Αύξηση των πωλήσεων με μείωση της κερδοφορίας κατέγραψαν οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών το 2024, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΙΟΒΕ που δόθηκε σήμερα (30.10.2025) στη δημοσιότητα.
Στις προκλήσεις που προβλέπεται να αντιμετωπίσει ο κλάδος το επόμενο διάστημα, σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ, περιλαμβάνεται η σταδιακή υποκατάσταση των υγρών καυσίμων κίνησης από την ηλεκτρική ενέργεια, με την διείσδυση των ηλεκτροκίνητων οχημάτων.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Επίσης η εφαρμογή της νέας ευρωπαϊκής νομοθεσίας για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από το 2027 η οποία θα αυξήσει σημαντικά τις τιμές των προϊόντων για τον καταναλωτή (εκτιμάται κατά περίπου 15 λεπτά/λίτρο) και θα περιορίσει τη ζήτηση πετρελαιοειδών.
Ειδικότερα οι κύριες διαπιστώσεις ως προς τα οικονομικά μεγέθη και τα αποτελέσματα των εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών το 2024, συνοψίζονται στα εξής:
- Μικρή αύξηση της Μικτής Κερδοφορίας κατά περίπου 44 εκατ. ευρώ έναντι του, προηγούμενου έτους, λόγω της αύξησης του όγκου πωλήσεων κατά περίπου 970.000 χιλ. τόνους, διατηρώντας το μέσο μικτό περιθώριο στα ίδια επίπεδα (περίπου 37 Euro/ΜΤ).
- Μείωση της Λειτουργικής Κερδοφορίας (Κέρδη προ Τόκων & Φόρων) κατά 5,2% (95 εκατ. ευρώ έναντι 100 εκατ. το 2023).
- Σημαντική μείωση των καθαρών κερδών μετά από φόρους κατά 50,5% (11,9 εκατ. ευρώ έναντι 24 εκατ. το 2023), με περιθώριο καθαρού κέρδους 0,08% επί της Αξίας Πωλήσεων. «Ιδιαίτερα αρνητική επίπτωση – σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ – είχε η διατήρηση του πλαφόν στο περιθώριο κέρδους επί 4 χρόνια, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η μεγάλη αύξηση των λειτουργικών δαπανών των εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών κατά τη διάρκεια της τετραετίας».
Παρά τη μείωση της κερδοφορίας, οι επενδύσεις των εταιριών παρέμειναν σταθερές σε σχέση με το 2023 (90 εκ. Ευρώ), για αναβάθμιση της εικόνας του δικτύου και προσθήκη νέων υπηρεσιών για την εξυπηρέτηση των καταναλωτών, ενώ το δίκτυο πρατηρίων συνεχίζει την πτωτική πορεία των προηγούμενων ετών.
Συγκεκριμένα ο αριθμός των πρατηρίων υποχώρησε το 2024 κατά 2,5% και διαμορφώθηκε σε 4.777 από 4.898 το προηγούμενο έτος. Παράλληλα, οι μέσες πωλήσεις καυσίμων ανά πρατήριο (σε χιλ. μετρικούς τόνους) περιορίστηκαν κατά 7 %.