά δέσμιοι, καθώς στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ εμφανίζονται ως εργαζόμενοι μιας επιχείρησης, δίχως να λαμβάνουν αποδοχές από αυτήν και δίχως να μπορούν να δηλωθούν σε άλλη εργασία. Με την αξιολογούμενη ρύθμιση, με την προσθήκη της δυνατότητας αυτής στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ, ο εργαζόμενος θα δύναται να υποβάλει ο ίδιος τη σχετική αναγγελία και να «απεγκλωβίζεται» από την εργασιακή σχέση. Δεδομένου ότι η οικειοθελής αποχώρηση του εργαζομένου δεν απαιτεί τη συναίνεση του εργοδότη, ούτε γεννά αξίωση για αποζημίωση, κρίνεται ως μία αλλαγή που εξυπηρετεί και την ελευθερία βούλησης των μερών, ώστε να μην εξαρτάται πλέον η αναγγελία αποκλειστικώς από τον εργοδότη. Σημειώνεται ότι συνεχίζει να απαιτείται η υπογραφή του εργαζομένου για την αναγγελία της οικειοθελούς αποχώρησης από τον εργοδότη, ενώ η αναγγελία από τον εργαζόμενο θα γίνεται με τους εξατομικευμένους κωδικούς του. Επομένως, δεν επέρχεται κάποια μεταβολή στο επίπεδο προστασίας του εργαζομένου από ανακριβείς δηλώσεις των επιχειρήσεων.
  • Προσδιορίζεται νομοθετικά, ως μονομερής βλαπτική μεταβολή, η αδικαιολόγητη μείωση των πάσης φύσεως αποδοχών του εργαζόμενου, εξαιτίας της ένταξης του εργοδότη στο σύστημα της ψηφιακής κάρτας εργασίας ή της εφαρμογής του συστήματος της ψηφιακής κάρτας εργασίας. Η «ένταξη» στην ψηφιακή κάρτα εργασίας, αναφέρεται στο χρονικό σημείο δημοσίευσης της υπουργικής απόφασης ένταξης του Κωδικού Αριθμού Δραστηριότητας (ΚΑΔ) της επιχείρησης, στο σύστημα της ψηφιακής κάρτας, ενώ η «εφαρμογή» αφορά την εν τοις πράγμασι εφαρμογή από την επιχείρηση του συστήματος. Όταν ο εργοδότης προβαίνει μονομερώς σε μείωση του συμφωνημένου μισθού, τότε η ενέργειά του αυτή συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας και ο εργαζόμενος έχει όλα τα δικαιώματα που του παρέχει το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο σε κάθε περίπτωση μονομερούς βλαπτικής μεταβολής. Δεδομένου ότι η ψηφιακή κάρτα εργασίας συνιστά μέτρο προστασίας των εργαζομένων, η ανωτέρω περίπτωση προστίθεται ρητώς στον νόμο, ώστε να αποφευχθεί οποιοδήποτε ενδεχόμενο μετακύλισης του κόστους από την εφαρμογή της στους μισθούς των εργαζομένων.
  • Προστίθεται στις περιπτώσεις άκυρης καταγγελίας, η καταγγελία που ασκείται από τον εργοδότη, σε περίπτωση άρνησης από τον εργαζόμενο να παρέχει υπερωριακή απασχόληση, ενισχύοντας το υφιστάμενο προστατευτικό πλαίσιο του εργαζόμενου από την απόλυση. Η προτεινόμενη ρύθμιση προστατεύει τον εργαζόμενο, όταν αρνείται να παράσχει υπερωριακή απασχόληση που του ζητείται από τον εργοδότη, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 659 του Αστικού Κώδικα.

Μείωση εισφορών για τους υπερωριακούς εργαζόμενους

  • Ρυθμίζεται ο υπολογισμός των ασφαλιστικών εισφορών μισθωτού πλήρους απασχόλησης, στις περιπτώσεις που ο εργοδότης, οικειοθελώς ή στο πλαίσιο συλλογικής σύμβασης εργασίας, χορηγεί στον εργαζόμενο μεγαλύτερο ποσό προσαύξησης στην αμοιβή για νυχτερινή εργασία, υπερεργασία, υπερωρία και εργασία κατά τις Κυριακές και αργίες. Ο υπολογισμός των ασφαλιστικών εισφορών θα πραγματοποιείται και σε αυτή την περίπτωση επί του ωρομισθίου που αντιστοιχεί στην οκτάωρη εργασία, δηλαδή χωρίς την επιπλέον προσαύξηση. Ο υπολογισμός των ασφαλιστικών εισφορών επί της προσαυξημένης οικειοθελώς ή στο πλαίσιο συλλογικής σύμβασης εργασίας επιπλέον αμοιβής για νυχτερινή εργασία, υπερεργασία, υπερωρία, εργασία κατά τις Κυριακές και αργίες, αποτελεί αντικίνητρο για τη χορήγηση αυξημένων αμοιβών, καθώς οδηγεί σε αύξηση του μη μισθολογικού κόστους, μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων και σε δυστοκία δήλωσης του πραγματικού χρόνου εργασίας.
Σχόλια
Σχολίασε εδώ
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Χρηστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας
Χρηστικά: Περισσότερα άρθρα
Νέο εργασιακό: 17 ερωτήσεις και απαντήσεις για το 13ωρο σε έναν εργοδότη και τις υπερωρίες
Το νέο εργασιακό νομοσχέδιο περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την ενίσχυση της εργασιακής τους ασφάλειας, τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων καθώς και τη διαμόρφωση ενός διαφανούς και σύγχρονου εργασιακού περιβάλλοντος
Φωτογραφία μιας ομάδας συναδέλφων που συνομιλούν κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης σε μια αίθουσα συνεδριάσεων 19