Πόνο και θλίψη έχει προκαλέσει η απώλεια του σπουδαίου Διονύση Σαββόπουλου στον χώρο της τέχνης. Ο αγαπημένος Νιόνιος του μουσικού πενταγράμμου «έσβησε», σε ηλικία 81 ετών, το βράδυ της Τρίτης (21.10.2025) από ανακοπή καρδιάς, ενώ τα τελευταία χρόνια έδινε μία μεγάλη μάχη με τον καρκίνο.
Η Ελλάδα θρηνεί τον χαμό του σπουδαίου τραγουδοποιού και συνθέτη Διονύση Σαββόπουλου, που γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 2 Δεκεμβρίου 1944 με ρίζες από την Κωνσταντινούπολη και τη Φιλιππούπολη. Έλληνες καλλιτέχνες, από όλα τα είδη, θέλησαν να του πουν δημοσίως το τελευταίο «αντίο», δημοσιεύοντας συγκινητικά μηνύματα στα social media. Ανάμεσά τους είναι ο Γιώργος Νταλάρας, η Γλυκερία, η Ελευθερία Αρβανιτάκη, ο Αντώνης Ρέμος, ο Μιχάλης Χατζηγιάννης, η Ελένη Φουρέιρα, η Κλαυδία, ο Νίκος Πορτοκάλογλου, η Νατάσσα Μποφίλιου, η Πέγκυ Ζήνα και πολλοί άλλοι.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Θλίψη βαθιά… Τώρα μόνο σιωπή», έγραψε ο Γιώργος Νταλάρας για τον θάνατο του Διονύση Σαββόπουλου.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Καλό ταξίδι αγαπημένε μου Νιόνιο…», έγραψε η Γλυκερία.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
«Διονύση μου δεν μπορώ να το συνειδητοποιήσω, πονάει ο χαμός σου.
Σε ευχαριστώ για το καλωσόρισμα, για την μαγεία που ζήσαμε, για όλα όσα μου έδωσες, για όλα όσα μου έμαθες. Αντίο ήρωά μου, αντίο μάγε της σκηνής, αντίο σπουδαίε δημιουργέ. Το έργο σου στα τιμαλφή του πολιτισμού μας και σίγουρα στα δικά μου τιμαλφή», έγραψε η Ελευθερία Αρβανιτάκη.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
«Σήμερα σιωπά μια από τις πιο ιδιαίτερες και γενναίες φωνές του τόπου μας.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος υπήρξε ένας δημιουργός που δεν ακολούθησε την εποχή του, τη διαμόρφωσε. Με λέξεις που χάραζαν μνήμες, με μουσικές που γίνονταν συλλογικά βιώματα, με αλήθειες που τολμούσαν να ειπωθούν όταν όλοι σιωπούσαν.
Τα τραγούδια του δεν ήταν απλώς νότες, ήταν καθρέφτες της κοινωνίας μας, του φωτός και του σκοταδιού μας. Μια πορεία γεμάτη τόλμη, ποίηση, χιούμορ, ευαισθησία και πνευματική ελευθερία. Για δεκαετίες, συντρόφεψε γενιές, άνοιξε δρόμους και ένωσε ανθρώπους μέσα από την τέχνη και τον λόγο του.
Τον αποχαιρετούμε με βαθιά συγκίνηση και ευγνωμοσύνη. Για όσα πρόσφερε. Για όσα τόλμησε. Για όσα θα μείνουν και θα συνεχίσουν να μας μιλούν. Καλό ταξίδι. Οι χοροί θα κρατήσουν για να σε θυμίζουν πάντα.
Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη – Στίχοι, μουσική δικοί του…», έγραψε ο Μιχάλης Χατζηγιάννης.
