Την Πέμπτη, στο Δελβινάκι Ιωαννίνων, το τελευταίο αντίο στον κοσμαγάπητο καλλιτέχνη Πετρολούκα Χαλκιά
Σε λαϊκό προσκύνημα στη Μητρόπολη Αθηνών έχει τεθεί η σορός του δεξιοτέχνη του κλαρίνου, Πετρολούκα Χαλκιά, από τις 9 το πρωί της Τετάρτης. Πλήθος κόσμου αναμένεται να αποτίσει φόρο τιμής στον Ηπειρώτη καλλιτέχνη, ο οποίος «έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών στις 15 Ιουνίου.
Η οικογένεια του Πετρολούκα Χαλκιά ανέφερε σε ανακοίνωσή της, ότι μετά το λαϊκό προσκύνημα, η σορός θα μεταφερθεί στην ιδιαίτερη πατρίδα του μουσικού, το Δελβινάκι Ιωαννίνων, για το τελευταίο του ταξίδι. Η εξόδιος ακολουθία θα πραγματοποιηθεί στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου στο Δελβινάκι.
Ο Πετρολούκας Χαλκιάς γεννήθηκε το 1934 στο Δελβινάκι Ιωαννίνων και ασχολήθηκε από νωρίς με το κλαρίνο. Αν και ο πατέρας του ήθελε να σπουδάσει και να γίνει μηχανικός, εκείνος επέλεξε να κάνει επάγγελμα το μεράκι που είχε από μικρό παιδί. Δικαιώθηκε και με το παραπάνω. Τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων.
Είναι χαρακτηριστικό πως σε ηλικία μόλις 12 ετών, όταν τον άκουσε να παίζει κλαρίνο ένας κάτοικος του χωριού που είχε κάνει μεγάλη περιουσία στην Αμερική, ενθουσιάστηκε σε τέτοιο βαθμό που του έδωσε ένα σωρό δολάρια. Ο μικρός τα έδειχνε στον πατέρα και στη μητέρα του. Ήταν το ξεκίνημα μιας μεγάλης καριέρας.
Μπορεί να έλειψε για 20 περίπου χρόνια στην Αμερική, όπου έκανε τεράστια καριέρα, όμως η Ελλάδα και η Ήπειρος ήταν πάντα στο μυαλό του. Ήδη, από τη δεκαετία του 1970 άρχισε να εμφανίζεται στα πανηγύρια του Πωγωνίου, ιδιαίτερα της αγαπημένης του Καστάνιανης προκαλώντας αίσθηση.
Ο Πετρολούκας Χαλκιάς δεν ήταν απλώς ένας σπουδαίος δεξιοτέχνης του κλαρίνου. Ήταν ένας ποιητής του ήχου, ένας σιωπηλός αφηγητής του τόπου και των ανθρώπων του. Και μπορεί η φυσική του παρουσία να έσβησε, όμως το ηχόχρωμά του θα συνεχίσει να αντηχεί σε κάθε πανηγύρι, σε κάθε μονοπάτι της πέτρας και της παράδοσης.
Ο ίδιος, σύμφωνα με την ΕΡΤ, περιέγραφε το παίξιμό του ως κάτι βαθιά βιωματικό: «Όταν παίζω, τα δάχτυλά μου κινούνται μόνα τους και εντολές δίνει η ψυχή μου». Γι’ αυτό και το κοινό του τον λάτρευε – γιατί κάθε του νότα ήταν αυθεντική, φορτισμένη με συναίσθημα, με μνήμη, με πατρίδα.