Διεθνή

Γερμανία: Καμπανάκι «σοφών» στον Μερτς για «έξοδο» της χώρας από το ευρω – σύμφωνο σταθερότητας

Η ετήσια έκθεση του συμβουλίου των κορυφαίων οικονομικών εμπειρογνωμόνων επισημαίνει τέσσερις λόγους που το πακέτο Μερτς αμφισβητεί ανοιχτά το Σύμφωνο Σταθερότητας της ΕΕ

Πλήρως αμφισβητούν οι «σοφοί» οικονομολόγοι της Γερμανίας τη συμβατότητα της συνταγματικής μεταρρύθμισης που πέρασε ο Φρίντριχ Μερτς στις 19 – 21 Μαρτίου 2025 από την Bundestag και το Bundesrat σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, λαμβανομένης υπόψιν και της ρήτρας διαφυγής, την οποία έχει προτείνει η Κομισιόν.

Αν και η Γερμανία έχει υποβάλλει από τα τέλη Απριλίου (δηλαδή πριν καν σχηματιστεί νέα κυβέρνηση και ορκιστεί ο νέος καγκελάριος, ο Μερτς) αίτημα για τη ρήτρα διαφυγής, ούτε η προηγούμενη, ούτε (προφανώς) η νέα έχει υποβάλλει …Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Διαρθρωτικό Πρόγραμμα στην Κομισιόν για το 2025 – 2028, αν και έχει παρέλθει η σχετική προθεσμία (σ.σ. η Ελλάδα έχει υποβάλλει έγκαιρα το σχετικό πρόγραμμα).

Ο βασικός λόγος που η Γερμανία είναι εκπρόθεσμη σε σχέση με την παραπάνω υποχρέωσή της ήταν η κατάρρευση της κυβέρνησης Σολτς στις αρχές Νοεμβρίου 2024 και η προσφυγή στις πρόωρες κάλπες στα τέλη Φεβρουαρίου.

Αμέσως μετά τις κάλπες, το CDU και το SPD, πριν καν συμφωνήσουν επακριβώς το πρόγραμμά τους και τη σύνθεση της κυβέρνησής τους, έσπευσαν να περάσουν από την Bundestag και το Bundesrat συνταγματική μεταρρύθμιση που προέβλεπε την ουσιαστική ακύρωση του φρένου χρέους για την Ομοσπονδία, τη διαμόρφωση ενός φρένου χρέους (έως 0,35% του ΑΕΠ) για τα ομοσπονδιακά κρατίδια και ένα ειδικό επενδυτικό ταμείο 500 εκατ. Ευρώ…

Ωστόσο, ο προϋπολογισμός του 2026 αναμένεται να ψηφιστεί το…φθινόπωρο και προφανώς καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη διαμόρφωση του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος του …2025 έως και το 2028 έως τότε.

Οι χρησμοί των «σοφών»

Τι λένε το Συμβούλιο των Οικονομολόγων (οι λεγόμενοι «Σοφοί» της γερμανικής οικονομίας), το οποίο αποτελεί το κορυφαίο ανεξάρτητο όργανο οικονομικών συμβούλων της γερμανικής καγκελαρίας για όλο το παραπάνω «κουβάρι»;

Στην ετήσια έκθεση τους οι Γερμανοί «σοφοί» ξεκαθαρίζουν εξαρχής πως η αξιολόγηση του πακέτου που ψήφισε η Bundestag και το Bundesrat  ως προς τη συμβατότητά του με τους πρόσφατα αναθεωρημένους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες εξαρτάται από διάφορους παράγοντες και υπόκειται σε «υψηλή αβεβαιότητα».

Και αυτό γιατί πρώτα – πρώτα «η Γερμανία δεν έχει ακόμη συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε μια πορεία καθαρών δαπανών».

«Αυτό είναι επίσης αποτέλεσμα πολιτικών διαπραγματεύσεων και της ερμηνείας των κανόνων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο», σημειώνεται στην ίδια έκθεση.

«Επομένως, είναι δυνατό να εκτιμηθεί μόνο κατά προσέγγιση ποιo περιθώριο υπάρχει για πρόσθετες δαπάνες χρηματοδοτούμενες από πιστώσεις βάσει των νέων ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων για τη Γερμανία.

