Υπέρ της συμπόρευσης με τον Αλέξη Τσίπρα τάσσεται με ξεκάθαρο τρόπο ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτης Φάμελλος με την εισήγηση του στην Πολιτική Γραμματεία επισημαίνοντας ότι: «οι παράλληλες πορείες μας οφείλουν να συγκλίνουν στον κοινό στόχο ενός ισχυρού προοδευτικού πόλου, με συγκρότηση προγραμματικής πρότασης και υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών συνολικά στον προοδευτικό χώρο, με γνώμονα τα συμφέροντα της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας και στη βάση των Αριστερών ιδεών και αξιών».
Η τοποθέτηση αυτή του Σωκράτη Φάμελλου έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν εκφράσει τις επιφυλάξεις τους σχετικά με την στάση που πρέπει να κρατήσει το κόμμα απέναντι στο νέο εγχείρημα του Αλέξη Τσίπρα. Ένα από τα στελέχη αυτά, είναι και ο Παύλος Πολάκης, ο οποίος ξεκαθάρισε στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ότι αυτό που προτείνει συνιστά διάσπαση! Οι δυο άνδρες ενεπλάκησαν σε άγριο καυγά, με τον βουλευτή Χανίων να κάνει λόγο για πρόταση που θα επιφέρει διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ και τον πρόεδρο του κόμματος να δηλώνει κατηγορηματικά αντίθετος με αυτό!
Ο πρόεδρος του κόμματος δεν ήταν ο μοναδικός με τον οποίο καυγάδισε ο Παύλος Πολάκης. Ο βουλευτής Χανίων επιτέθηκε και στην Όλγα Γεροβασίλη και τον Γιώργο Καραμέρο. Εκτός από τον Παύλο Πολάκη, κατά της συμπόρευσης με τον Αλέξη Τσίπρα τάχθηκαν και οι Τρύφωνας Αλεξιάδης και Ανδρέας Παναγιωτόπουλος, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία της ΠΕ του ΣΥΡΙΖΑ συντάχθηκε με την πρόταση Φάμελλου για συμπόρευση.
Η πρόταση Φάμελλου για συμπόρευση με Τσίπρα
Πιο συγκεκριμένα ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αφού αναφέρεται στο πολιτικό περιβάλλον της χώρας επισημαίνει: «Σε αυτό το περιβάλλον, η παραίτηση του πρώην Πρωθυπουργού και Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Αλέξη Τσίπρα, από τη θέση του βουλευτή αποτελεί ένα σημαντικό και κρίσιμο γεγονός που αντικειμενικά παράγει ισχυρά πολιτικά αποτελέσματα και δημιουργεί νέα δεδομένα και ερωτήματα που κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει. Με Πρόεδρο τον Αλέξη Τσίπρα ο ΣΥΡΙΖΑ δόμησε χαρακτηριστικά και θέσεις κυβερνώσας παράταξης, κυβέρνησε τη χώρα και ανέτρεψε τους πολιτικούς συσχετισμούς τεσσάρων δεκαετιών που είχαν διαμορφωθεί μετά τη Μεταπολίτευση. Ακόμη και αν υπάρχουν διαφορετικές οπτικές, η σχέση του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ με τον Αλέξη Τσίπρα δεν μπορεί να είναι αντιπαραθετική. Οι παράλληλες πορείες μας οφείλουν να συγκλίνουν στον κοινό στόχο ενός ισχυρού προοδευτικού πόλου, με συγκρότηση προγραμματικής πρότασης και υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών συνολικά στον προοδευτικό χώρο, με γνώμονα τα συμφέροντα της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας και στη βάση των Αριστερών ιδεών και αξιών. Στις επόμενες εκλογές είναι αναγκαίο οι πολίτες να έχουν ισχυρή εναλλακτική επιλογή απέναντι στη ΝΔ. Σε αυτή την μεγάλη υπόθεση ανασύνθεσης του προοδευτικού χώρου, ο ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ είναι και οφείλει να συνεχίσει να είναι δημιουργικός, συνθετικός και ρόλος επιταχυντή εξελίξεων σε όλα τα πεδία άσκησης πολιτικής και κοινωνικής διεκδίκησης. Στη Βουλή, στην αυτοδιοίκηση, στους μαζικούς χώρους, στις τοπικές κοινωνίες, στα κινήματα. Με κοινές πρωτοβουλίες, δράσεις, παρεμβάσεις, που θα ενισχύουν τις προοδευτικές θέσεις απέναντι στις δεξιές πολιτικές και θα τις καθιστούν πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία. Για να γυρίσει επιτέλους η χώρα σελίδα με μια προοδευτική κυβέρνηση μακράς πνοής και πλατιάς λαϊκής νομιμοποίησης».