View this post on Instagram
«Έχω χάσει εδώ και χρόνια τους δύο γονείς μου. Σήμερα μένω για τρίτη φορά ορφανός», έγραψε ο Νίκος Πορτοκάλογλου.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
«Στην αγκαλιά του Χριστού, δάσκαλε… Πρωτοπόρος και αγωνιστής μέσα από τη μουσική και τους στίχους σου, εμπνευστής μιας ολόκληρης γενιάς.
Τα τραγούδια σου θα μείνουν για πάντα η κληρονομιά μας. Σε ευχαριστούμε!», έγραψε η Ευρυδίκη.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
«Ευχαριστώ “δάσκαλε” για τις πρώτες κουβέντες και συμβουλές όταν με δέχτηκε στο σπίτι σου την άνοιξη του ΄87. Οι ουρανοί απόψε φωνάζουν “ζήτω το ελληνικό τραγούδι”», έγραψε ο Γιώργος Θεοφάνους.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
«”Κάτι αλήθεια συμβαίνει εδώ, κάτι μυστικό, κάτι πλούσιο και παράξενο σαν τοπίο του βυθού… Ανθισμένες κερασιές κι απόγευμα ζεστό και πολύχρωμο χορτάρι ναι, για να αποκοιμηθώ…”. Ο μεγάλος μας δάσκαλος σήμερα αποκοιμήθηκε…», έγραψαν οι Πυξ Λαξ.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
«Καλό ταξίδι», έγραψε η Ελένη Φουρέιρα.
Και να που φύσηξε το αγέρι και ταξίδεψε την ψυχή σου πάνω από τη θάλασσα με μια συννεφούλα στον ουρανό των αγγέλων… Εσύ όμως ήθελες να είμαστε όλοι πάντα ενωμένοι με τα τραγούδια σου, να κρατήσουν οι χοροί, να γελάμε, να ερωτευόμαστε… κι αν αδικηθούμε ή βασανιστούμε, να ξαναγεννιόμαστε αλλά να μην ξεχνάμε…και να μαστε “μαζί”. Σ’ ευχαριστούμε αθάνατε ροκά μας για το σπουδαίο καλλιτεχνικό σου αποτύπωμα.
Ήσουν μόνος σου μια κατηγορία.
Θα μας συντροφεύεις πάντα και θα διδάσκεις τους νεότερους. Κι ίσως κάποτε να γίνουμε μια πραγματική αγκαλιά οι καλλιτέχνες της χώρας μας χωρίς στρατόπεδα κόμματα και χρώματα που θα φωνάζουμε όλοι μαζί “ζήτω το ελληνικό τραγούδι”.
Ευχαριστώ από την καρδιά μου για τα λόγια σου… Ήταν τιμή μου που σου τραγούδησα την αγαπημένη σου αρχόντισσα του Τσιτσάνη για τα 80 σου χρόνια στην εκπομπή του Σταύρου Θεοδωράκη και που συμμετείχα στις τελευταίες σου εκπομπές – συναντήσεις με σένα και για σένα εκφράζοντας τι σημαίνεις για εμάς… Καλό ταξίδι φωτεινό κι ευλογημένο Διονύση Σαββόπουλε. Λουσμένο με πολλή αγάπη εθνικέ μας Νιόνιο», έγραψε η Πέγκυ Ζήνα.
View this post on Instagram
«Σήμερα αποχαιρετάμε έναν θρύλο. Έναν άνθρωπο που σημάδεψε τη διαδρομή μου. Για εμένα έναν συνεργάτη, έναν φίλο που πίστεψε σε εμένα όταν λίγοι το έκαναν. Ευγνώμων για όλα. Κύριε Διονύση ευχαριστώ και ευχαριστούμε για όλα. Να ‘ναι χρυσός ο παράδεισος», ανέφερε η Klavdia.
