Παραχώρηση οικοπέδων του Δημοσίου σε ιδιώτες αναδόχους για την ανέγερση κατοικιών, με υποχρέωση, τουλάχιστον το 30% των αναγερθεισών οικιών να προορίζεται για κοινωνική κατοικία
Το σχέδιο για την κοινωνική αντιπαροχή, που στόχο έχει την προστασία ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, την προσέλκυση του ενδιαφέροντος επενδυτών στην κοινωνική στέγη και κατά συνέπεια στην ενίσχυση των πολιτικών για το δημογραφικό, ανέπτυξε η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας Δόμνα Μιχαηλίδου, σε συνέντευξή της στην εφημερίδα Καθημερινή της Κυριακής.
Όπως τόνισε στη συνέντευξή της η Δόμνα Μιχαηλίδου, ο στόχος για τα ακίνητα της κοινωνικής αντιπαροχής, που θα παρέχονται με χαμηλό μίσθωμα σε ευάλωτα νοικοκυριά, θα ξεκινήσει αρχικά με τουλάχιστον 10 ακίνητα και οικόπεδα του Δημοσίου.
Κατά την υπουργό, το νομοσχέδιο αποτελεί «μία πρωτοποριακή σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα», θα προβλέπει «παραχώρηση οικοπέδων του Δημοσίου σε ιδιώτες αναδόχους για την ανέγερση κατοικιών, με υποχρέωση, τουλάχιστον το 30% των αναγερθεισών οικιών να προορίζεται για κοινωνική κατοικία», η οποία θα «εκχωρείται για εκμίσθωση μόνο σε δικαιούχους της κοινωνικής κατοικίας».
Όπως εξήγησε στην Καθημερινή η κ. Μιχαηλίδου, «η προστασία των ευάλωτων συμπολιτών μας είναι βασικός προορισμός του υπουργείου», με κύριες παραμέτρους την «ανακούφιση και ενδυνάμωσή τους, την παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών για την κοινωνική ένταξή τους και την ένταξή τους στην αγορά εργασίας».
Ιδιαίτερα δε αναφέρθηκε στο πρόγραμμα «Προσβασιμότητα κατ’ οίκον» που θεσπίσθηκε την περασμένη εβδομάδα, για τα άτομα με αναπηρία, τα οποία εξαιτίας αυτής «βιώνουν κοινωνικό αποκλεισμό» και την ένταξή τους με «όρους δικαιοσύνης». Σύμφωνα με το πρόγραμμα, που μέχρι σήμερα έχει δεχθεί 5.500 αιτήσεις, καλύπτει μέχρι και 14.500 ευρώ (το 50% κατατίθεται προκαταβολικά) η δυνατότητα πρόσβασης αυτών των ατόμων στις κατοικίες και τα εξοχικά τους ή τους χώρους εργασίας. Σύμφωνα με την υπουργό, το πρόγραμμα αυτό θα χρηματοδοτηθεί με άλλα 10 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, τόνισε στη συνέντευξή της η κ. Μιχαηλίδου, πλέον «πάνω από 1.500 συμπολίτες μας χρηματοδοτούνται πλήρως για να έχουν έναν προσωπικό βοηθό της επιλογής τους για να καλύπτει τις δικές τους ανάγκες», που επίσης βοηθά και τα ανάπηρα άτομα «να σχεδιάζουν και να ζουν την καθημερινότητά τους όπως όλοι μας».
Η υπουργός προανήγγειλε μέσω της συνέντευξης και την εκκίνηση μέσα στο φθινόπωρο μίας νέας παρέμβασης για παιδιά με αναπτυξικακές διαταραχές, ηλικίας 0-6 ετών, ενώ αναφέρθηκε στην ψηφιοποίηση πολλών παρεχόμενων υπηρεσιών και του τρόπου καταβολής επιδομάτων, με παράλληλη χορήγηση κάρτας για πρόσβαση στα επιδόματα και παρεχόμενες υπηρεσίες (μουσεία, μέσα μεταφοράς), που θα μειώσουν τα γραφειοκρατικά εμπόδια και «θα συμβάλλουν στον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης και στην καλύτερη στόχευση της εισοδηματικής πολιτικής».
Ωστόσο, η υπουργός παραδέχθηκε πως παρά «το σταθερό ενδιαφέρον της κυβέρνησης για την αναμόρφωση της επιδοματικής πολιτικής» και για την βελτίωση της αποτελεσματικότητάς της, οι προτεραιότητες για την υλοποίηση των δεσμεύσεών της, όσον αφορά την καταβολή ή την αύξηση κάποιων επιδομάτων, «λόγω της στεγαστικής κρίσης και της συνεχιζόμενης ακρίβειας, έπρεπε να αναδιαταχθούν».
Όπως τόνισε, «η επιστροφή σε ετήσια βάση ενός ενοικίου, η οικονομική ενίσχυση των 250 ευρώ προς άτομα με αναπηρία» κι «η ενίσχυση των 200 ευρώ σε δημοσίους υπαλλήλους που υπηρετούν σε νησιωτικές κι ορεινές περιοχές, απέκτησαν μεγαλύτερη βαρύτητα». Εντούτοις, πρόσθεσε, «παραμένουμε συνεπείς στις εξαγγελίες μας και θα κριθούμε γι’ αυτό».
Ιδιαίτερα αναφέρθηκε η υπουργός στο φλέγον ζήτημα του δημογραφικού, τονίζοντας πως «η στήριξη της οικογένειας συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τη δημογραφική πρόκληση», προσθέτοντας πως μέτρα όπως του προσωπικού βοηθού «που ελευθερώνει τη μάνα που ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με το ανάπηρο παιδί της», το επίδομα γέννησης, η προστασία της μητρότητας, η άδεια πατρότητας και η επέκταση της άδειας μητρότητας και στις ελεύθερες επαγγελματίες και το ολοήμερο σχολείο και τα μέτρα «που απαντούν στο στεγαστικό πρόβλημα» είναι μέτρα «που διευκολύνουν την απόφαση για δημιουργία οικογένειας» και απαντούν στο δημογραφικό πρόβλημα.
Καταλήγοντας, η κ. Μιχαηλίδου τόνισε πως «όλες αυτές οι πολιτικές συνυφαίνουν ένα δίκτυ προστασίας γύρω από τον θεσμό της οικογένειας και όσο αυτό το δίκτυ ενισχύεται, τόσο πιο εύκολα αποφασίζουν οι νέοι να κάνουν οικογένεια», προσθέτοντας πως «μέγιστη φιλοδοξία μας είναι οι πολιτικές αυτές να αναπτυχθούν αρκετά ώστε νέοι και νέες να υπερβούν τους φόβους τους και να νιώσουν πως η εργασία κι η κοινωνική τους ζωή δεν απειλούνται από τη δημιουργία οικογένειας».