Οι εντυπωσιακές αποκαλύψεις για το πως «γίνονται» οι διαπραγματεύσεις Πούτιν – Τραμπ, μέσω αντιπροσώπων έχουν ασφαλώς «κλέψει» τα τελευταία 24ωρα την προσοχή των ΜΜΕ. Και όχι άδικα. Υπάρχει όμως και μία διαφορετική «ματιά» μέσα από την οποία αξίζει τον κόπο να παρακολουθήσει κανείς αυτά τα γεγονότα.

Η «ματιά» αυτή επιχειρεί να συγκεντρώσει την προσοχή μας στο ότι η έκβαση των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων ΗΠΑ-Ρωσίας για την Ουκρανία αναδύεται σαν καταλύτης και για τη ριζική αλλαγή της θέσης της Ευρώπης στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Γιατί ; Γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση μπαίνει στην εποχή όπου ενώ η ενέργεια χαμηλού κόστους και η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ) στην διασύνδεσή τους  καθορίζουν το μέτρο της διεθνούς ισχύος του κάθε «παίχτη», αυτή (σ.σ. η Ε.Ε.) είναι εμφανώς αποδυναμωμένη και στα δύο στρατηγικά μέτωπα: στην ενεργειακή «αυτονομία» και στην τεχνολογική «κυριαρχία».

Αυτό δεν είναι ενας ισχυρισμός, προκύπτει από τα συγκεκριμένα «δεδομένα» (όπως αρέσει στην ΕΚΤ να ονομάζει την κατάσταση κάθε φορά). Με απλά λόγια η όποια συμφωνία για την Ουκρανία είναι προδιαγεγραμμένο ότι θα διαμορφώσει «τιμές» φυσικού αερίου και ενέργειας που θα αποτελούν σημείο συνδιαμόρφωσης κοινού συμφέροντος μεταξύ των τριών μεγάλων παραγωγών (ΗΠΑ – Ρωσία – Σαουδική Αραβία/Κόλπος), αποκλείοντας τη συμμετοχή της Ε.Ε. στον καθορισμό του ενεργειακού ελάχιστου επιπέδου τιμών.

Η «βίαιη» διακοπή της εξάρτησης από το φθηνό ρωσικό αέριο οδήγησε την Ε.Ε, σε κατακόρυφη αύξηση του ενεργειακού κόστους της Ευρώπης, επιβάλλοντας την αγορά ακριβότερου LNG από τις ΗΠΑ. Το γεγονός αυτό χτύπησε καίρια την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βαριάς βιομηχανίας, αλλά και το κόστος ζωής σχεδόν οριζόντια σ’ ολοκληρη την ήπειρο, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Ακόμη και αν μια συμφωνία ΗΠΑ-Ρωσίας οδηγήσει σε μερική επιστροφή ρωσικού αερίου στην παγκόσμια αγορά και αναδιάταξη των τιμών, η διευθέτηση αυτή θα έχει αποφασιστεί ερήμην των Βρυξελλών.

Η Ευρώπη καθίσταται πλέον διπλά εξαρτημένη, πρώτον ενεργειακά, καθώς δεν ελέγχει καμία από τις κύριες πηγές (Ρωσία ή ΗΠΑ), και δεύτερον τεχνολογικά, καθώς εξαρτάται από την Κίνα για την τεχνολογική υποστήριξη και τα κρίσιμα υλικά των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).

Αυτή η συνεχιζόμενη ενεργειακή και τεχνολογική «αχίλλειος πτέρνα» είναι, πέρα από οικονομική και γεωπολιτική παγίδα…

Το ενεργειακό έλλειμμα μάλιστα έχει καθοριστική σημασία καθώς η εκρηκτική ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ) επιβάλλει μια νέα, τεράστια και μη-ελαστική ενεργειακή ζήτηση που η Ευρώπη είναι αντικειμενικά αδύνατο να καλύψει με ανταγωνιστικούς όρους. Οι γιγάντιες εγκαταστάσεις data centers, που αποτελούν τον κινητήρα υπολογιστικής ισχύος της ΤΝ, απαιτούν τεράστιες ποσότητες σταθερής και φθηνής ενέργειας. Αυτό είναι ήδη πρόβλημα δύσκολης αντιμετώπισης στις ΗΠΑ, πόσο μάλλον στην Ε.Ε. Καθώς οι τιμές ενέργειας στην Ευρώπη παραμένουν σταθερά υψηλότερες από ό,τι στις ΗΠΑ (όπου το σχιστολιθικό αέριο προσφέρει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα) ή σε περιοχές με εξαιρετικά χαμηλό κόστος παραγωγής, είναι αναπόφευκτο οι επενδύσεις-κολοσσοί στην υποδομή της ΤΝ να στραφούν προς τις ΗΠΑ ή την Ασία.

Είναι σαφές πλέον ότι η Ευρώπη, έχοντας ήδη καθυστερήσει – ή χάσει το τραίνο – στην ανάπτυξη δικών της τεχνολογικών κολοσσών στον χώρο της ΤΝ και επικεντρωμένη κυρίως στη νομική ρύθμιση (π.χ., AI Act) – χωρίς, μάλιστα, να διαθέτει την τεχνολογία για να υποστηρίξει αυτή τη ρύθμιση με δικά της μέσα– ασθμαίνει απελπιστικά στον αγώνα δρόμου για την αύξηση της παραγωγικότητας.

Εάν δεν καταφέρει να προσελκύσει τις υποδομές που τροφοδοτούν την ΤΝ, η Ευρώπη θα διολισθαίνει σταθερά σε έναν ρόλο καθαρού καταναλωτή ξένων τεχνολογιών, αποκλεισμένη από το επόμενο ενδεχόμενο κύμα ανταγωνισμού στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Η διπλή αυτή αδυναμία –ενεργειακή εξάρτηση και τεχνολογική υστέρηση– διαμορφώνει πλέον σοβαρές πιθανότητες περαιτέρω οικονομικής περιθωριοποίησης, με την ήπειρο να περιορίζεται στον ρόλο ενός αδύναμου παίκτη, που διαχειρίζεται απλώς τις συνέπειες των συμφωνιών που συνάπτουν οι μεγάλοι παγκόσμιοι «παίκτες» και όχι τις ίδιες τις εξελίξεις… Και η αλήθεια είναι ότι αυτά που θα προκύψουν από την διαφαινόμενη «συμφωνία» Τραμπ – Πούτιν θα καθορίσουν τους όρους γι’ αυτά τα νέα «δεδομένα» στην Ευρώπη.