Οι επιπτώσεις των δαπανών στην ανάπτυξη επηρεάζουν σημαντικά την πιθανή εξέλιξη μεταβλητών αναφοράς, όπως ο δείκτης χρέους. Οι επιπτώσεις στην ανάπτυξη ειδικότερα εξαρτώνται σημαντικά από τις συγκεκριμένες πορείες δαπανών».

Έτσι, «δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο ότι το χρηματοδοτικό πακέτο θα εφαρμοστεί με κάθε δυνατό τρόπο.

Η πορεία των δαπανών είναι συμβατή με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες. Για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, είναι σκόπιμη η αναδιάρθρωση της δημοσιονομικής εποπτείας.

Τα καθήκοντα και οι μέθοδοι εργασίας του Συμβουλίου Σταθερότητας, το οποίο συστάθηκε εντός της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης και παρακολουθεί τη διαχείριση του προϋπολογισμού της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης και των oμοσπονδιακών κρατιδίων, πρέπει να προσαρμοστούν στις νέες εθνικές και ευρωπαϊκές συνθήκες-πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής.

Η οικονομική πολιτική των ομοσπονδιακών και πολιτειακών κυβερνήσεων πρέπει να είναι συντονισμένη όσον αφορά τη συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες.

Εναλλακτικά, θα μπορούσε να συσταθεί ένα ανεξάρτητο δημοσιονομικό συμβούλιο, όπως υπάρχει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες».

Πιο αναλυτικά, στην έκθεση του συμβουλίου των οικονομικών εμπειρογνωμόνων σημειώνεται πως:

1. Άλλοι κανόνες για τη Γερμανία, άλλοι για την ΕΕ

Οι Γερμανοί «σοφοί» επισημαίνουν πως «ένα θεμελιώδες πρόβλημα είναι ότι οι γερμανικοί και οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες έχουν μέχρι στιγμής εναρμονιστεί μόνο σε περιορισμένο βαθμό.

Αυτό έχει επιδεινωθεί από την πρόσφατη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων και την τροποποίηση του γερμανικού Συντάγματος.

Για παράδειγμα, το φρένο χρέους περιορίζεται στο ετήσιο δημοσιονομικό έλλειμμα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και των ομόσπονδων κρατιδίων, ενώ οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες, μετά την πιο πρόσφατη συνολική μεταρρύθμισή τους, αντλούν τις απαιτήσεις για μια τετραετή πορεία δαπανών για ολόκληρο το κράτος, συμπεριλαμβανομένων όλων των ειδικών ταμείων, από μια μακροπρόθεσμη προβολή του λόγου χρέους».

«Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ αναφέρονται εκ των προτέρων στο έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, ενώ οι επενδύσεις όσον αφορά την υποδομή των ειδικών περιουσιακών στοιχείων υπόκεινται σε ορισμό βάσει του δημοσιονομικού δικαίου», επισημαίν οι οι κορυφαίοι Γερμανοί οικονομολόγοι.

Οι ίδιοι τονίζουν πως «ο ορισμός των αμυντικών δαπανών, ο οποίος βασίζεται στην οριοθέτηση της COFOG (σ.σ. ταξινόμηση των λειτουργιών της γενικής κυβέρνησης της ΕΕ) για τη ρήτρα εξαίρεσης της ΕΕ, σε αντίθεση με την τροποποίηση του Συντάγματος, μπορεί επίσης να οδηγήσει σε αποκλίσεις. Κατά συνέπεια, θα είναι πολύ δύσκολο για τους πολιτικούς να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς κατά την εφαρμογή της τροποποίησης του του Συντάγματος τα επόμενα χρόνια».

2. Βόμβα στο έλλειμμα από ασθενή ανάπτυξη και υψηλές δαπάνες

«Το πόσο δημοσιονομικό περιθώριο θα έχει η Γερμανία ως αποτέλεσμα των πρόσφατα αναθεωρημένων ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων εξαρτάται από την πορεία των καθαρών δαπανών στην οποία η γερμανική κυβέρνηση πρέπει ακόμη να συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

Καταρχήν, μπορεί να υποτεθεί ότι οι μεταρρυθμισμένοι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες θα παράσχουν στη Γερμανία μεγαλύτερο δημοσιονομικό περιθώριο από το εθνικό φρένο χρέους που προσφερόταν πριν από την τροποποίηση του Συντάγματος.

