Ο Γιωργής Τσουρής είναι ένας από τους πιο επιτυχημένους καλλιτέχνες της γενιάς του και έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια να ξεχωρίσει τόσο ως ηθοποιός όσο και ως θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης. Φέτος τον απολαμβάνουμε στη «μικρή οθόνη», μέσω της επιτυχημένης σειράς του MEGA, «Hotel Elvira» που συνεχίζει το τηλεοπτικό της «ταξίδι», δίνοντας νέο ραντεβού με το κοινό. Από αυτό το Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2025 θα μεταδίδεται κάθε Σάββατο στις 21:00.
O ταλαντούχος καλλιτέχνης, που από μικρό παιδί έχει «γευτεί» τι σημαίνει θεατρικό σανίδι, μιας και ο πατέρας του είναι επίσης ηθοποιός, μίλησε αποκλειστικά στο newsit.gr για τις εξελίξεις στο σίριαλ «Hotel Elvira», την sold out παράσταση «170 τετραγωνικά», που του χάρισε το βραβείο Χορν, αλλά και το «Τζόνι μπλε», το νέο έργο που ανεβάζει φέτος στο θέατρο. Παράλληλα, ο Γιωργής Τσουρής αναφέρθηκε στην υπέροχη οικογένεια που έχει χτίσει με τη σύζυγο και συνεργάτιδά του, Βάλια Παπακωνσταντίνου, αλλά και το πόσο έχει αλλάξει η ζωή του από πότε που γεννήθηκαν τα δύο τους παιδιά.
Οι αποκαλύψεις για το «Hotel Elvira»
Φέτος σε απολαμβάνουμε τηλεοπτικά στην επιτυχημένη σειρά του MEGA, «Hotel Elvira». Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Ήταν μια πρόταση που μου έγινε αρκετούς μήνες πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, την προηγούμενη σεζόν που είχα τρεις θεατρικές παραστάσεις. Στην αρχή έκανα πίσω, λόγω φόρτου εργασίας, αλλά την τελευταία στιγμή ξαναπήρα τηλέφωνο τον σκηνοθέτη και του είπα «είμαι μέσα». Ένιωσα ότι θα περάσω πολύ ωραία σε αυτή τη σειρά και εν τέλει αυτό συνέβη.
Πώς είναι η σχέση σου με τους συμπρωταγωνιστές σου;
Η σχέση μου με τους συμπρωταγωνιστές μου είναι άριστη. Ανυπομονώ να ξανασυναντηθώ μαζί τους. Μάλιστα, με κάποιους ψάχνω τον τρόπο να συναντηθώ και θεατρικά.
Τι να περιμένει το κοινό στη συνέχεια του «Hotel Elvira»; Ο Φίλιππος θα διεκδικήσει την καρδιά της Ελβίρας;
Ο Φίλιππος είναι ένας χαρακτήρας ο οποίος χαρακτηρίζεται από το εξής δίπολο: είναι πολύ δειλός και ταυτόχρονα πολύ απρόβλεπτος. Κάποια στιγμή, όχι πολύ αργά από τώρα, πιστεύω ότι θα κάνει κάτι πιο δραστικό για να διεκδικήσει την Ελβίρα.
Θα υπάρξει και δεύτερος κύκλος;
Αυτό δεν το γνωρίζω. Πάντως, η ιστορία μπορεί να είναι άρτια ολοκληρωμένη με τον πρώτο κύκλο αλλά και μπορεί να ανοίξει αν αποφασιστεί να γίνει και δεύτερος.
Τι αγαπάς στην κωμωδία;
Αγαπώ το πόνο από τον οποίο προκύπτει η κωμωδία. Η καλή κωμωδία παράγεται από τον πόνο, τη θλίψη και τα πράγματα που μας στριμώχνουν. Γι’ αυτό και οι καλοί κωμικοί είναι αυτοί που είναι ολόψυχα δοσμένοι στη συνθήκη που παράγει το αστείο μέσα από έναν στόχο, ο οποίος είναι πέρα και πάνω από κάθε αστείο. Είναι πάρα πάρα πολύ σοβαρός. Η κωμωδία είναι ωραία όταν είναι το καταφύγιο της απελπισίας μας.
