Σε μια συνολική τοποθέτηση για το ενεργειακό κόστος και συγκεκριμένα για τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος προχώρησε το ΥΠΕΝ, με αφορμή ερώτηση έντεκα βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας.
Όπως αναφέρει σχετικά ο υφυπουργός περιβάλλοντος και ενέργειας, Νίκος Τσάφος, το πρόβλημα της ακρίβειας στην ενέργεια ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2021 με την άνοδο των τιμών του φυσικού αερίου, που συμπαρέσυρε και τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος.
Για την Ελλάδα, η οικονομική μεταβολή ήταν αιφνιδιαστική, καθώς στο παρελθόν, δαπανούσαμε περίπου 1 δις € το χρόνο για να εισάγουμε φυσικό αέριο, ενώ το 2022 λόγω συνθηκών, αναγκαστήκαμε να δώσουμε 7,4 δις € (3,5% του ΑΕΠ).
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ταυτόχρονα, η χονδρική τιμή ρεύματος, από 64 €/MWh το 2019, ξεπέρασε τα 400 €/MWh τον Αύγουστο του 2022. Χρειάστηκε να περάσουν δύο χρόνια, ώστε να επανέλθουν οι τιμές για συνεχόμενους μήνες κάτω από τα 100 €/MWh, ενώ φέτος η μεσοσταθμική τιμή στο ελληνικό σύστημα κυμαίνεται στα 103 €/MWh.
Το ΥΠΕΝ εντοπίζει στο ακριβό φυσικό αέριο τη βασική αιτία της ανατίμησης και όχι στην ενεργειακή μετάβαση ή το Χρηματιστήριο Ενέργειας.
Επίσης, δίνει μεγάλη έμφαση στο γεγονός ότι η χώρα μας είχε το 2019 την ακριβότερη τιμή χονδρικής στην Ευρώπη, ενώ πλέον βρίσκεται στην ένατη θέση, δηλαδή έχει σημειώσει πρόοδο.
Ως αποτέλεσμα, η τιμή του οικιακού ρεύματος εξελίχθηκε διαφορετικά στην Ελλάδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη: Από το 2019 έως σήμερα, έχει αυξηθεί κατά 47% στην ΕΕ, ενώ στη χώρα μας η αντίστοιχη αύξηση είναι στο 39%.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο κ. Τσάφος υπογραμμίζει ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τα νοικοκυριά στην Ελλάδα ήταν 21% κάτω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο το 1ο εξάμηνο του 2025, ενώ η χώρα μας είχε την 10η χαμηλότερη τιμή στην ΕΕ. Ακόμα και με όρους αγοραστικής δύναμης, η Ελλάδα είναι κάτω από το μέσο όρο και φθηνότερη από χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, που συχνά αναφέρονται στον δημόσιο διάλογο ως παραδείγματα προς μίμηση.
Στην περίπτωση των βιομηχανικών καταναλωτών, η Ελλάδα βρίσκεται κοντά ή λίγο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Για τους πιο ενεργοβόρους χρήστες, η μέση τιμή στην Ελλάδα είναι μόλις 1% πάνω από την μέση τιμή στην ΕΕ.
Προκειμένου να ενισχύσει την εγχώρια βιομηχανία, η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε στήριξη, όπως είναι οι μειωμένες χρεώσεις ΕΤΜΕΑΡ, ΥΚΩ, ΕΦΚ και χρεώσεων χρήσης συστήματος. Έτσι, μαζί με την αντιστάθμιση του κόστους του διοξειδίου του άνθρακα, που έχει απορροφήσει ένα σημαντικό ποσοστό της αύξησης των τιμών από το 2019, η ελληνική βιομηχανία έχει καταφέρει να παραμείνει διεθνώς ανταγωνιστική, υποστηρίζει το υπουργείο.
Φτάνοντας στο σήμερα, το ΥΠΕΝ επισημαίνει τη σημασία της ομάδας εργασίας που έχει συσταθεί για την ΝΑ Ευρώπη ώστε να εξαλειφθεί η απόκλιση τιμών με την υπόλοιπη ήπειρο. Η ενεργοποίηση της ομάδας αυτής έπαιξε καθοριστικό ρόλο ώστε το καλοκαίρι του 2025 να μην επαναληφθούν τα φαινόμενα που παρουσιάστηκαν το καλοκαίρι του 2024 όπου οι τιμές ανέβηκαν ξαφνικά.
Πλέον, η Κομισιόν παρουσίασε το Πακέτο για τα Δίκτυα, μια πρωτοβουλία που δικαιώνει τις ελληνικές θέσεις, τονίζει ο κ. Τσάφος.
Τέλος, η κυβέρνηση θα συνεχίσει να επενδύει στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, επιταχύνοντας παράλληλα τις έρευνες για υδρογονάνθρακες και ενισχύοντας τις υποδομές της. Θα συνεχίσει να παίρνει πρωτοβουλίες και σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιμετώπιση των σχετικών προκλήσεων.
«Όπου κριθεί αναγκαίο, είναι αυτονόητο ότι η Κυβέρνηση θα σταθεί δίπλα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, όπως άλλωστε έχει κάνει αδιάλειπτα από το 2019 και μετά», καταλήγει ο υφυπουργός.