Ο Σωκράτης Φάμελλος στην εισήγηση του αναφέρει μεταξύ άλλων ότι: «Η χώρα και η κοινωνία βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι στον έβδομο πλέον χρόνο διακυβέρνησης από τη ΝΔ. Το αίτημα της πολιτικής αλλαγής γίνεται κάθε μέρα που περνάει πλειοψηφικό στις Ελληνίδες και στους Έλληνες και αυτή η αναγκαιότητα για αλλαγή αφορά όλα τα μεγάλα ζητήματα. Για ακόμα μια φορά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε τον κατήφορο της τοξικότητας, της έντασης και του διχασμού με την απαράδεκτη και αντισυνταγματική τροπολογία που ψήφισε η ΝΔ για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Μην μπορώντας να αποδεχτεί την ήττα του από τον τίμιο και δίκαιο αγώνα του Πάνου Ρούτσι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης καταφεύγει στον αυταρχισμό και την καταστολή των λαϊκών κινητοποιήσεων. Η μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, που στάθηκε στο πλευρό του Πάνου Ρούτσι και όλων των συγγενών των θυμάτων του εγκλήματος των Τεμπών, απαιτώντας αλήθεια και δικαιοσύνη, θα ακυρώσει στην πράξη αυτή την άθλια τροπολογία».
Και συνεχίζει: «Ο αγροτικός κόσμος συνεχίζει να βρίσκεται αντιμέτωπος με τον εμπαιγμό της κυβέρνησης ως προς τη πληρωμή των επιδοτήσεων, με καθυστερήσεις και μειωμένες καταβολές και κίνδυνο απώλειας πόρων, λόγω του τεράστιου γαλάζιου σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ. Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει την επίθεση στην εργασία με την ψήφιση ενός ακόμη αντεργατικού νόμου που φέρνει τη 13ωρη απασχόληση σε έναν εργοδότη, αντί για μείωση του χρόνου εργασίας, συλλογικές συμβάσεις, αυξήσεις μισθών, ασφάλεια στην εργασία. Ταυτοχρόνως, επιχειρεί δήθεν να δαμάσει την ακρίβεια με μέτρα κοροϊδία όπως η μείωση των τιμών σε κάποιους κωδικούς, αντί να μηδενίσει τον ΦΠΑ στα τρόφιμα και τα φάρμακα, να μειώσει τον ΕΦΚ στα καύσιμα, να σπάσει τα καρτέλ που αισχροκερδούν (ενέργεια, διυλιστήρια, τράπεζες) και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το κόστος στέγης, ενώ η κατάσταση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας παραμένει τραγική κυρίως λόγω των τεράστιων ελλείψεων σε προσωπικό».
Αναφέρει επίσης ότι: «Στην εξωτερική πολιτική, είναι αναγκαίο η χώρα να εγκαταλείψει τη στρατηγική του προβλέψιμου και δεδομένου σύμμαχου των ΗΠΑ που ακολουθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη και να επιστρέψει στην ενεργητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που είχε με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Η αναγκαιότητα αυτή γίνεται επιτακτική λόγω και των σημαντικών εξελίξεων που έχουμε στην ευρύτερη περιοχή μας μετά την εύθραυστη εκεχειρία στη Γάζα, χωρίς προοπτική δίκαιης επίλυσης του Παλαιστινιακού στο πλαίσιο του ΟΗΕ με λύση δύο κρατών στα σύνορα του 1967 και πρωτεύουσα του Παλαιστινιακού κράτους την Ανατολική Ιερουσαλήμ, αλλά και μετά το ελπιδοφόρο εκλογικό αποτέλεσμα στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα με τη νίκη του Τουφάν Ερχιουρμάν που δημιουργεί θετικές προσδοκίες για λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας στην Κύπρο».
Και καταλήγει: «Η χώρα πρέπει να γυρίσει σελίδα. Μια προοδευτική Ελλάδα, με δικαιοσύνη, δημοκρατία και βιώσιμη ανάπτυξη μπορεί και πρέπει να είναι η εναλλακτική διέξοδος. Συνεπώς, οι εξελίξεις στον προοδευτικό χώρο θα κρίνουν κατά πόσο είναι εφικτή η πολιτική αλλαγή στις επόμενες εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ με συνέχεια εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα έχει τονίσει την ανάγκη συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων. Ωστόσο, δεν έχει υπάρξει μέχρι σήμερα η πολιτική βούληση να γίνουν ουσιαστικά βήματα σύγκλισης από τις άλλες δυνάμεις του προοδευτικού χώρου. Το ζητούμενο, όμως, παραμένει να είναι η κυβερνώσα προοπτική του προοδευτικού χώρου και όσο συντηρείται η υφιστάμενη κατάσταση, ο μόνος κερδισμένος είναι η ΝΔ, ενώ ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος της ακροδεξιάς».