Η κωμωδία είναι δύσκολο είδος αλλά όταν την κάνεις για κάποια χρόνια αρχίζεις να γνωρίζεις κάποιες λειτουργίες, οι οποίες κάνουν πιο εύκολη τη δουλειά σου και σου επιτρέπουν – αν έχεις κατοχυρώσει κάποιες τεχνικές – να εμβαθύνεις ακόμα πιο πολύ στον χαρακτήρα και να κάνεις ακόμα πιο ποιοτική κωμωδία. Μην παρεξηγηθώ με τον όρο «ποιοτική». Η ποιοτική κωμωδία είναι πιο πηγαία και άρα και πιο αστεία. Στο θέατρο μου αρέσει να προσφέρω στον θεατή τόσο το γέλιο όσο και τη συγκίνηση. Το γέλιο και το κλάμα δε διαχωρίζονται στην ανήλικη ζωή των ανθρώπων. Εγώ το παρατήρησα αυτό και από τα μωρά μου. Το θέατρο μας ξαναφέρνει σε αυτή τη συνθήκη, μας «ανοίγει», μας φέρνει πιο κοντά στον αθώο μας εαυτό.
Το θέατρο είναι μία από τις μεγάλες του αγάπες
Θεατρικά ανεβάζεις το έργο «Τζόνι μπλε». Τι αγαπάς σε αυτήν τη δουλειά;
Στο «Τζόνι μπλε» αγάπησα πολύ το ταξίδι το οποίο ήταν πολύ διαφορετικό από τα υπόλοιπα. Έχω ένα συγκεκριμένο τρόπο που δουλεύω και ο κόσμος αναγνωρίζει τη φιλοσοφία της ομάδας μας και τη δικιά μου. Αυτό το έργο έκανε στις πρόβες μια πολύ περίεργη διαδρομή για να καταλήξει εν τέλει αισθητικά στον ίδιο προορισμό και εμένα αυτό μου δίδαξε ότι η δουλειά γίνεται και έτσι, γίνεται και αλλιώς. Αυτό που μου αρέσει πολύ είναι ο βαθμός εμπλοκής του κοινού, ο οποίος είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτό που περίμενα και ήλπιζα. Βοηθάει προφανώς και η θεματική του έργου που είναι πολύ σύγχρονη κι «ακουμπάει» πάρα πολύ στους γονείς και στους έφηβους και στους νέους. Σε κάθε παράσταση είναι πολύ αποκαλυπτική η εμπειρία για το πώς το κοινό γελάει και στο τέλος σχεδόν συλλογικά συγκινείται με αυτή την ιστορία.
Από πού αντλείς έμπνευση για να γράψεις ένα έργο;
Κυρίως αντλώ έμπνευση από τους ομότεχνους και από τα σπουδαία τους έργα. Για το «Τζόνι μπλε» η αφορμή ήταν μια ταινία που είχα δει. Η θεματική της «γέννησε» την έμπνευση για μια καινούρια δραματουργία. Γενικά, αντλώ και από τη ζωή αλλά κυρίως από την ίδια την τέχνη.
Είχες άγχος για το επόμενο θεατρικό βήμα, μετά την απόλυτη επιτυχία της sold out παράστασή σου «170 τετραγωνικά»;
Είχε προηγηθεί ο «Χαρτοπόλεμος», η πρώτη μας μεγάλη επιτυχία και ακολούθησε το «Μακριά από παιδιά» το οποίο επίσης αγαπήθηκε πάρα πολύ, οπότε τα «170 τετραγωνικά» είχαν ένα ευρύτερο πλαίσιο μιας τριλογίας έργων. Βέβαια προφανώς και υπήρχε άγχος για το επόμενο, αλλά ήμουνα σε μια δημιουργική ροή έτσι κι αλλιώς. Ξεκινήσαμε να κάνουμε παραστάσεις έχοντας 3.000 θεατές και το έργο αυτό έκανε πάνω από 120.000 εισιτήρια σε Ελλάδα και Κύπρο, οπότε ήταν μεγάλη πρόκληση για μας οτιδήποτε επόμενο. Δεν μπορούμε πια να λέμε ότι είμαστε πρωτοεμφανιζόμενοι. Συνεχίζουμε να κάνουμε τη δουλειά μας και προσπαθούμε να «συναντήσουμε» τι προσδοκίες του κοινού.