«Μια κασέτα παλιά έπαιζε συνέχεια στο κασετόφωνο του δωματίου μου. Ήμουν στην τελευταία τάξη του Λυκείου και είχα ήδη αποφασίσει ότι θα σπούδαζα θέατρο. Πού να ήξερα ότι θα γινόμουν μια ηθοποιός που τραγουδάει. Κι όλα αυτά με τους ήχους από τους “Αχαρνείς” του Αριστοφάνη και του Διονύση Σαββόπουλου. Αντίο Νιόνιο. Τελικά τα χρόνια έτρεξαν χύμα. Τέλος εποχής», έγραψε η Φωτεινή Δάρρα.
View this post on Instagram
«Καληνύχτα μαέστρο», έγραψε ο Αντώνης Ρέμος.
«Στεναχωρήθηκα πολύ όταν έμαθα για τον θάνατο του Διονύση Σαββόπουλου. Ήταν ένας μεγάλος καλλιτέχνης που έδωσε τόσα πολλά στην Ελλάδα και άγγιξε τις καρδιές όλων μας με τη μουσική του. Θα θυμάμαι πάντα με ευγνωμοσύνη τις δύο φορές που τραγούδησα μαζί του στο Ηρώδειο – στιγμές που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Πάντα με στήριζε με καλοσύνη και αγάπη, και έχω τεράστιο σεβασμό για εκείνον και τη γυναίκα του, την κυρία Άσπα. Αιωνία του η μνήμη», έγραψε η Καλομοίρα.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
«Τολμηρή τέχνη και ευαισθησία. Ανατροπή και παράδοση. Δάσκαλος και λόγος για τις γενιές που ακολούθησαν… Αντίο στον ονειροποιό. Το έργο του θα εμπνέει στον αιώνα των αιώνων», έγραψε η Νατάσσα Μποφίλιου.
«Ο Διονύσης Σαββόπουλος υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς του τόπου μας. Είχα τη χαρά και την τιμή να συνεργαστώ μαζί του, να ζήσω από κοντά το πάθος, το πνεύμα και την ελευθερία του. Άφησε πίσω του ένα τεράστιο αποτύπωμα και κυρίως, μια αίσθηση ότι η τέχνη μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Καλό ταξίδι, αγαπημένε Διονύση», έγραψε η Μελίνα Ασλανίδου.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
«”Αυτή τη νύχτα η καρδιά μου είναι βαριά, δεν υπάρχει ούτε μια λέξη να μου δώσεις”. Γιατί μπορεί να προετοιμαζόμουν καιρό γι’ αυτή την αναχώρηση – τις τελευταίες μέρες κιόλας την αισθανόμουν κάτω από κάθε βήμα που άκουγα- να όμως που ήμουν εντελώς απροετοίμαστος. Κάθομαι, λοιπόν -με την καρδιά μου να “αιμορραγεί σαν τον ουρανό” – να βγάλω λίγο από το χρέος, να αγγίξω λίγη από την ομορφιά, να νιώσω κάτι απ’ την πληγή, ν’ αφουγκραστώ λιγάκι απ’ την μεγάλη γιορτή που σε τόσα τραγούδια του ονειρεύτηκε. Αυτήν που “ο Όλιβερ Τουίστ και ο Αδόλφος”, ‘ο Μαρκήσιος Ντε Σαντ και ένας hippie”, “η Παρθένα και ο Σατανάς” “πίνουν από το ίδιο το ποτήρι” και “πετούν αγκαλιασμένοι μακριά”.
Ο Σαββόπουλος μας περιείχε όλους. Είπε ένα τραγούδι για τον καθέναν από μας. Αν αισθάνθηκαν κάποιοι άνθρωποι προδομένοι από κείνον, ήταν επειδή ήταν τόσο σίγουροι ότι τραγουδάει για κείνους μόνο –και, έκπληκτοι, την επόμενη μέρα, ανακάλυπταν πως το επόμενο τραγούδι του μιλούσε και για τον διπλανό τους, τον αντίθετό τους.