Ωστόσο, οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες είναι πιθανό να έχουν περιορίσει το περιθώριο της Γερμανίας για πρόσθετες δαπάνες που χρηματοδοτούνται από χρέος λόγω της χαμηλής ονομαστικής ανάπτυξης ακόμη και πριν από την τροποποίηση του Συντάγματος.

Αυτό πιθανότατα θα ισχύει ιδιαίτερα για μια τετραετή περίοδο προσαρμογής. Ένας συνδυασμός ασθενούς ανάπτυξης και υψηλών δαπανών θα επιδείνωνε αυτή την κατάσταση μεσοπρόθεσμα.

Με την τροποποίηση του Συντάγματος, οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες είναι πλέον σημαντικά πιο περιοριστικοί από το εθνικό φρένο χρέους.

Σύμφωνα με την ρήτρα εθνικής διαφυγής των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ, οι αμυντικές δαπάνες μπορούν να χρηματοδοτηθούν σε σημαντικό βαθμό μέσω πιστώσεων κατά τα επόμενα τέσσερα χρόνια», επισημαίνουν οι Γερμανοί οικονομολόγοι.

3. Οι γερμανικές δαπάνες για τις υποδομές μπορεί να προσβάλλουν το σύμφωνο σταθερότητας

Η έκθεση των Γερμανών «σοφών» αναφέρει πως «πέρα από τις αμυντικές δαπάνες, ωστόσο, η διαρθρωτική ικανότητα χρέους των χωρών και το ειδικό ταμείο υποδομών θα μπορούσαν να έρθουν σε σύγκρουση με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ».

Οι ίδιοι επισημαίνουν πως «είναι πιθανό μέρος των προκύπτουσων δαπανών που χρηματοδοτούνται από πιστώσεις να μπορεί να συνεχίσει να αντικατοπτρίζεται σύμφωνα με τους κανόνες, ανακατανέμοντάς τες εντός της ρήτρας διαφυγής.

Παρ ‘όλα αυτά, διάφορες μελέτες υποθέτουν ότι η Γερμανία θα μπορούσε να έρθει σε σύγκρουση με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες το αργότερο όταν τα κεφάλαια από το ειδικό ταμείο αντληθούν σε μεγαλύτερη κλίμακα.

Δεδομένου ότι η τροποποίηση του Συντάγματος στοχεύει επίσης σε μια μόνιμη ρύθμιση στην περίπτωση των αμυντικών δαπανών, η Γερμανία θα πρέπει να παρουσιάσει εκ νέου ένα σχέδιο δημοσιονομικής πολιτικής – πιθανώς σε τέσσερα χρόνια – που να είναι συμβατό με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ χωρίς προσφυγή στην εθνική ρήτρα διαφυγής.

Ο δείκτης χρέους είναι χαμηλότερος όσο χαμηλότερες είναι οι δαπάνες που χρηματοδοτούνται από το χρέος και όσο υψηλότερη είναι η αύξηση του ΑΕΠ.

Μελέτες δείχνουν ότι για μια ισχυρή επενδυτική δαπάνη των κεφαλαίων από το χρηματοδοτικό πακέτο, σε συνδυασμό με μεσοπρόθεσμη χρηματοδότηση των αμυντικών δαπανών από τον βασικό προϋπολογισμό, τα αναπτυξιακά αποτελέσματα θα περιόριζαν τη συσσώρευση χρέους.

Δεδομένης της προκύπτουσας εξέλιξης του δείκτη χρέους που είναι σημαντικός για την εκ των προτέρων αξιολόγηση της πορείας των δαπανών ενός κράτους μέλους, η συμβατότητα με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ θα μπορούσε να επιτευχθεί, λαμβάνοντας υπόψη τη ρήτρα διαφυγής. 

Σε αυτό το σενάριο, η επακόλουθη εξέλιξη του δείκτη χρέους που είναι σημαντικός για την εκ των προτέρων αξιολόγηση της πορείας των δαπανών ενός κράτους μέλους, η συμβατότητα με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ θα μπορούσε επομένως να επιτευχθεί, λαμβάνοντας υπόψη τη ρήτρα διαφυγής.

Ένας βασικός προϋπολογισμός ύψους έως και 1,2% του ΑΕΠ ενδέχεται, όμως, να παραμείνει εντελώς αχρησιμοποίητος.

