Η αλήθεια είναι ότι ο Ηρακλής Ι και ΙΙ και ΙΙΙ έχει καταφέρει να βγάλει το τραπεζικό σύστημα από την καταστροφική «καταβόθρα» των κόκκινων δανείων. Αλλά όχι και από την οικονομία.

Τα τελευταία στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος δείχνουν ότι τα «κόκκινα δάνεια» που μετακινούνται από τους ισολογισμούς των τραπεζών στα χαρτοφυλάκια των περιβόητων «servicers» αυξάνονται και πληθύνονται και ξεπερνούν πλέον το 30% του ΑΕΠ (!).

Η ύπαρξη σχεδόν 80 δισ. ευρώ κόκκινων δανείων υπό την «διαχείριση» servicers, σε μια οικονομία με ΑΕΠ περί τα 240 δισ. Ευρώ και δημόσιο χρέος πάνω από το 150% του ΑΕΠ, δεν είναι απλώς ένα «λογιστικό μέγεθος». Είναι ένα δομικό στοιχείο της εγχώριας οικονομία που επηρεάζει και επηρεάζεται από τις ραγδαίες αλλαγές στο ευρύτερο ευρωπαϊκό περιβάλλον. Όταν ο Ηρακλής Ι άνοιγε τον δρόμο για να απαλλαγούν (μέσω κρατικών εγγυήσεων) οι ελληνικές τράπεζες από το απύθμενο βάθος των «κόκκινων δανείων», το οικονομικό περιβάλλον δεν υπέφερε ούτε από πόλεμο, ούτε από ενεργειακή κρίση, ούτε από τις συνέπειες του covid και του εμπορικού πολέμου.

Και οι εγγυήσεις του ελληνικού δημοσίου έδειχναν υπεραρκετές για να ξεφορτώσουν οι τράπεζες τον εφιάλτη από τα χαρτοφυλάκιά τους στους servicers και τις τιτλοποιήσεις. Τα υπόλοιπα είχαν «ανατεθεί» στους αυξημένους ρυθμούς ανάπτυξης και στις προσδοκίες για μία γενικευμένη αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος από τα βάθη του -25% του ΑΕΠ που είχε πέσει η εγχώρια οικονομία…

Όμως όλα αυτά έχουν, είτε ανατραπεί, είτε αμφισβητούνται σχεδόν καθολικά. Οι δείκτες μείωσης της ανεργίας δεν συμβαδίζουν καθόλου με το διαρκώς μειούμενο σε σχέση με τους μισθούς και τις συντάξεις πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα, που σε πραγματικούς όρους θα «αφόπλιζε» σύμφωνα με τις προσδοκίες σταδιακά την βόμβα των «κόκκινων δανείων» μέσα από την διαμεσολάβηση των servicers και των τιτλοποιήσεων.

Όμως δεν είναι μόνο το εγχώριο περιβάλλον που δεν έχει ανταποκριθεί στις προσδοκίες. Ταυτόχρονα το περιβάλλον της Ε.Ε. σήμερα χαρακτηρίζεται από νέες υψηλές απαιτήσεις αυστηρότερης δημοσιονομικής πειθαρχίας για να εξυπηρετηθούν οι κατακόρυφα αυξημένες εξοπλιστικές δαπάνες, σε συνθήκες παρατεταμένης ενεργειακής κρίσης και εμπορικών συγκρούσεων.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η διατήρηση ενός τόσο μεγάλου όγκου μη εξυπηρετούμενων χρεών αλλάζει χαρακτήρα και εγκυμονεί νέους σοβαρούς κινδύνους, προς το παρόν «θαμμένους» κάτω από τις τιτλοποιήσεις και τους servicers.

Οι πλέον προφανείς – και ήδη ενεργοί – τέτοιοι κίνδυνοι αφορούν πρώτα απ’ όλα τις εγχώριες ΜμΕ που υποτίθεται ότι αποτελούν την ραχοκοκαλιά της οικονομίας. Αυτές οι επιχειρήσεις κουβαλάνε στις πλάτες τους περίπου 10 δισ. ευρώ κόκκινων δανείων. Αυτό σύμφωνα με τα τραπεζικά κριτήρια τις καθιστά «τοξικές», με αποτέλεσμα να αποκλείονται άμεσα και έμμεσα (λόγω των κριτηρίων των τραπεζών) από τα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία (π.χ. InvestEU, ΕΣΠΑ, Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων). Το αποτέλεσμα είναι πως ότι θα μπορούσε να μείνει ζωντανό ή και να αναβιώσει σε ένα νέο οικονομικό περιβάλλον συμπιέζεται σε επίπεδα χρεοκοπίας και εξαφάνισης.

Ταυτόχρονα όμως η τανάλια σφίγγει και από την άλλη πλευρά από την πλευρά της αδύναμης κατανάλωσης και της χαμηλής εσωτερικής ζήτησης.