Παρέες παιδιών του 114, παρέες ροκάδων, γενναίοι του αντιδικτατορικού αγώνα, αριστεροί και πληγωμένοι απ’ την αριστερά, ιερείς, αποσυνάγωγοι του ’70 και φλώροι του ‘90, όλοι λίγο-πολύ (χώρια όμως ο ένας απ’ τον άλλον) περπάτησαν μια νύχτα μέχρι το ξημέρωμα, αναλύοντας κάποιον στίχο του, ταυτιζόμενοι ή διαφωνώντας με μιαν επιλογή του, αγγίζοντας για μια στιγμή το νόημα που πάντα υποψιάζονταν από μικροί, εκείνος όμως τους το είχε κάνει τόσο άμεσο.
Γιατί τι πιο άμεσο απ’ το “Φορτηγό”, το “Περιβόλι”, το “Βρώμικο Ψωμί”, τους “Αχαρνής” και τη “Ρεζέρβα” και τα “Τραπεζάκια”; Όλα πράγματα σύνθετα και απρόσιτα, δύσκολα σαν τον τραυλό στον “Μπάλλο”, σαν το «παραλήρημα της χώρας σου που αυξάνει» στο “Μυστικό Τοπίο”, σαν τα ανάποδα φλάουτα στην “Μαύρη Θάλασσα”, σαν τα ακόρντα και τα στοιχειωμένα στιχουργικά μέτρα στο “Μακρύ Ζεϊμπέκικο”. Κι όμως, όλα να χτυπάνε κατ’ ευθείαν κέντρο. Ποιητικό κέντρο, μουσικό κέντρο, φιλοσοφικό, πνευματικό. Ανθρώπινο και πέρα από τον άνθρωπο.
Ένα ιερό αμφίβιο είναι το έργο του Σαββόπουλου, κάτι που ακουμπούσε και στην εδώ ζωή και στην επέκεινα. Κι αυτός ένας κανονικός τρελός, ο πιο τρελός άνθρωπος που γνώρισα ποτέ, ένας απρόσιτος με μάτια που δεν έβλεπαν εδώ, έτοιμος κάθε στιγμή να καταστρέψει τη ζωή, να τη ρεζιλέψει και να τη χάσει μέσα από τα χέρια του, για να τη λατρέψει το ίδιο βράδυ στη σκηνή, με ένα δόσιμο ακαταμάχητης τρυφερότητας και πάθους.
Είχα την περίεργη τύχη, 15χρονος, να δω την απόλυτη, σκληρή απογύμνωση και διαπόμπευσή του στο “Κούρεμα” στο Ζoom της Πλάκας. Κόσμος ελάχιστος, ορκισμένων πρώην θαυμαστών του, που του πετούσε δεκάρικα και τον έβριζε, ενώ εκείνος, κουρεμένος, με μια εικόνα μέσου ανθρώπου περιέργως αποκρουστική στο ερωτευμένο με την τέχνη του ασυνείδητό μας, τραγουδούσε το “Εμείς του ‘60” και τους “Κωλοέλληνες” και έβαζε την Αρβανιτάκη με δυο όργανα να λέει αμέσως μετά το “Γεννήθηκα για να πονώ και για να τυραννιέμαι”.
Εκεί τον αγάπησα ακόμα πιο πολύ, δεν αισθάνθηκα καμιά “προδοσία” στην συμπεριφορά του. Αντίθετα, αισθάνθηκα μιαν αποτρόπαιη τιμιότητα. Έδειχνε στους ανθρώπους του ποιος ήταν και ποιος είχε γίνει, ποιοι ήταν στο όνειρό τους και ποιοι ήταν στον καθρέφτη τους. Και δεν ήταν καθόλου ωραίο αυτό. Κυρίως γιατί μέσα στην βίαιη αυτή πράξη τα τραγούδια του είχαν γίνει λίγο σα δηλώσεις, σαν εκθέσεις ιδεών, μέσα σε όλα όσα είχε «κουρέψει» ήταν η ποιητική του απόλυτη ελευθερία.
Κι όμως και μέσα στο ύστερο έργο του, αυτό που έπεται του περίεργου αυτού «αποχαιρετισμού» στον νεανικό εαυτό του, υπάρχουν στιγμές που δεν γίνεται να συγκριθούν με τίποτε άλλο, κανενός άλλου. Η πρόζα στον “Μονομάχο”, το “Φως στις 10 το πρωί” , ο “Χρονοποιός”. Καθαρόαιμα, ουρανοπρεπή αριστουργήματα. Και φυσικά, καθόλου αταίριαστα με τη θυσία του.
Από μιαν άλλη “ευλογία που αγνοώ” τον έζησα πολύ κι από κοντά. Δουλέψαμε μαζί ολόκληρες σεζόν, μικρός συνοδοιπόρος του εγώ το ’96 στη «Σφεντόνα» και στην καλοκαιρινή του περιοδεία, καλεσμένος μου κι αυτός 3 σεζόν στην “Ταράτσα”. Την 2η μάλιστα σεζόν του έδωσα τον χώρο για 6 Δευτέρες για να κάνει ό,τι πιο δικό του ήθελε. Μου λέει “Θα κάνω ό,τι πιο δικό μου: θα πω τραγούδια άλλων. Πάντα ήθελα να ήμουνα οι άλλοι. Ήταν όπως εγώ, αλλά ωραίοι”. Κι έκανε ένα πρόγραμμα πραγματικά συγκινητικό, όπου τραγούδησε από Μάρκο σε Μίκη κι από Κραουνάκη σε Μάλαμα και Παπακωνσταντίνου με μια δική του, βραχνιασμένη παιδικότητα. “Όλα εκείνα που αγαπώ ειν’ αλλονών κι αλλιώς φαντάζουν”.
Κι όμως , εμείς που γράψαμε ύστερα απ’ αυτόν, μάθαμε ότι είμαστε οι εαυτοί μας μέσα απ’ τα δικά του τραγούδια. Ήταν σαν κι αυτούς τους gamers που έχουνε φτάσει το παιχνίδι ως το τέλος και συναντάς τα χνάρια τους σε κάθε πίστα, και τους ρωτάς κάθε φορά πώς τα κατάφεραν. Όταν τον ρωτούσα, γινόταν ξαφνικά παιδί. Ήθελε, αίφνης, να μου τα χαρίσει όλα. Και πιστεύω το ίδιο θα έζησαν κι ένα σωρό “νέοι κανταδόροι”, όπως υπέροχα αποκαλούσε τους νεαρούς συντρόφους του στους “Αχαρνής”.
Διαφώνησα μαζί του; Μα φυσικά, πολλές φορές, όπως με όλους τους ανθρώπους που αγάπησα. Πολλά πράγματα στα οποία εκείνος έβλεπε μια ελπίδα, εγώ τα έβρισκα δυσοίωνα, κουμπωνόμουν. Δεν διανοήθηκα, όμως, ποτέ να τον κανιβαλίσω. Γιατί ήταν μια ιδιοφυία, ένας αληθινός καλλιτέχνης που έλεγε τη γνώμη του, πληρώνοντας το κόστος με τον ίδιο του τον θρόνο. Και γιατί το έργο του, το φωτεινό του έργο, δεν ήταν και δεν είναι μια εφήμερη γνώμη, δικιά του ή δικιά μας. Ήταν βγαλμένο απ’ το αίμα της καρδιάς, απ’ τον «ουρανό που αιμορραγεί» και “μας αθωώνει”.
Έτυχε πριν δυο μέρες να αναρτήσω εδώ ένα κείμενο για τα 100χρονα του Μάνου Χατζιδάκι. Να, λοιπόν, που ο πανδαμάτωρ χρόνος με κάνει να αναρτώ δίπλα του ακριβώς ένα κείμενο για κείνον. Και είναι τόσο ωραία ταιριαστό να τους βλέπω ξανά δίπλα-δίπλα, τον έναν πλάϊ στον άλλον, όπως τους είδα κάποτε και ζωντανά. Και αυτή η κοινή ζωή που ένωσε κι εμένανε κι εσάς μ’ αυτούς τους δύο και μ’ όλους τους άλλους κρίκους της «χρυσής αλυσίδας» της μεταπολεμικής Ελλάδας, είναι αυτή που θα μου δώσει καύσιμα και για την υπόλοιπη ζωή, με τα σκοτάδια που μας κυκλώνουν, αυτά της ύπαρξης κι αυτά του πλανήτη, που ξεφορτώνεται τόσο εύκολα ό,τι τον έκανε για λίγο φωτεινό. Κι όμως, για να δανειστώ ξανά τα δικά του λόγια, «θα βρεθούμε κάποτε ξανά, με τα ίδια αυτά σώματα, με τα ίδια χαμόγελα», στο ίδιο τραπέζι, στο ίδιο περιβόλι. Και ο Διονύσης θα μας περιμένει εκεί, λυτρωμένος από τα βάρη της αρρώστιας μας, να “σμίξει παλιές κι αναμμένες τροχιές με το ροκ του μέλλοντός μας”.
Γεια σου, ακριβέ κι αγαπημένε μου. Θα σου χρωστώ για πάντα όλο τον εαυτό μου – κι αυτόν που λέω πως έχω κι εκείνον που δεν ξέρω ακόμα», έγραψε ο Φοίβος Δεληβοριάς.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος «έφυγε» από το ζωή το βράδυ της Τρίτης (21.10.2025), αφήνοντας πίσω του ένα μεγάλο κενό. Η Άλκηστις Πρωτοψάλτη που είχε συνεργαστεί στο παρελθόν μαζί του θέλησε κι εκείνη να τον αποχαιρετήσει δημοσίως με μία συγκινητική ανάρτηση.
Το αντίο του Αντώνη Καφετζόπολου
Εκτός από τους καλλιτέχνες του μουσικού στερεώματος και άλλοι θέλησαν να πουν το «στερνό» αντίο στον σπουδαίο Νιόνιο, όπως ηθοποιοί, δημοσιογράφοι και παρουσιαστές. Από τις αναρτήσεις τους ξεχωρίζει αυτή του καταξιωμένου ηθοποιού Αντώνη Καφετζόπουλου.
Η καρδιά μου είναι βαριά πολύ.
Θα γραφτούν πολλά, όλα θα έχουν μια ψηφίδα αλήθειας αλλά όλα είναι ένα ψέμα, μια αυτοαναφορική κατασκευή. Τα έσω βιωμένα μετράνε.
Αν υπάρχουν – και υπάρχουν – εκείνοι που μας διαμορφώνουν, ο Διονύσης έχει μάλλον την πιο ξεχωριστή θέση στο προσωπικό μου πάνθεον. Μια από τις χρωματιστές κλωστές που διατρέχουν την ιδεατή σπονδυλική μου στήλη. Μου άνοιξε τα μάτια.
Στη πραγματικότητα, τη στιγμή που γεννιόμαστε, αρχίζουμε να αργοπεθαίνουμε.
Βάζω αυτό, το ελάχιστο – από πλευράς ποικιλίας και λιγωτικής ομορφιάς ποτάμι – που μας έκανε δώρο η μουσική του ποίηση. Κάθε λέξη, κάθε ήχος με αφήνει ακόμα άναυδο. Κι ας ξέρω, πάνω-κάτω, απέξω τη διαδρομή.
Συνήθως αφήνω όλα τα σχόλια να ανθίσουν, απόψε το χιούμορ μου έχει πάει κάπου περίπατο», έγραψε ο Αντώνης Καφετζόπουλος.