Μέσα σε λιγότερο από 4 λεπτά, έμπειροι δράστες κατάφεραν να εισβάλουν στο Μουσείο του Λούβρου και να αρπάξουν κοσμήματα αμύθητης αξίας, αφήνοντας τις αρχές με πολλά αναπάντητα ερωτήματα. Μεγάλη συζήτηση έχει ανοίξει και για τα κενά ασφαλείας στο μεγαλύτερο μουσείο του κόσμου.
Το ταχύτατο και απόλυτα ακριβές χτύπημα στο Μουσείο του Λούβρου υποδηλώνει υψηλό επίπεδο επαγγελματισμού με άριστη οργάνωση, κάτι που όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, απλοί ληστές δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν.
Επιχειρώντας να σκιαγραφήσει το προφίλ της συμμορίας των κλεφτών στο Λούβρο, ο Ελβετός ειδικός σε θέματα Τέχνης Αντρέα Ράσερ επικεντρώνεται σε δύο ομάδες. «Για παράδειγμα, πρώην μέλη ειδικών δυνάμεων του στρατού ή μέλη οικογενειών που εμπλέκονται σε οργανωμένο έγκλημα θα μπορούσαν να είναι πιθανά», δήλωσε στην ελβετική εφημερίδα «Blick».
Σύμφωνα με τον Ελβετό ειδικό υπάρχουν δύο πιθανές θεωρίες:
- Ληστεία για χρήματα: Τα κοσμήματα θα διαλυθούν, τα πολύτιμα μέταλλα θα λιώσουν και τα διαμάντια θα πωληθούν ξεχωριστά. Στην περίπτωση αυτή, οι δράστες συνήθως έχουν ήδη αγοραστή για τη λεία τους.
- Παραγγελία από συλλέκτη: Κάποιος συλλέκτης επιθυμεί να κατέχει μοναδικά κομμάτια, τα οποία θα δείχνει μόνο σε έναν περιορισμένο κύκλο, ενισχύοντας την αίσθηση δύναμης και υπεροχής. Αν ισχύει αυτό, τα αντικείμενα μπορεί να επανεμφανιστούν μόνο μετά από χρόνια, αν για παράδειγμα ο συλλέκτης πεθάνει και οι κληρονόμοι αποφασίσουν να επιστρέψουν τα κλεμμένα.
Ο κρίσιμος παράγοντας ανθρώπινο λάθος
«Ο παράγοντας άνθρωπος παραμένει πάντα καθοριστικός», σημειώνει ο Ράσερ. Υπάρχει πάντα ένας αδύναμος κρίκος σε κάθε ομάδα και οποιοδήποτε λάθος μπορεί να οδηγήσει τους ερευνητές στη σύλληψη των δραστών. Η είσοδος των ληστών μέσω ενός εργοταξίου υποδηλώνει επίσης την ύπαρξη συνεργών και οδηγεί τις έρευνες τόσο εντός του Λούβρου όσο και στις συνεργαζόμενες κατασκευαστικές εταιρείες.
Κανένα μουσείο δεν είναι ασφαλές
Δεν υπάρχει 100% αξιόπιστο σύστημα ασφαλείας σε κανένα μουσείο. «Θα ήταν λοιπόν άδικο να κατηγορούμε το Λούβρο», δηλώνει ο ειδικός, «αφού τα μουσεία πρέπει να ισορροπούν ανάμεσα στην ασφάλεια και την προσβασιμότητα των εκθεμάτων».
Αυτό αποδεικνύουν αμέτρητα παραδείγματα από το παρελθόν. Το 1911, ο Ιταλός τεχνίτης Vincenzo Peruggia έκλεψε τη «Μόνα Λίζα» από το Λούβρο και την έκρυψε για δύο χρόνια, πριν επανεμφανιστεί στη Φλωρεντία.
Το 2004, δύο ένοπλοι άνδρες εισέβαλαν στο μουσείο Μουνκ στο Όσλο και έκλεψαν τους διάσημους πίνακες «Η Κραυγή» (Le Cri) και «Η Παναγία» («La Madone»). Η αξία τους; Περίπου 75 εκατομμύρια ευρώ. Όταν τα έργα βρέθηκαν δύο χρόνια αργότερα, ήταν σε πολύ κακή κατάσταση.
Και στην Ελβετία. Η κλοπή από το μουσείο Bührle στη Ζυρίχη το 2008 έγινε πρωτοσέλιδο: τέσσερα έργα ζωγραφικής αξίας 180 εκατομμυρίων φράγκων είχαν κλαπεί. Βρέθηκαν και τα 4.
Ληστεία στο Λούβρο: Τα οκτώ αντικείμενα που εκλάπησαν μέσα σε λίγα λεπτά
- Τιάρα, περιδέραιο και σκουλαρίκι από το σετ σαπφείρων της βασίλισσας Μαρίας-Αμελίας και της Ορτάνς
- Περιδέραιο και ζεύγος σκουλαρικιών με σμαράγδια της αυτοκράτειρας Μαρίας Λουίζας,
- Καρφίτσα-λειψανοθήκη,
- Τιάρα και μεγάλη καρφίτσα-φιόγκος της αυτοκράτειρας Ευγενίας.
- Ένα ένατο αντικείμενο, η κορώνα της αυτοκράτειρας Ευγενίας, εντοπίστηκε κατεστραμμένο στον χώρο.
Την ίδια στιγμή σε πλήρη εξέλιξη είναι οι έρευνες της γαλλικής αστυνομίας, για τον εντοπισμό των δραστών της ληστείας του Λούβρου, αλλά και των κοσμημάτων που κλάπηκαν.
Οι δράστες ήταν συνολικά τέσσερις: Δύο ήταν ντυμένοι ως εργάτες που φορούσαν κίτρινα γιλέκα και ανέβηκαν στην γκαλερί Απόλλων, ενώ οι άλλοι δύο επέβαιναν σε ένα σκούτερ.
Με τη βοήθεια ενός ανυψωτικού μηχανήματος, κατάφεραν να φτάσουν απευθείας στον πρώτο όροφο, στη φημισμένη αίθουσα, όπου φυλάσσονται πολύτιμα κοσμήματα και αυτοκρατορικά κειμήλια, σπάζοντας το παράθυρο.
Οι ληστές μπήκαν στο κτήριο από την πλευρά της όχθης του Σηκουάνα, όπου γίνονταν εργασίες.
Η υπουργός Πολιτισμού της Γαλλίας, Ρασιντά Ντατί αποκάλυψε πως οι δράστες του Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι, γνώριζαν επακριβώς πού στόχευαν και ενήργησαν με απόλυτη ταχύτητα και οργάνωση. Μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο CNews, η Γαλλίδα υπουργός ανέφερε ότι οι διαρρήκτες «παρέμειναν μέσα στην αίθουσα για 3 λεπτά και 57 δευτερόλεπτα – ή 3 λεπτά και 52, το πολύ. Πήγαν κατευθείαν στις προθήκες, ήξεραν ακριβώς τι ήθελαν και ενήργησαν με εξαιρετική αποτελεσματικότητα».