Τα 42 δισ. ευρώ «κόκκινων δανείων» ιδιωτών που καταγράφει η ΤτΕ αποτελούν στην πραγματικότητα μια σκιώδη δέσμευση εισοδημάτων. Οι οικογένειες που έχουν κόκκινα στεγαστικά ή καταναλωτικά δεν μπορούν να καταναλώσουν ή να επενδύσουν όπως θα ήθελαν. Πολύ περισσότερο που το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημά τους διολισθαίνει σταθερά λόγω επιπέδου αμοιβών και πληθωρισμού τιμών. Σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον όπου η ανάπτυξη είναι αναιμική και η Ε.Ε. προσπαθεί να στηρίξει την εσωτερική ζήτηση ως αντίβαρο στις εξωτερικές πιέσεις, η Ελλάδα εμφανίζεται με «φρεναρισμένο» και από τις δύο πλευρές το εσωτερικό της δυναμικό.

Υπάρχει όμως και μία άλλη πλευρά αυτής της πραγματικότητας. Υποτίθεται – το θύμισε πρόσφατα ο Διοικητής της ΤτΕ κ. Στουρνάρας – η ευρωπαϊκή πολιτική για την τραπεζική ένωση και την ενοποίηση των κεφαλαιαγορών επιδιώκει τον στόχο οι αγορές να λειτουργούν ομοιόμορφα σε όλη την Ένωση. Για την Ελλάδα αυτό είναι δομικά αδύνατο καθώς η υπερσυγκέντρωση των «κόκκινων στεγαστικών δανείων» στα χέρια «servicers» απειλεί με μαζικούς πλειστηριασμούς ή άλλες ενέργειες που είναι εντελώς εκτός του κοινού πλαισίου ευρωπαϊκού δράσης. Κάτι τέτοιο προφανώς απειλεί τόσο την πολιτική όσο και την οικονομική σταθερότητα που υποστηρίχθηκε καθοριστικά από τον Ηρακλή Ι & ΙΙ & ΙΙΙ.

Με αυτούς τους όρους η επιδίωξη βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας σε σχέση με τις οικονομίες και τις τράπεζες της κεντρικής Ευρώπης με τα πολύ χαμηλότερα επίπεδα «κόκκινου» ιδιωτικού χρέους είναι μάλλον χαμένο παιχνίδι εξ αρχής.

Η Ελλάδα «κουβαλάει» αναμφίβολα τα βάρη της προηγούμενης δεκαετίας. Αυτό σημαίνει ότι τα ελληνικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις ξεκινούν από πολύ χειρότερη αφετηρία ανταγωνιστικότητας, ενώ οι δημόσιοι πόροι που θα μπορούσαν να στηρίξουν την ανάπτυξη (π.χ. Ταμείο Ανάκαμψης) αφ’ ενός δεν λύνουν το πρόβλημα και αφ’ ετέρου έχουν πολύ κοντινή ημερομηνία λήξης (Αύγουστος 2026).

Η ύπαρξη ενός τόσο μεγάλου αποθέματος κόκκινων δανείων λειτουργεί σαφώς ως «νέος» επιπλέον παράγοντας αστάθειας. Οι επενδυτές γνωρίζουν ότι οποιαδήποτε επιβράδυνση στην ανάπτυξη μπορεί να προκαλέσει νέο κύμα αθετήσεων και νέο κύκλο αύξησης των κόκκινων δανείων.

Με απλά λόγια, σε μια Ε.Ε. που έχει ήδη μπει για τα καλά σε περίοδο υψηλής γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας, αυτό το στοιχείο καθιστά την Ελλάδα πολύ πιο ευάλωτη σε σχέση με τους εταίρους της.

Στο δια ταύτα αυτό που προκύπτει από την εικόνα της κατάστασης με τα κόκκινα δάνεια, είναι ότι το ζήτημα των Npls και Npes στην Ελλάδα δεν είναι πια τραπεζικό, είναι διαρθρωτικό αλλά έχει και ευρωπαϊκή διάσταση.

Με δεδομένο ότι η Ε.Ε. κινείται σε καθεστώς υψηλών εξοπλιστικών και ενεργειακών επενδυτικών απαιτήσεων, αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας και περιορισμένης ανοχής σε εθνικές παρεκκλίσεις, για την Ελλάδα η ανάγκη να βρεί άμεσα μία νέα «λύση» στο πρόβλημα των κόκκινων δανείων, πέραν του Ηρακλή, είναι περισσότερο από ποτέ κρίσιμη.

Αυτό σημαίνει ότι το πρόβλημα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο από την αγορά (servicers), αλλά απαιτείται ένας συνδυασμός δημόσιας πολιτικής, ευρωπαϊκής στήριξης και κοινωνικών δικλείδων προστασίας. Πριν τα «κόκκινα δάνεια» γίνουν και πάλι

Σχόλια
Σχολίασε εδώ
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Οικονοκλαστικά
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας