Διαβάστε όλο το άρθρο των Financial Times
Μια ακόμη εβδομάδα –μια ακόμη συνάντηση ανάμεσα στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ της Ελλάδας και τους υπουργούς Οικονομικών του eurogroup που έληξε με αντιπαλότητα και σύγχυση, με κατηγορίες για διπλές συμφωνίες και αθέτηση υποσχέσεων.
Τα πυροτεχνήματα όμως του eurogroup δεν πρέπει να μας αποσπούν από το ουσιώδες γεγονός ότι είναι επιτεύξιμη μια συμφωνία αναδιαπραγμάτευσης του προγράμματος διάσωσης μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της. Και οι δύο πλευρές πρέπει να σταματήσουν να τσακώνονται για τα αφηρημένα και να επικεντρωθούν στα συγκεκριμένα.
Δεν είναι δύσκολη περιγραφή των πιθανών παραμέτρων μιας βιώσιμης λύσης. Η Ελλάδα έχει εφαρμόσει το μεγαλύτερο τμήμα της επίπονης δημοσιονομικής προσαρμογής στα πέντε χρόνια που ισχύει το πρόγραμμα διάσωσης, εφόσον η οικονομία της καταφέρνει να αναπτύσσεται. Και το eurogroup έχει σηματοδοτήσει ότι είναι ανοιχτό σε μείωση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα.
Αυτό που απομένει είναι διαρθρωτική μεταρρύθμιση για να διασφαλιστεί ότι το νέο αίτημα έχει περισσότερες πιθανότητες να μεταφραστεί σε βιώσιμη ανάπτυξη και για την ακρίβεια να μειώσει την μέγγενη της πελατειακής γραφειοκρατίας στην ελληνική οικονομία. Σε αντάλλαγμα, είναι ξεκάθαρο σε όλους ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί μια σημαντική απομείωση του κρατικού της χρέους.
Εκείνο που μπαίνει στην μέση για τον συμβιβασμό, είναι η αμοιβαία έλλειψη εμπιστοσύνης και η σύγχυση για την φρασεολογία και την διαδικασία. Την νύχτα της Δευτέρας, για παράδειγμα, κυκλοφόρησαν στις Βρυξέλλες δύο διαφορετικά έγγραφα διαπραγμάτευσης –ένα σκληροπυρηνικό από το ίδιο το eurogroup κι ένα πιο φιλικό προς τον ΣΥΡΙΖΑ από τον επίτροπο Pierre Moscovici. Εν τω μεταξύ, στις διαμάχες για τα ανακοινωθέντα σε όλες τις συζητήσεις του eurogroup εμφανίζονται κάποιες αόριστες λέξεις που ανάγονται σε κρίσιμα σημεία αρχής, χωρίς να υπάρχει καμία συμφωνία για τις στρατηγικές στις οποίες αναφέρονται.
Μια από τις ελληνικές λέξεις κλειδιά, για παράδειγμα, ήταν η απαίτηση για «γέφυρα» που σημαίνει να δώσουν οι πιστωτές από το eurogroup και το ΔΝΤ στην Ελλάδα λίγους μήνες μέχρι να συζητηθεί ένα αναθεωρημένο πρόγραμμα, που θα περιλαμβάνει διαφορετικές διαρθρωτικές προϋποθέσεις. Το σύνθημα στην ορολογία του eurogroup ήταν «παράταση» που σημαίνει ότι το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης και οι προϋποθέσεις θα πρέπει να διατηρηθούν. Δεδομένου όμως ότι το eurogroup έχει επίσης σηματοδοτήσει ότι είναι πρόθυμο να ξαναμελετήσει τις προϋποθέσεις, φαίνεται ότι οι διαφορές ανάμεσα στις δύο πλευρές είναι μάλλον σημειολογικές.
Πίσω από τα φρασεολογικά ευτράπελα, κρύβεται μια βαθύτερη έλλειψη εμπιστοσύνης. Η ευρωζώνη προφανώς φοβάται ότι η Ελλάδα θα χρησιμοποιήσει μια ενδιάμεση περίοδο γεφυρώματος ως δικαιολογία για να ανατρέψει μεταρρυθμίσεις που έχει ήδη κάνει, όπως με επαναπρόσληψη απολυμένων δημοσίων υπαλλήλων και ανατροπή απελευθερώσεων στην αγορά εργασίας. Η Ελλάδα προφανώς φοβάται ότι αν συμφωνήσει σε παράταση του τρέχοντος προγράμματος σε αυτό το σημείο, σημαίνει ότι ποτέ δεν θα αλλάξει ουσιαστικά.
Θα πρέπει να είναι εφικτό να ξεπεραστεί αυτό το χάσμα. Αν το eurogroup επιτρέπει στην Ελλάδα να μειώσει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα ενόσω συζητείται ένα αναθεωρημένο πρόγραμμα, και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεχτεί τουλάχιστον να παγώσει την τρέχουσα μεταρρυθμιστική προσπάθεια εν τω μεταξύ, είναι εφικτός ο συμβιβασμός. Όταν θα συζητιέται το νέο πακέτο προϋποθέσεων, το eurogroup μπορεί να προσφέρει το κίνητρο μεγάλης διαγραφής του αποθέματος της Ελλάδας σε χρέος, σε αντάλλαγμα για ολοκλήρωση σειράς μεταρρυθμίσεων. Ένα μοντέλο για αυτό το μοτίβο, θα μπορούσε να είναι οι συμφωνίες για τις «βαριά χρεωμένες φτωχές χώρες» (Heavily-Indebted Poor Countries) για τα αναπτυσσόμενα έθνη στα τέλη του 1990.
Την επόμενη φορά που θα συναντηθούν οι υπουργοί, θα ήταν πολύ χρήσιμο–στους παρατηρητές όπως και στους συμμετέχοντες- να εκφράσουν τι ακριβώς εννοούν με την «γέφυρα», την «παράταση», την «ολοκλήρωση του προγράμματος» και την «επίδειξη ελαστικότητας». Το eurogroup και η Ελλάδα δεν απέχουν πολύ από μια συμφωνία. Οι διαπραγματεύσεις χρειάζονται τώρα μια ένεση ηρεμίας και διαύγειας –και την αναγνώριση ότι ο χρόνος τελειώνει.