Το βραβείο «Δημήτρης Χορν» που κέρδισες το 2019 για την ερμηνεία σου στα «170 τετραγωνικά» ήταν μία προσωπική δικαίωση για σένα;
Όπως το βλέπω σήμερα, ναι, ήταν, γιατί ήρθε από το πουθενά για μία παράσταση που στήσαμε σχεδόν μόνοι μας. Έκανα εγώ την παραγωγή και άλλα επτά πράγματα: έγραψα το κείμενο, έπαιξα τον ρόλο αυτόν που βραβεύτηκε, έκανα τη μουσική, τα βίντεο, κουβάλησα έπιπλα… Το να φτιάχνουμε μόνοι μας κάτι έχει μια μοναξιά, μια σκληρότητα. Δεν είχα προώθηση και καμία πλάτη από πίσω. Όταν μία επιτροπή που συνήθως βραβεύει μεγάλα project σε προσέχει, σε παρατηρεί και σε βραβεύει είναι πολύ σημαντικό. Νιώθεις ότι κάποιος σε είδε και σου είπε «καλή δουλειά».
Θα σε ενδιέφερε να γράψεις ένα σενάριο για την τηλεόραση;
Παλιά το είχα επιχειρήσει. Είχα φτιάξει ένα σενάριο, είχα προσαρμόσει ένα format από το εξωτερικό. Ήταν ωραία δουλειά, παραλίγο να γίνει, αλλά δεν έγινε από σπόντα. Έκτοτε, επειδή έχω παραγγελίες πια στο θέατρο για να γράψω συγκεκριμένα πράγματα, είναι πολύ δύσκολο. Το να γράφεις για τη τηλεόραση έχει ένα ρίσκο γιατί μπορεί στο τέλος να μην πάρουν πουθενά το σενάριο. Οπότε κάπως απομακρύνθηκα από αυτή την ιδέα, θα με ενδιέφερε, αλλά στο στάδιο που είμαι αυτή τη στιγμή αυτό που με ενδιαφέρει πραγματικά πολύ είναι να παίζω στην τηλεόραση. Το απολαμβάνω πάρα πολύ με προχωράει πάρα πολύ σαν ηθοποιό. Θα ήθελα να παίξω στην τηλεόραση και ρόλους πιο κοντά σε αυτούς που παίζω κατά καιρούς στο θέατρο, πιο δραματικούς.
Η εξομολόγηση για την προσωπική του ζωή
Ο πατέρας σου, Ανδρέας Τσουρής, είναι επίσης ηθοποιός. Έπαιξε αυτό το γεγονός καθοριστικό ρόλο στην απόφασή σου να ασχοληθείς επαγγελματικά με την τέχνη της υποκριτικής;
Ο πατέρας μου με έπαιρνε στο θέατρο από 3 ετών και στα 7 μου έπαιζα κι εκείνος ήταν πάντα δίπλα μου σε αυτό. Ήταν ο πρώτος μου δάσκαλος ο πατέρας μου, ήταν άνθρωπος ο οποίος μου έκανε πάντα παρατηρήσεις και coaching. Με βοηθούσε πάρα πολύ στα πρώτα μου βήματα. Ναι, η παρουσία του έπαιξε έναν κάποιο ρόλο στο να γίνω ηθοποιός – ίσως τον βασικότερο- αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν ποτέ ζητούμενο για τον ίδιο. Ήξερε την σκληρότητα της δουλειάς, δεν ήταν κάτι που το ευχόταν για μένα, ούτε εγώ το εύχομαι για τον γιο μου. Εγώ από μικρός όταν ήμουν στο θέατρο ένιωθα μία έκσταση. Ένιωθα τρομερά όμορφα συναισθήματα, μαζί με το άγχος. Έτσι δεν μπορούσα να μην επιχειρήσω, έστω, να κάνω αυτή τη δουλειά.
