Ο 18χρονος αγωνιστής που έδωσε τη ζωή του υπέρ της αποτίναξης της βρετανικής κυριαρχίας από την Κύπρο
Η Πάφος διαπρέπει στα ευρωπαϊκά γήπεδα, φέρνοντας ξανά στον «αφρό» το κυπριακό ποδόσφαιρο. Η μέχρι τώρα καταπληκτική της πορεία για το Champions League έχει τραβήξει πάνω της τους προβολείς. Ας δούμε, λοιπόν, την ιστορία της φιλόδοξης ομάδας της Πάφου, αλλά και ποιος είναι ο άνθρωπος πίσω από το έμβλημα του συλλόγου.
Η Πάφος, που έχει βαλθεί να… τρελάνει κόσμο με τη μέχρι τώρα καταπληκτική πορεία της για το Champions League, θεωρείται η νέα ανερχόμενη δύναμη του κυπριακού ποδοσφαίρου.
Ποια είναι όμως η ομάδα από τη Μεγαλόνησο;
Η Πάφος ιδρύθηκε στις 10 Ιουνίου του 2014 και προέκυψε από τη συγχώνευση δύο ομάδων, της ΑΕΚ Κουκλιών και της ΑΕΠ Πάφου. Η πρώτη της συμμετοχή τη σεζόν 2014/15, έγινε στο πρωτάθλημα της δεύτερης κατηγορίας της Κύπρου. Στο τέλος εκείνης της σεζόν, κατάφερε μέσω της δεύτερης θέσης στο πρωτάθλημα να προβιβαστεί στη μεγάλη κατηγορία.
Ο ήρωας στη σημαία της Πάφου
Η ομάδα της Πάφου γίνεται γνωστή και πέρα από τα σύνορα της Κύπρου. Πολλοί ίσως να αναρωτιούνται ποιο είναι το πρόσωπο που απεικονίζεται στο σήμα της. Αυτός δεν είναι άλλος από τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, έναν Παφίτη αγωνιστή και ποιητή, ο οποίος μαχόταν υπέρ της αποτίναξης της βρετανικής κυριαρχίας από την Κύπρο.
Ο Ευαγόρας γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου του 1938.
Παρότι ήταν ακόμα μαθητής, αποτελούσε αγωνιστή της ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών) και ήταν γνωστός για τους αγώνες του, την ευαισθησία, το θάρρος και τη φιλοπατρία του.
Το τέλος του υπήρξε τραγικό, καθότι μόλις στα 18 του, συνελήφθη από τους Βρετανούς το 1956 για οπλοκατοχή (μεταφορά όπλων για την ΕΟΚΑ) και καταδικάστηκε σε θάνατο διά απαγχονισμού.
Εκτελέστηκε στη Λευκωσία το 1957 και μέχρι σήμερα αποτελεί εθνικό ήρωα και σύμβολο αυτοθυσίας.
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης και οι πρώτες μάχες του για εθνική ανεξαρτησία
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 1938 στο χωριό Τσάδα, της Πάφου. Από τα μαθητικά του χρόνια υπήρξε αγωνιστής, καθώς στα 15 του, το 1953, κατέβασε και κομμάτιασε την αγγλική σημαία στο Κολέγιο της Πάφου, την ημέρα που η Βασίλισσα Ελισάβετ στεφόταν στο Λονδίνο. Αυτή η αντιστασιακή ενέργεια του ανήλικου Κύπριου, ήταν το έναυσμα μαζικών διαδηλώσεων που ματαίωσαν εορτασμούς, οι οποίοι είχαν οργανωθεί από τους Άγγλους στην Πάφο.
Δεν πέρασαν καλά – καλά δύο χρόνια και το 1955 ο 17χρονος Ευαγόρας, συλλαμβάνεται και πάλι ως μέλος της νεολαίας της ΕΟΚΑ, επειδή συμμετείχε σε παράνομη πορεία για την υπόθεση του πλοιαρίου «Άγιος Γεώργιος».
Η σύλληψη και η δίκη
Στις 18 Δεκεμβρίου 1956, έρχεται η τρίτη και η τελευταία σύλληψή του. Ο Ευαγόρας πιάστηκε με οπλοπολυβόλο και γεμιστήρες και οδηγήθηκε σε δίκη.
«Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα, το έκαμα ως Έλλην Κύπριος, όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο», ήταν τα παλικαρίσια λόγια του Παλληκαρίδη.
Οι ψυχροί Άγγλοι δικαστές δεν υπολόγισαν τίποτα και επέβαλαν στον 18χρονο την εσχάτη των ποινών.
Ξεσηκωμός σε Κύπρο και Ελλάδα
Μαθητές, κάτοικοι της Κύπρου και της Ελλάδας, η ελληνική Βουλή, αλλά και η εκκλησία έστειλαν τηλεγραφήματα συμπαράστασης στον Ευαγόρα. Ξέσπασαν παντού πορείες και διαδηλώσεις. Η Κυπριακή Αδελφότητα της Αθήνας απευθύνθηκε μέχρι και στον Βασιλιά της Ελλάδας, Παύλο, αλλά το αίτημα απορρίφθηκε.
Οι τελευταίες λέξεις στο χαρτί και η αγχόνη
Λίγο πριν πλησιάσει η ημέρα της εκτέλεσης ο Ευαγόρας στο τελευταίο του γράμμα έδειξε για ακόμα μία φορά την τεράστια καρδιά του.
«Θ’ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ‘ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το καθετί. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα, τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μία μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί».
Στις 14 Μαρτίου 1957, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης απαγχονίστηκε και πάνω στην κρεμάλα τραγούδησε τον Εθνικό ύμνο.
Θάφτηκε μέσα στις φυλακές, στα λεγόμενα «Φυλακισμένα Μνήματα» της Λευκωσίας και πέρασε στην αιωνιότητα.
Συγκλονίζει η μαρτυρία της Μαρούλας Βρυωνίδου, η οποία μιλά στον Πέτρο Πετρίδη για τον ήρωα αδελφό της, τη σύλληψή του από τους Άγγλους, καθώς και για την τελευταία επίσκεψή της στο κελί των μελλοθάνατων όπου κρατείτο ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, λίγο πριν οδηγηθεί στην αγχόνη.