Η Ελλάδα δεν πρόκειται να φύγει από το ευρώ, ενώ η δραχμή αποτελεί επικίνδυνη εξέλιξη. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει μελέτη της Eurobank με τίτλο “Grexit: Γιατί δεν θα συμβεί”.
Στα συμπεράσματα της έκθεσης υπογραμμίζεται ότι “ η αθέτηση πληρωμών προς τους κατόχους ελληνικού δημόσιου χρέους ή ακόμη και έξοδος από την ζώνη του ευρώ θα ήταν καταστροφική για την χώρα αλλά και αποσταθεροποιητική για το οικοδόμημα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ)”.
Από την κεντρική αυτή διαπίστωση οι μελετητές της τράπεζας (κ.κ. Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος, Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου Eurobank, Δρ. Θεόδωρος Σταματίου, Ανώτερος Οικονομολόγος, και Στυλιανός Γ. Γώγος, Οικονομικός Αναλυτής) προχωρούν στη διαπίστωση ότι η επιστροφή στη δραχμή δεν θα αποτελούσε λύση, αλλά πρόβλημα τονίζοντας ότι “μια εξωτερική υποτίμηση (δηλ. μέσω εξόδου από την Ευρωζώνη και υιοθέτησης νέου νομίσματος) δεν θα επέλυε τα προβλήματα μακροπρόθεσμα του χρέους και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, ιδιαίτερα καθώς θα υπονόμευε τη σταθερότητα και την ποιότητα του εγχώριου θεσμικού περιβάλλοντος, θα αποσταθεροποιούσε την εγχώρια παραγωγική βάση (η οποία εξακολουθεί να παρουσιάζει μεγάλο εισαγωγικό περιεχόμενο) και θα αποδυνάμωνε την όποια ορμή και διάθεση για δομικές μεταρρυθμίσεις.
Με στόχο την στήριξη των ανωτέρω απόψεων, η έκθεση παρουσιάζει μια σύντομη αναδρομή σε σειρά σημαντικών υποτιμήσεων της δραχμής που έλαβαν χώρα τη μεταπολεμική περίοδο και εξηγεί γιατί αυτές απέτυχαν σε μεγάλο βαθμό να τονώσουν την ανταγωνιστικότητα και τον εξαγωγικό προσανατολισμό της ελληνικής οικονομίας σε μακροχρόνια βάση. Το κύριο συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι οι εν λόγω υποτιμήσεις δεν συνοδεύτηκαν από ένα αξιόπιστο μείγμα οικονομικής πολιτικής και συνεπώς δε διασφάλισαν μακροχρόνια οφέλη για την πραγματική οικονομία”.
Οσον αφορά στον κεντρικό στόχο που οφείλει να έχει η χώρα μας, αλλά και οι υπόλοιπες της Ευρωπαϊκής περιφέρειας οι μελετητές υποστηρίζουν ότι: “Στην τρέχουσα συγκυρία, η αποκατάσταση θετικών και βιώσιμων ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης αποτελεί το κύριο ζητούμενο όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της περιφέρειας της Ευρωζώνης με στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας, τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, την ενίσχυση των φορολογικών εσόδων και την αύξηση της ποσότητας (και ποιότητας) των τραπεζικών στοιχείων ενεργητικού και ενεχύρων. Ωστόσο, ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οι οικονομίες αυτές είναι η χαμηλή ανταγωνιστικότητα σε σχέση με τους εμπορικούς εταίρους του ευρωπαϊκού Βορρά. Επιπλέον, οι περισσότερες από αυτές έχουν συσσωρεύσει υψηλά επίπεδα δημόσιου (ή / και ιδιωτικού) χρέους τα οποία, ελλείψει δραστικών αναδιαρθρώσεων, συνεχίζουν να δυσχεραίνουν τις προσπάθειες εξόδου από το φαύλο κύκλο χαμηλής ανάπτυξης και υψηλού δανεισμού.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα ανωτέρω, η μελέτη ρίχνει μια προσεκτική ματιά στα προβλήματα υψηλού δημοσίου χρέους και χαμηλής ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας και εξηγεί γιατί μια στάση πληρωμών ή/και έξοδος από τη ζώνη του ευρώ θα ήταν μια εξαιρετικά αντιπαραγωγική (και, στην πραγματικότητα, άκρως επικίνδυνη) στρατηγική για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών”.