Αναμφίβολα και χωρίς να υποτιμήσει κανείς την σημασία που μπορούν να έχουν – ή να αποδειχθεί ότι δεν έχουν – οι εξαγγελίες του Πρωθυπουργού στην ΔΕΘ, η «επόμενη ημέρα» για την Ελλάδα δεν θα «κριθεί» στην ΔΕΘ αυτό το Σαββατοκύριακο.
Η κρίση στο Παρίσι πολιτική και οικονομική «είναι» αυτή την στιγμή το σημείο εκκίνησης της επόμενης ημέρας για την Ευρωζώνη μαζί και για την Ελλάδα. Σε δύο προηγούμενα σχόλια τα Οικονοκλαστικά έχουν παρουσιάσει τις βασικές αιτίες αυτής της εκτίμησης, αλλά καθώς ο χρόνος «τρέχει» αποκαλύπτονται και άλλες ισχυρές συνιστώσες αυτής της νέας κατάστασης. Και κατά πως φαίνεται η κρίση αυτή αρχίζει να ταράζει τα νερά μέχρι και στη Φρανκφούρτη.
Ενώ η Γαλλία εξακολουθεί να συνταράσσεται από την πολιτική αβεβαιότητα και την διογκούμενη ανησυχία για το δημόσιο χρέος της με ενδεχόμενη ακόμα και την εμπλοκή του ΔΝΤ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα «σήκωσε» εσπευσμένα τα τηλέφωνα και άρχισε να «ψάχνει» πιθανούς κινδύνους στις τράπεζες.
Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσίευσε το Bloomberg, οι εποπτικές αρχές της ΕΚΤ συγκάλεσαν την Τρίτη ένα «κλειστή» συνάντηση με τραπεζίτες και ασφαλιστές για να χαρτογραφήσουν ενδεχόμενους κινδύνους που κρύβει το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Στο επίκεντρο αυτής της συνάντησης, σύμφωνα με τις μη διαψευσμένες πληροφορίες που έγιναν γνωστές, ήταν τα «δανειακά χαρτοφυλάκια» των τραπεζών και ο περίπλοκος μηχανισμός με τον οποίο «ο πιστωτικός κίνδυνος μεταφέρεται από τις τράπεζες στις ασφαλιστικές εταιρείες». Αυτή η χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση μεταξύ τραπεζών και ασφαλιστικών εταιρειών, σε ομαλές συνθήκες είναι απολύτως ασφαλής και εξυπηρετεί και τους δύο πόλους της, τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες. Αυτή όμως η ζώνη ασφάλειας σε περιόδους υπονόμευσης της ομαλής δανειακής εξυπηρέτησης μετατρέπεται σε ένα «βρόχο» ασφυξίας και για τους δύο.
Το γεγονός ότι η ΕΚΤ εσπευσμένα τρέχει να διαπιστώσει αν πράγματι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος στην ασφάλιση των κεφαλαίων αυτών οφείλεται στα όσα μπορούν να συμβούν λόγω της κρίσης στις γαλλικές τράπεζες. Οι ανατροπές στο γαλλικό πολιτικό σκηνικό έχουν «θορυβήσει» τις αγορές, ξυπνώντας φαντάσματα δημοσιονομικής αναταραχής και αστάθειας στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, όπως καταγράφεται στις τιμές των γαλλικών κρατικών ομολόγων.
Οι φόβοι ότι μια νέα κυβέρνηση, όποια και αν είναι αυτή μέσα στο υπάρχον πολιτικό και δημοσιονομικό αδιέξοδο, μπορεί να αγνοήσει – έχει γίνει από το Παρίσι στο παρελθόν – τους κανόνες του επικαιροποιημένου Συμφώνου Σταθερότητας, έχουν ήδη αυξήσει τις πιέσεις στις γαλλικές αποδόσεις και έχουν διευρύνει τα spreads.
Για την ΕΚΤ, αυτό σημαίνει ότι η «ευαισθησία» των τραπεζικών ισολογισμών σε ενδεχόμενες ζημίες, δεν είναι πια θεωρητικό σενάριο, αλλά μια υπαρκτή απειλή. Και γι’ αυτό κατά πως φαίνεται κινήθηκε σιωπηρά και οριζόντια σε ολόκληρο το ευρωσύστημα.
Ποιος είναι ο μηχανισμός κινδύνου που επιχειρεί να εντοπίσει η ΕΚΤ; Η απάντηση είναι μάλλον γνωστή, ιδιαίτερα μετά την κρίση του 2008 – 2010.
Οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να «ξεφορτώνουν» μέρος του πιστωτικού κινδύνου τους μέσω συμβολαίων ασφάλισης ή μεταβιβάσεων σε ασφαλιστικές εταιρείες. Με τον τρόπο αυτό σε ομαλές συνθήκες απελευθερώνουν κεφάλαια για νέα δάνεια. Όμως, ακριβώς αυτή η διασύνδεση δημιουργεί τις επικίνδυνες αλληλεξαρτήσεις, όταν τα δάνεια αρχίζουν για οποιοδήποτε λόγο, πολιτικό, οικονομικό, δημοσιονομικό να ανατρέπουν το ομαλό περιβάλλον εξυπηρέτησής τους.
Έτσι αν η Γαλλία εξελιχθεί σε εστία κρίσης και αυξηθούν ταυτόχρονα οι απαιτήσεις αποζημίωσης και τα margin calls, ποιος θα σηκώσει το βάρος αυτό; Και τι θα συμβεί αν οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν μετακυλήσει τον κίνδυνο αλλού, όπως συνήθως συμβαίνει; Πως θα «γυρίσει» όλο αυτό σαν ακαριαία απαίτηση πίσω στις ίδιες τις τράπεζες;
Τι ψάχνει η ΕΚΤ
Η ΕΚΤ και η EIOPA απέφυγαν να σχολιάσουν τις πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν στο Bloomberg. Η στάση αυτή όμως, η σιωπή τους, μπορεί να «διαβαστεί» ως ένδειξη του πόσο εύθραυστη μπορεί να είναι η κατάσταση και πόσο ευάλωτη μπορεί να είναι η ισορροπία μεταξύ τραπεζών και ασφαλιστικών εταιρειών. Ασφαλώς η κίνηση της ΕΚΤ είναι προληπτική και δεν αποτελεί αιτία για πανικό, αλλά όσο δεν υπάρχουν διαβεβαιώσεις από την πλευρά της δικαιολογεί μια προληπτική επιφυλακή από τις αγορές.
Σε μία Ευρωζώνη, όπου η πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα στη Γαλλία έχει αναδειχθεί σε φθάσει σε «σημείο βρασμού», η Φρανκφούρτη αναμφίβολα θέλει να ξέρει με ακρίβεια πού βρίσκονται τα «κενά ασφαλείας» πριν από ένα ενδεχόμενο νέο σοκ.
Αλλά το ίδιο και περισσότερο θέλουν και οι αγορές. Ειδικά όταν αυτό αφορά τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρείες.
Μη ξεχνάμε ότι οι «μνήμες» του 2008 – 2010 είναι ακόμα πολύ ζωηρές και εύκολα αναγνώσιμες στους ισολογισμούς του χρηματοπιστωτικού συστήματος.