Συνεπώς, οι αμυντικές δαπάνες δεν θα πρέπει να μετατοπίζονται από τον βασικό προϋπολογισμό υπέρ των καταναλωτικών δαπανών και οι πόροι του ειδικού ταμείου -συμπεριλαμβανομένων των κονδυλίων για το Ταμείο για το Κλίμα (KTF) και τα κρατίδια- θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο για επενδυτικούς σκοπούς.

Μια βραδύτερη εκταμίευση των πόρων του ειδικού ταμείου που χρηματοδοτούνται από δάνεια μέσω λιγότερο εντατικής εμπροσθοβαρούς χρηματοδότησης από ό,τι υποτίθεται στην προσομοίωση θα πρέπει να διευκολύνει περαιτέρω τη συμβατότητα με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες.

Σε περίπτωση (σε μεγάλο βαθμό) καταναλωτικού προσανατολισμού των δαπανών του χρηματοδοτικού πακέτου, είναι απίθανο να υπάρξει συμβατότητα με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, σύμφωνα με τις προσομοιώσεις.

Συνολικά, το χρηματοδοτικό πακέτο θα είναι περισσότερο συμβατό με τους κανόνες της ΕΕ μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα εάν δαπανηθεί με τρόπο προσανατολισμένο στην ανάπτυξη και εάν συνοδεύεται από μεταρρυθμίσεις που αυξάνουν το παραγωγικό δυναμικό.

Τέτοιες μεταρρυθμίσεις θα ήταν απαραίτητες απλώς για να παραταθεί η περίοδος προσαρμογής από τέσσερα σε επτά χρόνια.

4. Η Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους βασίζεται σε υλοποιημένες και όχι προγραμματισμένες μεταρρυθμίσεις  

«Ωστόσο», επισημαίνουν οι «σοφοί», «για την Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους (DSA) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με την τεχνική της μέθοδο, μπορούν να ληφθούν υπόψη μόνο οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις που έχουν ήδη υλοποιηθεί, όχι οι προγραμματισμένες».

Οι Γερμανοί «σοφοί»« οικονομολόγοι τονίζουν πως «η αλλαγή κυβέρνησης δημιουργεί επομένως ένα πρόβλημα με το χρονοδιάγραμμα: Κατά τον καθορισμό της πορείας αναφοράς, η οποία εκκρεμεί από το φθινόπωρο του 2024, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι πιθανό να βασίσει την απόφασή της μόνο σε μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που έχουν ήδη καταχωρηθεί από το νόμο».

«Ως αποτέλεσμα, οι αναμενόμενες επιπτώσεις του χρηματοδοτικού πακέτου ενδέχεται να μην αντικατοπτρίζονται όταν ψηφιστούν οι νόμοι για τον προϋπολογισμό για το 2025 και το 2026», επισημαίνουν οι ίδιοι.

«Ωστόσο, σύμφωνα με την τεχνική μεθοδολογία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις που έχουν ήδη υλοποιηθεί, όχι οι προγραμματισμένες, μπορούν να ληφθούν υπόψη για την Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους.

Η αλλαγή κυβέρνησης δημιουργεί επομένως ένα πρόβλημα με το χρονοδιάγραμμα: Κατά τον καθορισμό της πορείας αναφοράς, η οποία εκκρεμεί από το φθινόπωρο του 2024, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι πιθανό να βασίσει την απόφασή της μόνο σε μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που έχουν ήδη καταχωρηθεί από το νόμο. Ως αποτέλεσμα, οι αναμενόμενες επιπτώσεις του χρηματοδοτικού πακέτου ενδέχεται να μην ληφθούν υπόψη εάν οι νόμοι για τον προϋπολογισμό για το 2025 και το 2026 δεν έχουν ακόμη εγκριθεί κατά τον χρόνο που χαράχθηκε η πορεία.

Μόλις καθοριστεί η πορεία αναφοράς, οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις μπορούν στη συνέχεια να ληφθούν υπόψη μέσω της αλλαγής των παραδοχών ανάπτυξης προτείνουν μια προσαρμογή της τεχνικής μεθόδου για την DSA. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαθέτει ορισμένο βαθμό διακριτικής ευχέρειας όσον αφορά τη λήψη υπόψη και τη στάθμιση των σχετικών παραγόντων».

Σχόλια
Σχολίασε εδώ
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.
Διεθνή
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας
Newsit Blogs
Διεθνή: Περισσότερα άρθρα