Πόσο άλλαξε η πατρότητα τη ζωή σου;
Η πατρότητα έχει αλλάξει τη ζωή μου αλλά όχι αρκετά. Θα ήθελα να την έχει αλλάξει πιο πολύ και αυτό παλεύω τα τελευταία 1-2 χρόνια. Έχοντας δύο παιδιά, πρέπει να δουλέψω πάρα πολύ σκληρά για να μπορώ να τους προσφέρω οικονομικά, αλλά θα ήθελα να περνάω περισσότερο χρόνο μαζί τους. Θέλω να έχω πιο ουσιαστική επαφή μαζί τους και αυτό παλεύω να κάνω.
Πώς είναι να συνεργάζεσαι με τη σύζυγό σου, Βάλια Παπακωνσταντίνου;
Είναι πολύ δύσκολο το να συνεργάζομαι με τη Βάλια, αλλά και ταυτόχρονα απαραίτητο. Ό,τι έχω χτίσει τα τελευταία 10 χρόνια το έχω χτίσει μαζί της. Είμαστε ένα πολύ περίεργο, συγκρουσιακό δίδυμο που όμως αλληλοσυμπληρώνεται πολύ δημιουργικά. Την εκτιμάω απίστευτα και την θαυμάζω απίστευτα, αλλά της το λέω ελάχιστα. Η συνεργασία μας είναι επικίνδυνη για τις ισορροπίες της σχέσης μας. Όμως αυτός είναι ένας κίνδυνος που πραγματικά δεν επιθυμώ να αποφύγω γιατί είναι πολύτιμο όλο αυτό που φτιάχνουμε μαζί.
Τι σου αρέσει να κάνεις τον ελεύθερό σου χρόνο;
Τον ελεύθερο χρόνο μου αρέσει να βλέπω Netflix. Βλέπω ξανά και ξανά τις ίδιες ταινίες αλλά και καλές ελληνικές σειρές. Επίσης, μου αρέσει να πηγαίνω σε εστιατόρια με εκλεκτές γεύσεις και να εξερευνώ κι αυτού του είδους την τέχνη που δημιουργούν οι σεφ. Το να φας σε ένα τέτοιο εστιατόριο είναι σαν παράσταση που ξεκινάει από το seating και το σερβίρισμα και ολοκληρώνεται με το γλυκάκι.
Τι ονειρεύεσαι για το μέλλον;
Αυτό που ονειρεύομαι για το μέλλον είναι να μπορέσω να κάνω πιο πολλές και πιο χαλαρωτικές διακοπές, να κάνω πιο πολλή παρέα με τα παιδιά μου και να μπορέσω με κάποιον τρόπο να συνδεθώ μαζί τους περισσότερο, να κερδίσω την εμπιστοσύνη τους σε επίπεδο πραγματικά ανθρώπινο και προσωπικό πέρα από τον ρόλο του μπαμπά. Θα ήθελα να με συμπαθούν τα παιδιά μου -όχι να είμαι φιλαράκι τους- αλλά να με γνωρίσουν στ’ αλήθεια. Επίσης, θα ήθελα να φτιάχνω έργα που να αφορούν τον κόσμο και να συνεχίσω επιτυχώς να κάνω αυτό που κάνω, σε οποιαδήποτε κλίμακα, μικρή, μεγάλη ή μεσαία. Από τη στιγμή που βρήκα μια λειτουργία που αγαπώ πολύ, μεγαλώνοντας και φτάνοντας στα 40, αρχίζει σιγά σιγά η επιτυχία που τόσο πολύ θέλουμε όλοι, να έρχεται δεύτερη. Μπαίνει πιο μπροστά σαν προτεραιότητα το βίωμα. Η χαρά του να είμαι εδώ και να κάνω αυτό που αγαπάω, γνωρίζοντας ότι κάποιες φορές θα έρθει η επιτυχία, και κάποιες φορές θα μου χαμογελάσει πονηρά και θα προσπεράσει.
